Ανακοίνωση

Η συλλογική αυταπάτη των Χριστουγέννων, της Τασούλας Επτακοίλη (kathimerini.gr)

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γέμισαν φωτογραφίες με χριστουγεννιάτικα δέντρα και αγιοβασίληδες, γιρλάντες έχουν ήδη μπει σε εξώπορτες, λαμπάκια αναβοσβήνουν σε πολλά μπαλκόνια. Γιατί προσπαθούμε να φέρουμε τα Χριστούγεννα… πιο κοντά; Τι σημαίνει αυτό για τον ψυχισμό μας; Ζητήσαμε τη γνώμη τριών ειδικών.

«Ολοι λόγω πανδημίας αισθανόμαστε σε διαρκή απειλή και βιώνουμε, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, μια τραυματική εμπειρία. Επομένως, πολλοί έχουν ανάγκη να δραπετεύσουν από τη ζοφερή πραγματικότητα, την οποία είναι δύσκολο να επεξεργαστούν και να αποκωδικοποιήσουν. Θέλουν να βρεθούν σε μια (έστω και τεχνητή) ατμόσφαιρα που θα ανακαλεί όμορφες στιγμές του παρελθόντος και ταυτόχρονα θα δημιουργεί την ελπίδα για περισσότερες τέτοιες στιγμές στο μέλλον. Λαχταρούν να κινηθούν, προστατευμένοι, σε μια comfort zone – μια ζώνη οικειότητας και ανακούφισης», λέει στην «Κ» ο ψυχίατρος – ψυχαναλυτής Σάββας Σαββόπουλος. «Ομως, ουσιαστικά είναι κι αυτό μέρος της άρνησης. Δεν θέλουμε να αντικρίσουμε κατάματα τον κίνδυνο της νόσου και του θανάτου και στρέφουμε το βλέμμα μας στο όνειρο. Οποιος επιλέξει αυτή την ψευδαίσθηση, λοιπόν, θα ανακουφιστεί προσωρινά, δεν θα είναι επαρκώς προετοιμασμένος για μια άσχημη έκβαση των πραγμάτων. Κι αν δει κάποιον δικό του άνθρωπο να αρρωσταίνει ή να πεθαίνει, θα νιώσει ακόμη πιο άδειος και απειλούμενος».

Ούτε ο ψυχίατρος Νίκος Μανούσης εκπλήσσεται με το φαινόμενο. «Η απειλή της νόσησης και του θανάτου φαντάζει πιο απειλητική από ποτέ. Η θλίψη, η στενοχώρια, ο μαρασμός, η αγωνία, το άγχος και ο εγκλεισμός ζητούν διέξοδο στη γιορτή, στα Χριστούγεννα που είναι συνυφασμένα με την αγάπη, την προσφορά, τη θαλπωρή, την οικογένεια, την παιδική ηλικία και τις διακοπές. Η λέξη “Χριστούγεννα” από μόνη της σηματοδοτεί την έλευση του Θεανθρώπου και μας οδηγεί υποσυνείδητα σε μια νέα αρχή, σε ένα καινούργιο ξεκίνημα. Είναι απολύτως φυσιολογικό και ερμηνεύσιμο, λοιπόν, στις ειδικές και ιδιαίτερες σημερινές συνθήκες –στέρηση των διαπροσωπικών επαφών, μη κανονικότητα στον χώρο της εργασίας, περιορισμός των εξόδων– το συναίσθημα της ανυπομονησίας να είναι εντονότερο. Τα φετινά Χριστούγεννα θα είναι για όλους μας διαφορετικά, αλλά θα πρέπει να έχουν ένα βαθύτερο νόημα, το οποίο καθένας μας οφείλει να το αναζητήσει μέσα του».

Τη δική του εξήγηση δίνει ο Στέλιος Στυλιανίδης, ψυχίατρος – ψυχαναλυτής, καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο: «Είναι αυτό που στην ψυχανάλυση ονομάζεται συλλογική υπομανιακή άμυνα απέναντι στην επικείμενη κατάθλιψη. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και την παραμονή του lockdown, όταν όλοι είχαν ξεχυθεί στους δρόμους. Πρόκειται για μια φυγή προς τα μπρος, προς μια χαρά που δεν μπορεί να έρθει, μια χαρά αναγκαστικά εσωτερικευμένη, μια και η πραγματικότητα τη δυσκολεύει. Την περιμένουμε σαν σύμβολο, λοιπόν. Λαχταράμε να έρθουν τα Χριστούγεννα, να είμαστε πιο κοντά, να είμαστε ανέμελοι. Κυριαρχεί η σκέψη ότι όλα θα είναι όπως πριν. Είναι μια ομαδική αυταπάτη…».

Πηγή: kathimerini.gr

Στέλιος Στυλιανίδης στο iEidiseis: Βρισκόμαστε μπροστά σε μια πανδημία ψυχικής υγείας

Πηγή: ieidiseis.gr

Συνέντευξη στον Βασίλη Σκουρή

Δραματική προειδοποίηση από τον κορυφαίο καθηγητή κοινωνικής ψυχιατρικής στο Πάντειο, ψυχίατρο-ψυχαναλυτή και επιστημονικό σύμβουλο της ΕΠΑΨΥ.

«Τα μέτρα πρέπει να βγάζουν νόημα για να μπορούν να εσωτερικευθούν», τονίζει ο καθηγητής κοινωνικής ψυχιατρικής στο Πάντειο, ψυχίατρος-ψυχαναλυτής, επιστημονικός σύμβουλος ΕΠΑΨΥ Στέλιος Στυλιανίδης.

Παρουσιάζει τα πιο πρόσφατα ερευνητικά δεδομένα για την ψυχική υγεία τον καιρό της πανδημίας και σημειώνει ότι έχουμε αργήσει πολύ για τη διαμόρφωση στρατηγικής πρόληψης και αποτελεσματικής αντιμετώπισης της πανδημίας ψυχικής υγείας που έρχεται.

Τι σημαίνει το δεύτερο lockdown για τον συλλογικό ψυχισμό;

Κατά τη διάρκεια του πρώτου lockdown, σύμφωνα με στοιχεία έρευνας της ΔιαΝΕΟσις, οι Ελληνες παρουσίασαν εντυπωσιακά υψηλά ποσοστά αισιοδοξίας. Πάνω από το 86% του πληθυσμού είχε αίσθηση αυτοπεποίθησης απέναντι σε ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο, την πανδημία, αισιοδοξία και ταυτόχρονα αφέλεια: Ανάμεσα από τις γραμμές αναδυόταν η συλλογική αυταπάτη ότι κατά τον Σεπτέμβριο του 2020 θα είχαμε ξεμπερδέψει.

Ένας άλλος παράγοντας είναι καθοριστικός για την ερμηνεία των τότε αποτελεσμάτων: Η πεποίθηση ότι για την πανδημία δεν φταίμε εμείς αλλά ένας εξωτερικός εχθρός τον οποίο ενωμένοι αντιμετωπίζουμε με ενισχυμένη συλλογική συνοχή και αυτοπεποίθηση.

Τώρα, στο δεύτερο κύμα της πανδημίας, με στοιχεία της ΔιαΝΕΟσις τον Σεπτέμβριο το ποσοστό της αισιοδοξίας μειώνεται κατακόρυφα στο 57% με εμφανή μείωση της εμπιστοσύνης, αύξηση φόβου μόλυνσης και διχασμό απέναντι στις αποφάσεις για τα μέτρα. Στοιχεία από την ίδια έρευνα δείχνουν ότι το 55,4% έχει χειρότερη ψυχολογική διάθεση, το 76% έχει μειώσει καθοριστικά τη συμμετοχή σε κοινωνικές εκδηλώσεις και συναναστροφές.

Πριν από το τωρινό lockdown είχε ήδη βαθύνει η συνειδητοποίηση της διάρκειας και της έκτασης του φαινομένου, όπως και ο φόβος για την αβέβαιη παράταση μέχρι την οριστική αντιμετώπισή του

Συμπερασματικά: Πριν από το τωρινό lockdown είχε ήδη βαθύνει η συνειδητοποίηση της διάρκειας και της έκτασης του φαινομένου, όπως και ο φόβος για την αβέβαιη παράταση μέχρι την οριστική αντιμετώπισή του.

Έχω τη στέρεη πεποίθηση ότι αυτά τα ποσοστά θα χειροτερεύουν με την πάροδο του χρόνου, με αύξηση του άγχους, του φόβου, της αβεβαιότητας, της οικονομικής ανασφάλειας και του στρες

Έχω τη στέρεη πεποίθηση ότι αυτά τα ποσοστά θα χειροτερεύουν με την πάροδο του χρόνου, με αύξηση του άγχους, του φόβου, της αβεβαιότητας, της οικονομικής ανασφάλειας και του στρες.

Παίζει ρόλο η ποιότητα διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης;

Ασφαλώς. Η αντιφατικότητα, οι παλινωδίες, οι ανακολουθίες και η ασυνέπεια στις αναγγελίες των μέτρων μειώνουν την ανθεκτικότητα του πληθυσμού, εμποδίζουν την εσωτερίκευσή τους μέσα από μια επαρκή λειτουργία νοηματοδότησης και ενισχύουν την καχυποψία που μπορεί να φτάσει μέχρι και σε θεωρίες συνωμοσίας, την απαισιοδοξία, τον θυμό, τον φόβο και την αβεβαιότητα. Για παράδειγμα, η ανεπαρκής ενίσχυση των ΜΜΜ σε όλο το διάστημα που μεσολάβησε από το πρώτο lockdown, ο αριθμός των μαθητών ανά σχολική αίθουσα και οι ελλείψεις προσωπικού για τον καθαρισμό των σχολείων, τα χαμηλά ποσοστά τηλεργασίας, συνωστισμός σε εκκλησίες, τα πολύ χαμηλά ποσοστά χρησιμοποίησης στοχευμένων τεστ σε ευπαθείς ομάδες πληθυσμού, το κόστος πραγματοποίησής τους, οι τραγικές ελλείψεις μόνιμου προσωπικού στο ΕΣΥ για την κάλυψη και των ΜΕΘ, η μη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση της επαγγελματικής εξουθένωσης (burn out) του υγειονομικού προσωπικού μετά τους ύμνους στους «ήρωες», όλα αυτά αποτελούν στοιχεία που επηρεάζουν καθοριστικά τη στάση της κοινωνίας.

Τι θα έπρεπε να κάνει η κυβέρνηση;

Απέναντι σε ένα διαρκές τραυματικό γεγονός, όπως αυτό της πανδημίας, το οποίο εγκαθίσταται σε ένα ήδη κουρασμένο από τη δεκαετή κρίση κοινωνικό σώμα, η πολιτεία οφείλει με ειλικρίνεια και διαφάνεια να προτείνει μια δέσμη συνεκτικών μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας τα οποία να βγάζουν νόημα. Όταν οι κοινωνικοί δεσμοί αδυνατίζουν, η επικοινωνία γίνεται «ασώματη», τα εξωτερικά σημεία αναφοράς ρευστά και αβέβαια, η σχέση με το άγχος θανάτου καθημερινή, τότε είναι καθοριστική η σημασία μιας αποφασιστικής ηγεσίας που να ακολουθεί στο σωστό χρόνο τις εισηγήσεις των ειδικών. Ούτε πριν ούτε μετά. Διαφορετικά, η διάχυτη καχυποψία υπερβαίνει τις δυνατότητες του ψυχισμού να επεξεργαστεί τόσο μεγάλη εντροπία και ασάφεια.

Ο χώρος και ο χρόνος, τόσο ατομικά όσο και συλλογικά, ανατρέπονται, συγχέονται, δεν αποτελούν πια τα καθημερινά σημεία αναφοράς τα οποία λειτουργούν ως αυτο-ηρεμιστική διαδικασία, και ατομικά και συλλογικά.

Η μαζική έξοδος του κόσμου στους δρόμους την Παρασκευή φαίνεται ότι είναι δείκτης ισχυρής εκφόρτισης ενός συλλογικού άγχους και φόβου πριν από το κλείσιμο και μιας προσωρινής υπομανιακής ψυχικής κίνησης η οποία ενισχύει την αυταπάτη μιας δήθεν κανονικότητας. Όλα, έστω για μια μέρα, είναι όπως πριν

Η μεγάλη κίνηση στους δρόμους την παραμονή του lockdown τι δείχνει;

Η μαζική έξοδος φαίνεται ότι είναι δείκτης ισχυρής εκφόρτισης ενός συλλογικού άγχους και φόβου πριν από το κλείσιμο και μιας προσωρινής υπομανιακής ψυχικής κίνησης η οποία ενισχύει την αυταπάτη μιας δήθεν κανονικότητας. Όλα, έστω για μια μέρα, είναι όπως πριν. Θα λέγαμε ότι, στιγμιαία, είναι μια προσπάθεια επιφανειακής επούλωσης του συλλογικού τραύματος. Βέβαια, αυτή η συμπεριφορά δείχνει και έλλειμμα εμπιστοσύνης απέναντι στο σύστημα που υπαγορεύει τη συνθήκη εγκλεισμού.

Η πανδημία, σε τελική ανάλυση, ποιες επιπτώσεις έχει στην ψυχική υγεία;

Υπάρχουν πρόσφατες μελέτες, όπως η πανευρωπαϊκή COH-FIT η οποία διεξάγεται και στη χώρα μας με πρωτοβουλία της Β Ψυχιατρικής κλινικής του ΑΠΘ υπό τον καθηγητή ψυχιατρικής Β. Μποζίκα (το διάστημα από 26-4 έως τέλος Ιουνίου σε 7.467 άτομα, με διάμεση ηλικία αντρών τα 42 έτη και γυναικών τα 40).

Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της μελέτης υπό τον καθηγητή Μποζίκα δείχνουν εντυπωσιακή αύξηση των επιπέδων του στρες και στα δύο φύλα κατά 20 μονάδες τις τελευταίες δύο εβδομάδες συγκριτικά με το ανάλογο διάστημα πριν από την πανδημία. Υψηλότατα είναι τα ποσοστά του στρες στους ηλικιωμένους άνω των 65 ετών (96,32%)

Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα δείχνουν εντυπωσιακή αύξηση των επιπέδων του στρες και στα δύο φύλα κατά 20 μονάδες τις τελευταίες δύο εβδομάδες συγκριτικά με το ανάλογο διάστημα πριν από την πανδημία. Υψηλότατα είναι τα ποσοστά του στρες στους ηλικιωμένους άνω των 65 ετών (96,32%).

Άλλα ενδιαφέροντα ευρήματα αυτής της μελέτης είναι η αύξηση των επιπέδων της μοναξιάς του πληθυσμού με επιδείνωση που αγγίζει το 69,62%, με εντυπωσιακή αύξηση στα ηλικιωμένα άτομα (96,15%).

Επίσης, η αύξηση των επιπέδων του θυμού με επιδείνωση κατά 71% σε σύγκριση με το ανάλογο διάστημα πριν από την πανδημία. Υψηλότερα είναι τα επίπεδα θυμού στους νεαρούς ενήλικες και ακόμη περισσότερο στους ηλικιωμένους άνω των 65 ετών.

Για να πούμε και κάτι αισιόδοξο, παρατηρήθηκε βελτίωση της κοινωνικά επωφελούς συμπεριφοράς (αλληλεγγύης) σε σύγκριση με την προ πανδημίας περίοδο.

Σημειώνεται, εξάλλου, ότι η αύξηση της χρήσης του ίντερνετ, των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των ΜΜΕ άγγιξε το 84,7%.

Από διάφορες έρευνες στο εξωτερικό συγκλίνουν τα ευρήματα αύξησης του άγχους, της κατάθλιψης, της χρήσης ουσιών και της ενδοοικογενειακής βίας, αλλά επίσης της αυτοκτονικότητας των νέων.

Οι κοινωνικές ανισότητες, η εργασιακή ανασφάλεια, η φτωχοποίηση και η οικονομική δυσπραγία συνδέονται με την αύξηση του χρόνιου στρες το οποίο εγκαθίσταται σε προϋπάρχον έδαφος από την οικονομική κρίση.

Χρόνια νοσήματα όπως η υπέρταση, η παχυσαρκία, οι δυσλιπιδαιμίες, ο διαβήτης τύπου 2, τα αυτοάνοσα νοσήματα, το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης και πόνου, οι διαταραχές διατροφής, οι σωματοποιήσεις του στρες μπορεί να συνδυάζονται με την προαναφερθείσα ψυχιατρική παθολογία. Κάποιες φορές συμπλέκονται με επικίνδυνες κα παραβατικές συμπεριφορές (επιθετικότητα, επικίνδυνη οδήγηση, αντικοινωνική συμπεριφορά). Όλα αυτά μαζί, στοιχεία μιας γενικότερης ψυχοσωματικής ευαλωτότητας, συνθέτουν την απαισιόδοξη πρόβλεψη έκλυσης μιας πανδημίας ψυχικής υγείας.

Τι να κάνουμε;

Στο πρώτο κύμα της πανδημίας αποδείχτηκαν σαν αποτελεσματικές στρατηγικές αυτά που όλοι ξέρουμε: Άσκηση, ελεγχόμενη χρήση διαδικτύου, χόμπι, άμεση κοινωνική επαφή με αποστάσεις, εργασία στο σπίτι, υπεύθυνη ενημέρωση και, κυρίως, ενίσχυση της κοινωνικής αλληλεγγύης και της φροντίδας προς τον συνάνθρωπο.

Η υγειονομική κρίση σε συνδυασμό με την ισχυρή οικονομική στήριξη από την ΕΕ μας δίνει τη δυνατότητα να επανασχεδιάσουμε και να ενισχύσουμε το δημόσιο σύστημα υγείας δίνοντας έμφαση και σε στοχευμένες δράσεις ψυχικής υγείας

Η υγειονομική κρίση σε συνδυασμό με την ισχυρή οικονομική στήριξη από την ΕΕ μας δίνει τη δυνατότητα να επανασχεδιάσουμε και να ενισχύσουμε το δημόσιο σύστημα υγείας δίνοντας έμφαση και σε στοχευμένες δράσεις ψυχικής υγείας. Για παράδειγμα, ενίσχυση των ανεπαρκών κοινοτικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας (κέντρα ψυχικής υγείας, κέντρα ημέρας, κινητές μονάδες αστικού και αγροτικού τύπου), δράσεις προαγωγής και αγωγής ψυχικής υγείας, ιδιαίτερα για παιδιά και εφήβους, στοχευμένες δράσεις με πρότυπο καλές πρακτικές της ΕΕ για αντιμετώπιση της κατάθλιψης και πρόληψη της αυτοκτονικότητας και, τέλος, συστηματική ψυχολογική στήριξη των λειτουργών του συστήματος υγείας. Έχουμε ήδη αργήσει πολύ.

Το βασικό πρόταγμα είναι η στρατηγικής της «whole society approach», όπως προτείνει και ο ΠΟΥ, δηλαδή της δημιουργίας ισχυρών κοινοτικών δικτύων κοινωνικής αλληλεγγύης.

Δεν μπορεί να υπάρξει οικονομική ανάκαμψη χωρίς γενναία επένδυση στην υγεία, στην ψυχική υγεία και στην καινοτομία.