Ο Σ. Στυλιανίδης στην εκπομπή “Ένα Βλέμμα” του Ν. Ξυδάκη στον 105,5 FM Στο Κόκκινο
Ο Σ. Στυλιανίδης στην εκπομπή “Ένα Βλέμμα – Α΄Μέρος” του Ν. Ξυδάκη στον 105,5 FM Στο Κόκκινο, την Τρίτη 22/04/2020.
Αρχείο 105,5 FM Στο Κόκκινο (LINK)
Ο Σ. Στυλιανίδης στην εκπομπή “Ένα Βλέμμα – Α΄Μέρος” του Ν. Ξυδάκη στον 105,5 FM Στο Κόκκινο, την Τρίτη 22/04/2020.
Αρχείο 105,5 FM Στο Κόκκινο (LINK)
Bασισμένο σε ντοκουμέντα και εμπιστευτικές συζητήσεις με κορυφαίους Ιταλούς καθηγητές, το κείμενο του ψυχίατρου-ψυχαναλυτή κ. Στυλιανίδη, καθηγητή κοινωνικής ψυχιατρικής στο Πάντειο, αναλύει τον καταστροφικό ρόλο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών απορύθμισης του συστήματος δημόσιας υγείας, σε όφελος των ιδιωτικών συμφερόντων. Το αποτέλεσμα ήταν η εκατόμβη των θυμάτων, σε μία από τις πλούσιες περιοχές της Ευρώπης.
Η Λέγκα του Βορρά με τις συμμαχικές της δυνάμεις της ακροδεξιάς και της κεντροδεξιάς έχει την ευθύνη της διακυβέρνησης στην περιφέρεια της Λομβαρδίας από τον Φεβρουάριο του 2013. Το 2018 κατέκτησε την πλειοψηφία της τοπικής διακυβέρνησης με ποσοστό 49,75% (Λέγκα του Βορρά και σύμμαχοι) με το Δημοκρατικό Κόμμα να φτάνει σε ποσοστό 19,28% και το Κίνημα των Πέντε Αστέρων στο 17,8%.
Σύμφωνα με το ιταλικό Σύνταγμα οι τοπικές κυβερνήσεις των περιφερειών (regione) έχουν την ευθύνη της συνολικής διακυβέρνησης της περιφέρειας, επομένως και του τομέα δημόσιας υγείας.
Η Λομβαρδία έχει πληθυσμό περίπου όσο η Ελλάδα: Με στοιχεία 31/12/2018 10.060.574 κάτοικοι ζουν σε μια από τις πλουσιότερες περιοχές της Ευρώπης. Επομένως, τα επιδημιολογικά δεδομένα και στοιχεία της λειτουργίας του δημόσιου συστήματος υγείας μπορεί να είναι συγκρίσιμα, υπό προϋποθέσεις, με αυτά που ισχύουν στη δική μας χώρα.
Σχηματικά θα αναφερθούμε στις όψεις της διαχείρισης της κρίσης του Covid-19 στην περισσότερο πληγείσα περιοχή της Ευρώπης.
1. Το κόστος της πανδημίας με έναν δυσανάλογο τρόπο επιβάρυνε τα ηλικιωμένα άτομα. Συγκεκριμένα, στο 22% του πληθυσμού που υπερβαίνει τα 65 χρόνια ανήκει το 56% του συνολικού αριθμού των κρουσμάτων, ενώ μεταξύ των νεκρών το 87% είναι άνω των 70 ετών και μόνο το 2% είναι κάτω των 65 ετών. Πολλά από αυτά τα ηλικιωμένα άτομα δεν είναι ευάλωτα μόνο γιατί είχαν υποκείμενες χρόνιες νόσους, αλλά επίσης γιατί ζουν μόνα τους σε συνθήκες κοινωνικά απαράδεκτες, χωρίς βοήθεια στο σπίτι και πρωτοβάθμια φροντίδα ή σε οίκους ευγηρίας.
Απέναντι στις ανάγκες αυτής της μερίδας του πληθυσμού το δημόσιο σύστημα υγείας στην περιφέρεια της Λομβαρδίας, κατακερματισμένο, επικεντρωμένο μόνο στις εξειδικευμένες επεμβάσεις, εξαιρετικά φτωχό σε κοινοτικούς πόρους υγείας, μη συνδεδεμένο με τις κοινωνικές υπηρεσίες των δήμων και κοινοτήτων, κατάφερε να απαντήσει μόνο σε συνθήκες επείγουσες, επιλέγοντας λόγω του πληθωρισμού των αιτημάτων στις μονάδες εντατικής θεραπείας, ανάλογα με το προσδόκιμο επιβίωσης του κάθε ασθενούς.
2. Το βάρος της επείγουσας ιατρικής βοήθειας στην αρχική φάση έπεσε στο δημόσιο νοσοκομειακό δίκτυο. Το ιδιωτικό νοσοκομειακό δίκτυο, παρά την τεράστια ανάπτυξή του κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της Λέγκα, και παρά την απορρόφηση σημαντικών πόρων της περιφέρειας μέσα από συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, κλήθηκε από την τοπική κυβέρνηση να συμβάλει με μεγάλη καθυστέρηση, χωρίς συντονισμό και συγκεκριμένο ρόλο.
Όλα αυτά τα χρόνια διακυβέρνησης της Λέγκα, ακόμη και αν θεωρητικά ο ιδιωτικός τομέας συντονιζόταν από τις διοικήσεις των δημόσιων νοσοκομείων στο πλαίσιο ενός δήθεν συνεχούς συστήματος ενδο/εξωνοσοκομειακής φροντίδας, οι ιδιωτικές υπηρεσίες υγείας δομήθηκαν με τρόπο αυτόνομο, εξυπηρετώντας εκείνες τις υγειονομικές ανάγκες του πληθυσμού από τις οποίες μπορούσαν να αποκομίσουν το μεγαλύτερο κέρδος και φυσικά όχι σε σχέση με τις επιδημιολογικά τεκμηριωμένες ανάγκες δημόσιας υγείας της περιφέρειας. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι οι ιδιωτικές κλίνες για μεταδοτικές νόσους (λοιμώξεις) αντιπροσωπεύουν μόνο το 6% του συνόλου των ιδιωτικών κλινών και οι κλίνες των πνευμονολογικών ασθενειών μόνο το 7% σε σύγκριση με το 74% των κλινών για επείγουσες επεμβάσεις και θέσεων φυσικής αποκατάστασης.
Είναι σαφές ότι αυτό το 74% αντιπροσωπεύει τον πλέον προσοδοφόρο τομέα των υπηρεσιών υγείας, σε σύγκριση με τους υπόλοιπους. Κατά συνέπεια, τη στιγμή της υγειονομικής κρίσης, και παρά τις όψιμες εκκλήσεις του προέδρου της τοπικής κυβέρνησης, η συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα δεν καθοριζόταν από μια θεσμική συνθήκη, αλλά από την ανύπαρκτη καλή του θέληση.
3. Το προσωπικό των δημόσιων νοσοκομείων, στην πρώτη γραμμή της μάχης, πλήρωσε ένα τεράστιο προσωπικό κόστος (νεκροί, κρούσματα, βαριά νοσούντες) και ανέδειξε με τον πιο δραματικό τρόπο τη μείωση κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας των νοσοκομειακών κλινών σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές περιφέρειες, συγκρίσιμες με τη Λομβαρδία.
Όσον αφορά τις κλίνες ΜΕΘ, ο ανεπαρκής αριθμός των 850 κλινών αποδείχθηκε ήδη ανεπαρκής εδώ και δύο χρόνια, τη στιγμή της κορύφωσης της εποχικής γρίπης, η οποία ανέδειξε τα σοβαρά κενά της επείγουσας περίθαλψης. Η μείωση των κλινών ΜΕΘ, την οποία αποφάσισε η Λέγκα, αυτονόητα συνοδεύτηκε από μείωση προσωπικού, τεχνολογικών μέσων και πόρων υποδομής, απαραίτητων για να λειτουργήσει αποτελεσματικά ο δημόσιος τομέας των ΜΕΘ.
4. Εάν άλλο αναδυόμενο πρόβλημα ήταν αυτό των προγραμματισμένων χειρουργικών επεμβάσεων, λόγω της επείγουσας μείωσης των διαθέσιμων χειρουργικών κλινών οι οποίες διατέθηκαν στα νοσοκομεία αναφοράς για τον Covid-19. Σε αυτή την κρίσιμη κατάσταση, όταν η τοπική κυβέρνηση έκανε έκκληση για την συμβολή του ιδιωτικού τομέα υγείας, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα επείγοντα χειρουργικά περιστατικά (κυρίως ογκολογικά), αυτός προγραμμάτισε τις επεμβάσεις σε συνάρτηση με εκείνες τις παθολογίες που ήταν περισσότερο συμφέρουσες σε επίπεδο κέρδους. Αυτός ο “προγραμματισμός” έγινε με τρόπο εντελώς αδιαφανή, χωρίς να υπάρχει η απαιτούμενη λογοδοσία στις θεσμικές υπηρεσίες διοίκησης υγείας της περιφέρειας.
5. Ο τομέας της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (ΠΦΥ) δεν μπόρεσε να έχει αποφασιστική συμβολή, σαν ένα ισχυρό φίλτρο ροής των περιστατικών προς τα νοσοκομεία. Και σ αυτόν τον τομέα αναδείχτηκε με εμφατικό τρόπο η απομόνωση από το σύστημα των γιατρών γενικής ιατρικής, η έλλειψη μέσων, η μη σύνδεση με τις νοσοκομειακές δομές και τα εξωτερικά ιατρεία τους στην επιλογή των περιστατικών, η δραματική έλλειψη μέσων προστασίας των λειτουργών της ΠΦΥ στην υποδοχή των περιστατικών.
Επίσης, τα ελλείμματα συνέργειας και συνεργασίας που είχαν ήδη επισημανθεί στο παρελθόν από υγειονομικούς μεταξύ τοπικής αυτοδιοίκησης, φροντίδας στο σπίτι, κέντρων πρόληψης και διασύνδεσης κοινωνικών υπηρεσιών και υπηρεσιών υγείας έγιναν αντιληπτά μεταξύ άλλων και με το πογκρόμ στους οίκους ευγηρίας, όπου προσεβλήθη το 20% των ηλικιωμένων.
6. Το έλλειμμα συνεργασίας μεταξύ των δήμων/κοινοτήτων και των υπηρεσιών ΠΦΥ προκειμένου να δημιουργηθεί ένα δίκτυο φροντίδας για τα περιστατικά που δεν ήταν σε οξεία φάση, όπως επίσης η μείωση της διασποράς του ιού από τους ασυμπτώματικούς φορείς, δεν στάθηκε δυνατή, λόγω των κενών στην οργάνωση των υπηρεσιών.
7. Η επείγουσα πρόσληψη προσωπικού προκειμένου να καλυφθούν τα κενά ανατέθηκε στον ιδιωτικό τομέα, χωρίς τον καθορισμό κριτήριων πρόσληψης όπως αυτά έχουν θεσπιστεί από τις υπηρεσίες δημόσιας υγείας.
8. Τα κενά και οι αβεβαιότητες που προέκυψαν στη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης από τις περιφέρειες, ιδιαίτερα όμως της Λομβαρδίας, ο φτωχός συντονισμός, η ελλειμματικότητα στην εφαρμογή επιχειρησιακών μοντέλων παρέμβασης, ανέδειξαν με τον πιο καθαρό τρόπο ότι η αποκέντρωση χωρίς κανόνες, αρχές και όρια δεν είναι μόνο πηγή ανισοτήτων αλλά και σοβαρής αναποτελεσματικότητας.
Για όλους αυτούς τους λόγους η συλλογικότητα “Μιλάνο 2030”, στην οποία συμμετέχουν προσωπικότητες όπως ο καθηγητής Αντζελο Μπαρμπάτο και αποτελείται από ένα δίκτυο σωματείων, συλλόγων, κομμάτων και πολιτικών κινήσεων της Αριστεράς, παρά τις επιμέρους διαφορές τους, επέλεξαν να συμπράξουν σε μια πολιτική πρωτοβουλία η οποία δεν έχει ιστορικό προηγούμενο: Να ζητήσουν επίσημα από την κεντρική κυβέρνηση την άμεση αφαίρεση αρμοδιοτήτων στη δημόσια υγεία από την τοπική κυβέρνηση της Λομβαρδίας και την ανάθεση σε έναν επίτροπο (Commissario ad acta) της ευθύνης της πολιτικής διαχείρισης. Αυτή η πρωτοβουλία που έχει σαν στόχο την αντιμετώπιση της φοβερής κρίσης και την προστασία της δημόσιας υγείας βασίζεται στην εφαρμογή του άρθρου 32 του ιταλικού συντάγματος.
9. Από την Λομβαρδία δεν έχουμε μόνο να διδαχτούμε τη σημασία των έγκαιρων περιοριστικών μέτρων πρόληψης, όπως ευρέως λέγεται, αλλά και κάτι ακόμη που δεν λέγεται: Ότι η ισχύς και η αποτελεσματικότητα ενός συστήματος δημόσιας υγείας είναι ένα ζήτημα βαθιά ιδεολογικό, πολιτικό, αξιακό και, τελικά, ηθικό. Η νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία των συμπράξεων ιδιωτικού-δημόσιου, χωρίς πλαίσιο, αρχές και κανόνες, μπορεί να αποβεί καταστροφική για τη δημόσια υγεία. Συνέβη στην πλούσια Λομβαρδία.
Πηγή: tvxs.gr
του Βασίλη Σκουρή
«Οι συνθήκες απομόνωσης μπορεί να ευνοούν την ενδοοικογενειακή βία και ενδέχεται να υπάρξει περαιτέρω αύξηση της επιθετικότητας εφόσον αυστηροποιηθούν τα μέτρα περιορισμού», προειδοποιεί ο καθηγητής του Παντείου Στέλιος Στυλιανίδης. Η ρηξικέλευθη πρόταση να προστεθεί εκπρόσωπος των νοσοκομειακών ιατρών στην καθημερινή ενημέρωση με τον Σωτ. Τσιόδρα.
Σαφή προειδοποίηση για τις επιπτώσεις που μπορεί να επιφέρει τυχόν αυστηροποίηση των μέτρων περιορισμού απευθύνει με συνέντευξή του στο iEidiseis ο Στέλιος Στυλιανίδης.
«Οι συνθήκες απομόνωσης μπορεί να ευνοούν την ενδοοικογενειακή βία και ενδέχεται να υπάρξει περαιτέρω αύξηση της επιθετικότητας εφόσον αυστηροποιηθούν τα μέτρα περιορισμού», επισημαίνει ο καθηγητής κοινωνικής ψυχιατρικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και εκ των κορυφαίων ψυχιάτρων-ψυχαναλυτών, ομαδικός αναλυτής, ενώ απευθύνει και μια ρηξικέλευθη πρόταση για την ενίσχυση της ενημέρωσης του Σωτήρη Τσιόδρα.
Ο Στέλιος Στυλιανίδης τονίζει μεταξύ άλλων στο iEidiseis:
ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΕΥΑΛΛΩΤΟΙ: «Ας μην ξεχνάμε ότι ο κορονοϊός μπορεί να προσβάλει αδιάκριτα όλες τις κοινωνικές τάξεις αλλά οι επιπτώσεις ψυχικής υγείας δεν είναι ίδιες για όλους. Τα ηλικιωμένα και τα μοναχικά άτομα, οι ευπαθείς ομάδες, οι άστεγοι, οι εξαρτημένοι, οι ασθενείς με χρόνια νοσήματα, έχουν χαμηλότερο επίπεδο ψυχικής ανθεκτικότητας και επομένως μπορούν να παρουσιάσουν πιο εύκολα ψυχιατρικά προβλήματα».
ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΟΤΙΜΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ, ΤΟ ΚΟΛΥΜΠΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΔΙΚΙΑ ΤΩΝ ΤΕΣΤ: «κάθε μέτρο απαγόρευσης για να εσωτερικευθεί και να ενεργοποιήσει την προσωπική ευθύνη κάθε πολίτη θα πρέπει να νοηματοδοτηθεί και να τεκμηριωθεί επαρκώς προκειμένου να θωρακιστεί συλλογικά η προστασία της δημόσιας υγείας. Οι πολίτες πρέπει να πειστούν ότι τα μέτρα έχουν νόημα, έχουν καθολική και ισότιμη εφαρμογή και δεν υπάρχουν διακρίσεις. Για παράδειγμα, η γενική απαγόρευση του κολυμπιού ήταν ένα παράλογο μέτρο και γι αυτό διορθώθηκε μερικώς μετά την κατακραυγή. Είναι άδικο να κάνει διαγνωστικό τεστ στον ιδιωτικό τομέα όποιος έχει την οικονομική δυνατότητα (με κόστος από 160 έως 300 ευρώ) και οι υπόλοιποι να καλούνται να μείνουν σπίτι όταν τα σύμπτώματά τους δεν είναι πολύ σοβαρά και για μια αβέβαιη περίοδο».
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΕΡΑΣΙΑΚΗΣ ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ: «Υπάρχει σαφής επιστημονική τεκμηρίωση ότι η ανεργία, η οικονομική δυσπραγία, η επισφάλεια και ιδιαίτερα τα χρέη επιδρούν αρνητικά στην ψυχική υγεία και ιδιαίτερα στην παρατηρούμενη αύξηση της κατάθλιψης. Πρέπει να αναλογιστούμε ότι σε συνθήκες κρίσης και για όσους εργάζονται, υπάρχει αύξηση της ανασφάλειας και της πίεσης, ενώ πολλοί χάνουν την κοινωνική τους θέση και την ταυτότητά τους με την απώλεια της εργασίας τους. Το καινοφανές σε αυτό που ζούμε είναι ότι η μια κρίση διαδέχεται την άλλη: Από τα χρόνια του μνημονίου καταλήγουμε στην καραντίνα με προβλέψεις για βαθύτατη ύφεση χωρίς σαφές χρονοδιάγραμμα ανάκαμψης. Αυτό δημιουργεί μια τεράστια επισφάλεια για το σχέδιο ζωής καθενός και ιδιαίτερα των πιο ευάλωτων».
ΓΙΑ ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ: «Η παρούσα κρίση θέτει επιτακτικά το συνολικό πρόβλημα της αναδιοργάνωσης, επανασχεδιασμού και ισχυρής χρηματοδότησης του συστήματος δημόσιας υγείας στη χώρα μας. Το τρομακτικό έλλειμμα σε κλίνες ΜΕΘ, σε εξειδικευμένο προσωπικό, σε εργαστηριακές εξετάσεις αποτελεί σοβαρή απειλή για την ανθεκτικότητα του δημόσιου συστήματος υγείας. Το αντιπαράδειγμα της Λομβαρδίας, με τις συστηματικές περικοπές σε πόρους και προσωπικό του δημόσιου συστήματος υγείας, την κατάρρευση εκεί της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και τις “επιλεκτικές” συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, πρέπει να μας διδάξει πολλά για την επόμενη μέρα. Είναι σημαντικό να μην φύγουμε από την κουλτούρα του επείγοντος και να επανασχεδιάσουμε το ΕΣΥ με σύγχρονους όρους μάνατζμεντ, αποδοτικότητας και, επιτέλους, αποτελεσματικής παροχής υπηρεσιών στις αυξανόμενες ανάγκες του πληθυσμού ιδιαίτερα σε συνθήκες μελλοντικής ύφεσης(…) Η επιβράβευση των “ηρώων με τις άσπρες και τις πράσινες μπλούζες” δεν μπορεί να είναι ευκαιριακή αλλά προϋποθέτει γενναία χρηματοδότηση της δημόσιας υγείας και των αμοιβών των λειτουργών της».
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΕΠΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ: «Οι συνέπειες στην ψυχική υγεία θα αξιολογηθούν και κλινικά και ερευνητικά, όχι βραχρυπρόθεσμα, αλλά σε ορίζοντα από ένα έως τρία χρόνια. Μετά την πρώτη αντίδραση υψηλού stress, η οποία οδήγησε σε συμπεριφορές αλληλεγγύης, ηρωισμού για τους λειτουργούς υγείας και σε κάποιες περιπτώσεις κοινοτικής συνοχής και υπευθυνοποίησης, είναι πιθανό να παρατηρήσουμε μεσοπρόθεσμα αισθήματα απογοήτευσης, επεξεργασίας πένθους, ότι τίποτα δεν μπορεί να είναι όπως πριν, επανεργοποίηση παλιών τραυματικών συμβάντων και αναμνήσεων που συνδέονται με την πανδημία».
ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΡΕΙΣ ΟΜΑΔΕΣ «ΕΠΙΖΩΝΤΩΝ» ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ: «Σχηματικά θα λέγαμε ότι υπάρχουν τρεις τύποι “επιζώντων” στο πεδίο:
Η δεύτερη και ιδιαίτερα η τρίτη ομάδα πρέπει να τύχει αναγνώρισης, αξιολόγησης και παρακολούθησης αυτών των ψυχολογικών διαταραχών. Η δε τρίτη ομάδα, πέρα από τη συστηματική αξιολόγηση, θα πρέπει να τύχει και εξειδικευμένης ψυχοκοινωνικής στήριξης».
ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΒΕΙ ΣΗΜΕΡΑ Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ: «Πέρα από τις δράσεις για την ψυχοκοινωνική στήριξη των ατόμων με διαγνωσμένα προβλήματα ψυχικής υγείας, των ηλικιωμένα, των ατόμων με αναπηρίες και χρόνιες ασθένειες, τα οποία καθίστανται ιδιαίτερα ευάλωτα σε μια τέτοια συγκυρία, δεν πρέπει να ξεχνάμε τον προσφυγικό πληθυσμό. Μιλάμε για ευπαθείς ομάδες οι οποίες έχασαν απότομα την πρόσβαση σε βασικά αγαθά όπως τρόφιμα, φαρμακευτική αγωγή, πληροφόρηση. Είναι γνωστό ότι οι προσφυγικοί καταυλισμοί τύπου Μόριας αποτελούν εκτός των άλλων και υγειονομικές ωρολογιακές βόμβες».
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΩΤΗΡΗ ΤΣΙΟΔΡΑ: «Θα πρέπει στην καθημερινή ενημέρωση να παίρνουν μέρος εκπρόσωποι των νοσοκομειακών γιατρών για να αναδεικνύουν τα προβλήματα των νοσοκομείων και το υπουργείο Υγείας να υποχρεώνεται να δώσει άμεσα απαντήσεις. Επίσης, θα πρέπει να συμπεριληφθεί στην ενημέρωση η αντιμετώπιση των προβλημάτων στους προσφυγικούς καταυλισμούς, η διαδικασία προμήθειας διαγνωστικών τεστ σε ευρύτατη κλίμακα σύμφωνα με την οδηγία του ΠΟΥ και, τέλος, η προβολή ιστορικών ανάκαμψης ανθρώπων που προσβλήθηκαν από τον Covid-19 και ανάρρωσαν».
Τελικά κ. Στυλιανίδη τι θα αφήσει πίσω της η κρίση του κορονοϊού στην ψυχική υγεία;
Η κρίση αυτή αποτελεί ένα συλλογικό ψυχικό τραύμα, η επεξεργασία του οποίου θα είναι διαφορετική σε ατομικό, κοινωνικό και πλανητικό επίπεδο. Με την έναρξη της πανδημίας, περάσαμε από τη φάση της αρχικής διάψευσης-άρνησης, ελαχιστοποίησης της επικινδυνότητας της επιδημίας στην απόλυτη επαγρύπνηση, η οποία σηματοδοτήθηκε με αυστηρά μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας. Αυτή η παγκόσμια επαγρύπνηση άγγιξε ορισμένες φορές τα όρια του συλλογικού φόβου, του ακραίου πανικού και στιγματισμού συμπολιτών μας, ακόμη και αποκλεισμό λειτουργών υγείας και από τους οικείους τους επειδή βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή.
Οι συνέπειες στην ψυχική υγεία θα αξιολογηθούν και κλινικά και ερευνητικά, όχι βραχρυπρόθεσμα, αλλά σε ορίζοντα από ένα έως τρία χρόνια. Μετά την πρώτη αντίδραση υψηλού stress, η οποία οδήγησε σε συμπεριφορές αλληλεγγύης, ηρωισμού για τους λειτουργούς υγείας και σε κάποιες περιπτώσεις κοινοτικής συνοχής και υπευθυνοποίησης, είναι πιθανό να παρατηρήσουμε μεσοπρόθεσμα αισθήματα απογοήτευσης, επεξεργασίας πένθους, ότι τίποτα δεν μπορεί να είναι όπως πριν, επανεργοποίηση παλιών τραυματικών συμβάντων και αναμνήσεων που συνδέονται με την πανδημία.
Σχηματικά θα λέγαμε ότι υπάρχουν τρεις τύποι «επιζώντων» στο πεδίο:
– Μια πλειοψηφία ατόμων που κατάφεραν να υπερβούν το συλλογικό αυτό τραύμα με θετικές αντιδράσεις και ενίσχυση της ανθεκτικότητάς τους.
– Μια άλλη κατηγορία ατόμων η οποία παρουσίασε ήπιες αντιδράσεις δυσφορίας (γνωστικές, συναισθηματικές, βιολογικές, κοινωνικές).
– Μια τρίτη, μικρότερη, κοινωνική ομάδα η οποία μπορεί να παρουσιάσει σοβαρές βλάβες μέχρι ανικανότητα (πχ κατάθλιψη, απάθεια, αυτοκτονικότητα, απελπισία, σύγχυση, μειωμένη γνωστική ικανότητα, διαταραχή μετατραυματικού στρες, μόνιμους ψυχαναγκασμούς για τον περιορισμό πιθανής μόλυνσης, παρορμητικότητα, “αυτοθεραπεία” με αλκοόλ, ουσίες, κατάχρηση μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων, ακόμη και σοβαρές ψυχοσωματικές αντιδράσεις).
Η δεύτερη και ιδιαίτερα η τρίτη ομάδα πρέπει να τύχει αναγνώρισης, αξιολόγησης και παρακολούθησης αυτών των ψυχολογικών διαταραχών. Η δε τρίτη ομάδα, πέρα από τη συστηματική αξιολόγηση, θα πρέπει να τύχει και εξειδικευμένης ψυχοκοινωνικής στήριξης.
Το ερώτημα είναι αν το υπάρχον δημόσιο σύστημα ψυχικής υγείας είναι επαρκές να αντιμετωπίσει στοιχειωδώς μία ροή νέων αιτημάτων και περιστατικών τα οποία θα αναδυθούν μετά την παρέλευση της πανδημίας λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υπάρχουσες υπηρεσίες είναι ανεπαρκείς, ασυντόνιστες, με προβλήματα χρηματοδότησης και επαγγελματικής εξουθένωσης των επαγγελματιών ψυχικής υγείας.
Αν τα μέτρα περιορισμού καταστούν αυστηρότερα, τι νέα προβλήματα εκτιμάται πως θα αναδειχτούν;
Ο κόσμος έρχεται αντιμέτωπος με μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Οι συνθήκες απομόνωσης μπορεί να ευνοούν την ενδοοικογενειακή βία και ενδέχεται να υπάρξει περαιτέρω αύξηση της επιθετικότητας εφόσον αυστηροποιηθούν τα μέτρα περιορισμού.
Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι ο κορονοϊός μπορεί να προσβάλει αδιάκριτα όλες τις κοινωνικές τάξεις αλλά οι επιπτώσεις ψυχικής υγείας δεν είναι ίδιες για όλους. Τα ηλικιωμένα και τα μοναχικά άτομα, οι ευπαθείς ομάδες, οι άστεγοι, οι εξαρτημένοι, οι ασθενείς με χρόνια νοσήματα, έχουν χαμηλότερο επίπεδο ψυχικής ανθεκτικότητας και επομένως μπορούν να παρουσιάσουν πιο εύκολα ψυχιατρικά προβλήματα.
Ωστόσο, κάθε μέτρο απαγόρευσης για να εσωτερικευθεί και να ενεργοποιήσει την προσωπική ευθύνη κάθε πολίτη θα πρέπει να νοηματοδοτηθεί και να τεκμηριωθεί επαρκώς προκειμένου να θωρακιστεί συλλογικά η προστασία της δημόσιας υγείας.
Οι πολίτες πρέπει να πειστούν ότι τα μέτρα έχουν νόημα, έχουν καθολική και ισότιμη εφαρμογή και δεν υπάρχουν διακρίσεις.
Για παράδειγμα, η γενική απαγόρευση του κολυμπιού ήταν ένα παράλογο μέτρο και γι αυτό διορθώθηκε μερικώς μετά την κατακραυγή.
Είναι άδικο να κάνει διαγνωστικό τεστ στον ιδιωτικό τομέα όποιος έχει την οικονομική δυνατότητα (με κόστος από 160 έως 300 ευρώ) και οι υπόλοιποι να καλούνται να μείνουν σπίτι όταν τα συμπτώματά τους δεν είναι πολύ σοβαρά και για μια αβέβαιη περίοδο.
Η εργασιακή αβεβαιότητα, με τις πρωτοφανείς διαστάσεις που λαμβάνει μετά το πρώτο κιόλας διάστημα εκδήλωσης της κρίσης, σε τι βαθμό επιδρά στην ψυχική υγεία;
Υπάρχει σαφής επιστημονική τεκμηρίωση ότι η ανεργία, η οικονομική δυσπραγία, η επισφάλεια και ιδιαίτερα τα χρέη επιδρούν αρνητικά στην ψυχική υγεία και ιδιαίτερα στην παρατηρούμενη αύξηση της κατάθλιψης. Πρέπει να αναλογιστούμε ότι σε συνθήκες κρίσης και για όσους εργάζονται, υπάρχει αύξηση της ανασφάλειας και της πίεσης, ενώ πολλοί χάνουν την κοινωνική τους θέση και την ταυτότητά τους με την απώλεια της εργασίας τους.
Το καινοφανές σε αυτό που ζούμε είναι ότι η μια κρίση διαδέχεται την άλλη: Από τα χρόνια του μνημονίου καταλήγουμε στην καραντίνα με προβλέψεις για βαθύτατη ύφεση χωρίς σαφές χρονδιάγραμμα ανάκαμψης. Αυτό δημιουργεί μια τεράστια επισφάλεια για το σχέδιο ζωής καθενός και ιδιαίτερα των πιο ευάλωτων.
Η πολιτεία τι μέτρα πρέπει να λάβει για την ψυχική υγεία εν μέσω κρίσης και κυρίως για το διάστημα μετά από αυτή;
Πέρα από τις δράσεις για την ψυχοκοινωνική στήριξη των ατόμων με διαγνωσμένα προβλήματα ψυχικής υγείας, των ηλικιωμένα, των ατόμων με αναπηρίες και χρόνιες ασθένειες, τα οποία καθίστανται ιδιαίτερα ευάλωτα σε μια τέτοια συγκυρία, δεν πρέπει να ξεχνάμε τον προσφυγικό πληθυσμό. Μιλάμε για ευπαθείς ομάδες οι οποίες έχασαν απότομα την πρόσβαση σε βασικά αγαθά όπως τρόφιμα, φαρμακευτική αγωγή, πληροφόρηση. Είναι γνωστό ότι οι προσφυγικοί καταυλισμοί τύπου Μόριας αποτελούν εκτός των άλλων και υγειονομικές ωρολογιακές βόμβες.
Συνολικότερα για την υγεία, το στοίχημα της επόμενης μέρας ποιο κατά τη γνώμη σας είναι;
Η παρούσα κρίση θέτει επιτακτικά το συνολικό πρόβλημα της αναδιοργάνωσης, επανασχεδιασμού και ισχυρής χρηματοδότησης του συστήματος δημόσιας υγείας στη χώρα μας. Το τρομακτικό έλλειμμα σε κλίνες ΜΕΘ, σε εξειδικευμένο προσωπικό, σε εργαστηριακές εξετάσεις αποτελεί σοβαρή απειλή για την ανθεκτικότητα του δημόσιου συστήματος υγείας. Το αντιπαράδειγμα της Λομβαρδίας, με τις συστηματικές περικοπές σε πόρους και προσωπικό του δημόσιου συστήματος υγείας, την κατάρρευση εκεί της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και τις “επιλεκτικές” συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, πρέπει να μας διδάξει πολλά για την επόμενη μέρα.
Είναι σημαντικό να φύγουμε από την κουλτούρα του επείγοντος και να επανασχεδιάσουμε το ΕΣΥ με σύγχρονους όρους μάνατζμεντ, αποδοτικότητας και, επιτέλους, αποτελεσματικής παροχής υπηρεσιών στις αυξανόμενες ανάγκες του πληθυσμού ιδιαίτερα σε συνθήκες μελλοντικής ύφεσης.
Στο πλαίσιο της διαχείρισης της πανδημίας έγκυροι διεθνείς οργανισμοί ψυχικής υγείας προτείνουν για την ενίσχυση των ατομικών και συλλογικών παραγόντων ανθετικότητας τη στρατηγική της “wholeofsocietyapproach” , δηλαδή τη συνολική προσέγγιση της κοινωνίας προκειμένου να γίνουν αποτελεσματικότερα τα μέτρα δημόσιας υγείας.
Ελπίζω ότι με την εμπειρία διαχείρισης της πανδημίας έγινε κατανοητό σε όλους ότι δεν μπορούμε να δαπανάμε για εξοπλιστικά περισσότερα απ ό,τι για τα δημόσια νοσοκομεία. Η επιβράβευση των “ηρώων με τις άσπρες και τις πράσινες μπλούζες” δεν μπορεί να είναι ευκαιριακή αλλά προϋποθέτει γενναία χρηματοδότηση της δημόσιας υγείας και των αμοιβών των λειτουργών της.
Την ενημέρωση που γίνεται από τους κ. Τσιόδρα και Χαρδαλιά πώς την κρίνετε;
Είναι πολύ σημαντικό που έχει αναλάβει ένας ειδικός, ο καθηγητής κ. Τσιόδρας, την ευθύνη της ενημέρωσης. Είναι επίσης σημαντικό ότι ο συγκεκριμένος ειδικός είναι ήρεμος, έχει ευαισθησία, προσφέρει επιστημονικά τεκμηριωμένη ενημέρωση, βρίσκεται σε διαρκή σύνδεση με ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού και εκτελεί τα καθήκοντά του με νηφαλιότητα και αξιοπιστία.
Ωστόσο, θα πρέπει στην καθημερινή ενημέρωση να παίρνουν μέρος εκπρόσωποι των νοσοκομειακών γιατρών για να αναδεικνύουν τα προβλήματα των νοσοκομείων και το υπουργείο Υγείας να υποχρεώνεται να δώσει άμεσα απαντήσεις. Επίσης, θα πρέπει να συμπεριληφθεί στην ενημέρωση η αντιμετώπιση των προβλημάτων στους προσφυγικούς καταυλισμούς, η διαδικασία προμήθειας διαγνωστικών τεστ σε ευρύτατη κλίμακα σύμφωνα με την οδηγία του ΠΟΥ και, τέλος, η προβολή ιστορικών ανάκαμψης ανθρώπων που προσβλήθηκαν από τον Covid-19 και ανάρρωσαν.
Από το Σάββατο 4 Απριλίου 2020 τέθηκε σε λειτουργία η τηλεφωνική γραμμή ψυχοκοινωνικής υποστήριξης 10306 από το Υπουργείο Υγείας με την συνεργασία του Πανεπιστημίου της Αθήνας (Α’ Πανεπιστημιακή Κλινική Αιγινίτειου Νοσοκομείου), του Χαμόγελου του Παιδιού και της Ομοσπονδίας Φορέων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης και Ψυχικής Υγείας ΑΡΓΩ.
Η γραμμή παρέχει δωρεάν πληροφόρηση, ψυχοκοινωνική υποστήριξη και δυνατότητα παραπομπής σε ειδικές υπηρεσίες την περίοδο της πανδημίας του Covid19.
Η υποστήριξη παρέχεται 24 ώρες το 24ωρο δωρεάν προς όλους τους πολίτες, ενήλικες αλλά και παιδιά και εφήβους, σε άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας, άτομα με αναπηρία, ηλικιωμένους, γονείς και επαγγελματίες υγείας.
Στελεχώνεται από 150 ψυχολόγους, 20 ψυχιάτρους, 30 κοινωνικούς λειτουργούς.
Πηγή: ieidisis.gr