Η ακούσια νοσηλεία ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας αποτελεί αμφιλεγόμενο ζήτημα στην παροχή ψυχιατρικής φροντίδας, κυρίως λόγω των περιορισμών που επιβάλλει στην ελευθερία των ασθενών αυτών.
Κατά την άσκηση του μέτρου αυτού, ανακύπτουν σημαντικά ζητήματα εξαιτίας της δυσκολίας να εξισορροπηθούν τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα του ασθενούς, η δημόσια ασφάλεια και η ανάγκη για θεραπεία.
Επιδημιολογικές μελέτες σε χώρες της Ευρώπης στοιχειοθετούν σημαντική ποικιλομορφία ως προς τη συχνότητα των ακούσιων νοσηλειών (ενδεικτικά 3,2% στη Πορτογαλία, 4,6% στη Δανία,13,5% στο Ηνωμένο Βασίλειο), η οποία μπορεί να αποδοθεί σε διαφορές ανάμεσα στα κράτη – μέλη ως προς το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, την επικρατούσα ψυχιατρική κουλτούρα, τη διάρθρωση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας, την διαθεσιμότητα εναλλακτικών μορφών φροντίδας, τα χαρακτηριστικά των ασθενών, το βαθμό κοινωνικής συνοχής, καθώς και ως προς ευρύτερους κοινωνικο-οικονομικούς δείκτες.
Ωστόσο οφείλουμε να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με πρόσφατες επιστημονικές έρευνες, υπάρχει μια αυξητική τάση των ακουσίων νοσηλειών σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, κάτι που αρχίζει να συνειδητοποιείται δυστυχώς με μεγάλη καθυστέρηση ως πρόβλημα δημόσιας υγείας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την ηγεσία της Eυρωπαϊκής Eπιτροπής.
Υπάρχει ευρεία συναίνεση στη διεθνή επιστημονική κοινότητα προκειμένου το μέτρο της ακούσιας νοσηλείας να χρησιμοποιείται σε εξαιρετικές περιπτώσεις ως έσχατη λύση για θεραπεία του ασθενούς, σε δύσκολα κλινικά περιστατικά με έντονη αυτό και ετερο-καταστροφικότητα η σε συνθήκες εγκατάλειψης σοβαρά παλινδρομημένων ασθενών και όχι ως «μέτρο ρουτίνας» και κοινωνικός αυτοματισμός, όπως συμβαίνει στη χώρα μας.
Παρά τις υπάρχουσες διαφορές, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να συγκριθούν τα ποσοστά αυτά με την κατάσταση στη χώρα μας, μετά την καταδίκη της στο Συμβούλιο της Ευρώπης για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και χρήση περιοριστικών μέτρων (μηχανικές και χημικές καθηλώσεις) σε ασθενείς που νοσηλεύονται με εισαγγελική εντολή.
Η συνεχιζόμενη πολυκεντρική Μελέτη των Ακουσίων Νοσηλειών στην Ελλάδα (Μ.Α.Ν.Ε.), με την επιστημονική ευθύνη του υπογράφοντος, διεξάγεται σε Αθήνα , Θεσσαλονίκη και Αλεξανδρούπολη, με τη συμμετοχή 5 Πανεπιστημιακών τμημάτων της χώρας, της ΕΠΑΨΥ και την επιστημονική στήριξη διεθνούς κύρους εμπειρογνωμόνων, τεκμηριώνει αρχικά τα υψηλά ποσοστά των αναγκαστικών νοσηλειών (50-65%) στα μεγάλα αστικά κέντρα (εκτός της Θράκης) επί του συνόλου των ψυχιατρικών νοσηλειών στα Ψυχιατρικά Νοσοκομεία και στα Ψυχιατρικά Τμήματα των Γενικών Νοσοκομείων.
Πρόκειται για μία συστημική δυσλειτουργία της άσκησης της ψυχιατρικής στην Ελλάδα, η οποία συνδέεται με παράγοντες κλινικούς (διαχείριση επιθετικότητας, διαχείριση υποτροπών) πολιτισμικούς (στίγμα, ασυλική ψυχιατρική κουλτούρα), θεσμικούς και οργανωτικούς (διακοπή της φαρμακευτικής αγωγής και του συνεχούς της φροντίδας στη κοινότητα, φαινόμενο «περιστρεφόμενης πόρτας», δηλ. επανεισαγωγή των ίδιων των ασθενών χωρίς ψυχοκοινωνική στήριξη, έλλειμμα εναλλακτικών της νοσηλείας τομεοποιημένων δομών κοινοτικής ψυχικής υγείας και αντιμετώπισης της κρίσης, κενά στο συντονισμό και την ηγεσία ενός αθροίσματος υπηρεσιών που δεν λειτουργεί ως συνεκτικό σύστημα απαντώντας στις διογκούμενες ανάγκες ψυχικής υγείας του πληθυσμού, ιδιαίτερα των παιδιών και εφήβων).
Ενώ οι διεθνείς θεσμοί ψυχικής υγείας (Π.Ο.Υ, 2019, Παγκόσμια Ψυχιατρική Εταιρία, 2020) προτείνουν συγκεκριμένες κατευθυντήριες οδηγίες για περιορισμό των εισαγγελικών παραγγελιών, για αποφυγή χρήσης περιοριστικών μέτρων κατά την νοσηλεία, ενίσχυση των μηχανισμών συνηγορίας και συμμετοχής των συλλόγων των οικογενειών και των ληπτών στον έλεγχο και την αξιολόγηση της ποιότητας της ψυχιατρικής φροντίδας, όλο και περισσότεροι συμπολίτες μας που υποφέρουν από ψυχικές ασθένειες οδηγούνται με χειροπέδες στο Δρομοκαΐτειο, στο Δαφνί, στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης και στα ψυχιατρικά τμήματα των γενικών νοσοκομείων, που θα έπρεπε να λειτουργούν με κοινοτικό προσανατολισμό στο πλαίσιο της τομεοποίησης. Εκεί, μπορεί να υποστούν μηχανική καθήλωση (1:4 σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία) και άλλες ταπεινώσεις, ακόμη, όπως συνέβη προ ολίγων ετών όχι για πρώτη φορά, και να καούν δεμένοι με ιμάντες.
Εξάλλου, η χώρα μας έχει υπογράψει τη Σύμβαση για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (CRPD) του ΟΗΕ στις 31/5/2012. Οι ισχύουσες ψυχιατρικές πρακτικές για τις ακούσιες νοσηλείες μας αφήνουν για πολλοστή φορά έκθετους απέναντι στις διεθνείς δεσμεύσεις μας.
Οι μνημονιακές δεσμεύσεις δεν υπάρχουν πια. Ποτέ δεν ήταν η πραγματική δικαιολογία για την αισθητή επιδείνωση των ακούσιων νοσηλειών, αφού η παράλληλη λειτουργία της ασυλικής και της κοινοτικής ψυχιατρικής έχει υψηλότερο κόστος, όχι μόνο οικονομικό αλλά και ανθρώπινο, από την πλήρη κατάργηση και μετασχηματισμό των ψυχιατρικών ιδρυμάτων. Οι Ιταλοί, οι Αγγλοι, οι Ισπανοί, οι Αυστραλοί, έχουν πολλά να μας πουν πάνω σ’ αυτό. Η ιστορική εμπειρία της Τεργέστης ,συνεργαζόμενο κέντρο του ΠΟΥ για διάχυση καλών πρακτικών, έχει πρόσφατα ποσοστά αναγκαστικών νοσηλειών μικρότερα του 1% στη περιοχή ευθύνης της.
Έχοντας συμβάλλει ουσιαστικά στην κατάργηση και τον μετασχηματισμό σε ένα σύγχρονο δίκτυο υπηρεσιών ψυχικής υγείας για παιδιά και εφήβους του Παιδοψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής (Νταού Πεντέλης), γνωρίζω βιωματικά πόσο δύσκολο είναι να ξεπεραστούν αντιστάσεις και πιέσεις συμφερόντων που δίνουν λυσσαλέα μάχη υπέρ της αντιμεταρρύθμισης και του αναχρονισμού. Γνωρίζω, όμως, επίσης ότι οι αναγκαίες αλλαγές είναι εφικτές, εφ΄ όσον υπάρχει πολιτική βούληση, όραμα, πόροι και σχέδιο.
Σήμερα, δεν υπάρχει κανένα άλλοθι για το πάγωμα της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης που καρκινοβατεί. Η απουσία μνημονιακών καταναγκασμών επιβάλλει βήματα μπροστά, πόσο μάλλον από μια κυβέρνηση που δηλώνει μεταρρυθμιστική.
«Μόνο 1% των πόρων που ξοδεύονται για την πρόνοια και την υγεία, πηγαίνει στην ψυχική υγεία, την ώρα που έχουμε ραγδαία αύξηση των ψυχικών ασθενειών» είπε μιλώντας στην πρώτη εκπομπή του Tvxs.gr στο Κόκκινο 105,5 ο καθηγητής και ψυχίατρος Στέλιος Στυλιανίδης, χτυπώντας ηχηρά το καμπανάκι, για την πρόθεση μιας ομάδας εργασίας, να δώσει το πράσινο φως σε ιδιώτες, ώστε να χορηγούν δικαιολογητικά για αναγκαστικές νοσηλείες ασθενών.
«Οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα ψυχιατρικά νοσοκομεία και κλινικές είναι μεγάλες . Στη χώρα μας έχουμε αρνητικό ρεκόρ σε αναγκαστικές νοσηλείες. 50 – 65% των νοσηλειών γίνονται με αναγκαστική νοσηλεία. Δεν καταλαβαίνουμε τι σημαίνει να χάνει την ελευθερία του ένας άνθρωπος και να μεταφέρεται με συνοδεία αστυνομίας και αλυσίδες στο νοσοκομείο.
Υπάρχει ένα σχέδιο νόμου που έγινε επί ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο δυστυχώς δεν έχει προχωρήσει, που λέει επιτέλους ότι η μεταφορά πρέπει να γίνεται με ΕΚΑΒ ψυχιατρικό όπως σε όλες τις χώρες του κόσμου. δυστυχώς μεσολάβησαν οι εκλογές. Το σχέδιο νόμου δεν έγινε νόμος και τώρα έχουμε το εξής ανησυχητικό: Υπάρχει μια μικρή ομάδα εργασίας στην Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία, η οποία προτείνει μια τροποποίηση του σχέδιου νόμου του ΣΥΡΙΖΑ που ήταν προς τη θετική και δημοκρατική κατεύθυνση και φέρνει στο προσκήνιο, να γίνονται οι αναγκαστικές νοσηλείες και από πιστοποιητικά ιδιωτών ψυχιάτρων. Δηλαδή υπάλληλοι ιδιωτικών κλινικών, θα μπορούν να κρίνουν «αμερόληπτα» αν χρειάζεται κάποιος αιτιολογημένα, για να του στερηθεί η ελευθερία για να μπει ένα τρίμηνο μέσα»
Είναι γνωστό ότι η πανδημία έχει επηρεάσει την ψυχική υγεία εκατομμυρίων ανθρώπων. Ισχυρές ενδείξεις από τις μέχρι τώρα διεθνείς και ελληνικές έρευνες τεκμηριώνουν ότι έχουμε και θα έχουμε συνεχή αύξηση των αγχωδών διαταραχών, της κατάθλιψης, των εξαρτήσεων και της ενδοοικογενειακής βίας.
Θα αποτελέσει, άραγε, η παγκόσμια κρίση σε επίπεδο ψυχικής υγείας μια νέα πανδημία;
Τα δεδομένα δεν εμπνέουν αισιοδοξία:
1. Σε παγκόσμιο επίπεδο υπάρχουν έρευνες που δείχνουν χάσμα μεταξύ των τεράστιων αναγκών για ψυχιατρική φροντίδα και ψυχολογική υποστήριξη και των παρεχόμενων απαντήσεων. Πρόσφατες έρευνες στην Ινδία και στην Κίνα αποδεικνύουν ότι το 80% των ατόμων που πάσχουν από οποιουδήποτε τύπου ψυχιατρική διαταραχή δεν δέχεται καμία θεραπεία. Στη χώρα μας, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 25%. 2. Οταν η θεραπεία είναι προσβάσιμη, η ποιότητά της είναι φτωχή. Πρόσφατα στοιχεία του ΠΟΥ δείχνουν ότι μεταξύ των ατόμων που πάσχουν από μείζονα καταθλιπτική διαταραχή έχουν μια έστω και ελάχιστη θεραπευτική απάντηση σε ποσοστά 22,4% για τις αναπτυγμένες χώρες, 11,4% για τις αναπτυσσόμενες και 3,7% για τις χώρες με το χαμηλότερο ΑΕΠ. Στην ουσία, οι άνθρωποι μένουν χωρίς θεραπεία, κάτι που αποδεικνύει “δεν υπάρχει υγεία χωρίς ψυχική υγεία” είναι κενό περιεχομένου. 3. Οταν μιλάμε για θεραπεία δεν αναφερόμαστε μόνο στη φαρμακευτική αγωγή λόγω της επικράτησης του βιοϊατρικού μοντέλου, αλλά αναφερόμαστε σε ψυχοθεραπεία και σε πολλαπλές μορφές ψυχοκοινωνικής υποστήριξης και αποκατάστασης. 4. Οι πόροι που επενδύονται στην ψυχική υγεία εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά πενιχροί. Μόνο το 1% του προϋπολογισμού της υγείας και πρόνοιας προορίζεται για υπηρεσίες ψυχικής υγείας παγκοσμίως. 5. Οι παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε ψυχιατρικά πλαίσια αποτελούν μέχρι σήμερα ένα στίγμα για τον παγκόσμιο πολιτισμό. Για παράδειγμα, στη χώρα μας 50-65% του συνόλου των ψυχιατρικών νοσηλειών γίνονται με εισαγγελική παραγγελία και ένας στους τέσσερις ασθενείς, βάσει πρόσφατων ερευνητικών στοιχείων, καθηλώνεται μηχανικά.
Ποια είναι τα εμπόδια που μπορούν να εξηγήσουν τη θλιβερή αυτή εικόνα;
Οι κοινωνικές παράμετροι παραμένουν βάσει παγκόσμιων μελετών καθοριστικές για την επιδείνωση της ψυχικής υγείας: Οι κοινωνικές ανισότητες, η απόλυτη και σχετική φτώχεια, το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, το μεταναστευτικό και προσφυγικό πρόβλημα, η ταχεία και ανεξέλεγκτη αστικοποίηση.
Η πολιτική βούληση παραμένει εκτός ορισμένων εξαιρέσεων πολύ περιορισμένη για την ατζέντα της ψυχικής υγείας: Τα κινήματα των οικογενειών των ασθενών και των επαγγελματιών που υπερασπίζονται την υπόθεση της ψυχικής υγείας παραμένουν κατακερματισμένα, με αντιφατικά αιτήματα και χωρίς αποτελεσματικό συντονισμό. Οι λήπτες υπηρεσιών ψυχικής υγείας δεν είναι οργανωμένοι σε ομάδες πίεσης ισχυρές και αποτελεσματικές. Η πλειοψηφία των πολιτικών, των διοικητικών ακόμη και των δωρητών συνεχίζουν να πιστεύουν, λανθασμένα, ότι οι επενδύσεις για καινοτόμες παρεμβάσεις στην ψυχική υγεία δεν είναι cost-effective.
Οι πόροι είναι ανεπαρκείς δεδομένου ότι το ειδικό βάρος των ψυχιατρικών παθολογιών έχει αυξηθεί κατά 50% τα τελευταία 25 χρόνια. Οι λιγοστοί πόροι επενδύονται συχνά με τρόπο αναποτελεσματικό (πχ διατήρηση κοστοβόρων ψυχιατρικών ασύλων παράλληλα με κοινοτικό σύστημα ψυχικής υγείας) και οι υπηρεσίες παραμένουν συγκεντρωμένες στις μεγάλες πόλεις και τα μεγάλα ιδρύματα. Η επιτροπή του περιοδικού Lancet για την Παγκόσμια Ψυχική Υγεία προτείνει ότι ο προϋπολογισμός για την ψυχική υγεία πρέπει να υπερβαίνει το 5-10% σε σχέση με το συνολικό budget για την υγεία.
Αυτό που διεθνώς ορίζεται ως “moral case”, δηλαδή το ηθικό πρόβλημα παραβιάσεως των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ψυχικά πασχόντων, παραμένει υποβαθμισμένο παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες χώρες έχουν συνυπογράψει τη σύμβαση του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (CRPD, 2012). Εκτός από νησίδες ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στον κόσμο, οι ασθενείς που πάσχουν από σοβαρά ψυχιατρικά προβλήματα παραμένουν ευάλωτοι, στιγματισμένοι, θύματα διακρίσεων, αποκλεισμένοι, εγκαταλελειμμένοι, εγκλεισμένοι
Η προσπάθεια σύνδεσης και απαρτίωσης των υπηρεσιών της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας ως πύλης εισόδου των ψυχιατρικών ασθενών στο σύστημα υγείας με τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας παραμένει προβληματική. Οι λειτουργοί της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας έχουν τεράστιο φορτίο, καθημερινά, και δεν απολαμβάνουν της υποστήριξης και εποπτείας απο την πλευρά των λειτουργών ψυχικής υγείας.
Η επένδυση, ποσοτική και ποιοτική, στις κοινοτικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας προκειμένου να αντικαταστήσουν πλήρως τη λειτουργία των ασύλων και να μειώσουν τις υποτροπές, το βάρος των οικογενειών και τις αναγκαστικές νοσηλείες παραμένει ανεπαρκέστατη. Η μακρόχρονη παράλληλη λειτουργία ασυλικού και κοινοτικού συστήματος ψυχιατρικής φροντίδας δίνει ένα λανθασμένο μήνυμα: Τις αποτυχίες των κοινοτικών υπηρεσιών τις ξεφορτώνουμε στα ψυχιατρικά άσυλα οι λειτουργοί των οποίων δικαίως παραπονιούνται ότι γίνονται αποθήκες ψυχών λόγω της δυσλειτουργίας του συστήματος.
Συμπερασματικά:
Οι προκλήσεις είναι μπροστά μας και μπορούμε να τις αντιμετωπίσουμε σε πλανητικό και εθνικό επίπεδο, επενδύοντας έξυπνα και δημιουργικά τα δημοσιονομικά περιθώρια που δημιουργούνται λόγω της πανδημίας. Οι προϋποθέσεις για να γίνει μια ιστορική αλλαγή είναι οι εξής:
Η εγκατάλειψη του βιοϊατρικού μοντέλου προς όφελος μιας πολυδιάστατης ψυχοκοινωνικής προσέγγγισης.
Η προαγωγή πολιτικών πρόληψης και αγωγής ψυχικής υγείας, ιδιαίτερα σε παιδιά και εφήβους.
Η υιοθέτηση καινοτόμων πρακτικών κοινοτικής ψυχιατρικής φροντίδας στη βάση τεκμηριωμένων διεθνών καλών πρακτικών: Εγκαιρη παρέμβαση στην ψύχωση, κατ οίκον ψυχιατρική φροντίδα, πρακτικές κοινωνικής και εργασιακής επανένταξης, ενίσχυση των τοπικών συστημάτων υγείας και ψυχικής υγείας σε συνεργασία με την αυτοδιοίκηση.
Οριστική κατάργηση και μετασχηματισμός των ασύλων σε ένα σύγχρονο δίκτυο κοινοτικής ψυχιατρικής.
Προαγωγή της συμμετοχής στα κέντρα λήψης αποφάσεων, στην αξιολόγηση και παρακολούθηση της ποιότητας φροντίδας των οργανωμένων συλλόγων των ληπτών υπηρεσιών ψυχικής υγείας και των οικογενειών τους.
ΥΓ: Ελπίζω ότι οι προτάσεις που εκφράζονται από ομάδα εργασίας της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας για ένα μελλοντικό σχέδιο νόμου που θα επιτρέπει ακούσιες νοσηλείες με εκτίμηση και πιστοποίηση από ιδιώτες ψυχιάτρους που εργάζονται σε ιδιωτικές κλινικές δεν θα γίνουν αποδεκτές.
Το πρώτο κρούσμα στην Αντίπαρο διαγνώστηκε στις 4 Αυγούστου: Αλλοδαπός εργάτης που μόλις είχε έρθει στο νησί και περιορίστηκε αμέσως σε καραντίνα. Στις 8 Αυγούστου διαγνώστηκαν άλλα τέσσερα κρούσματα και ως τις 11 Αυγούστου, μετά από ιχνηλάτηση επαφών και πολλαπλά τεστ από το Πολυδύναμο Ιατρείο, διαγνώστηκαν άλλα εννιά. Ηταν η μέρα που ανακοινώθηκε το mini lockdown απαγόρευση λειτουργίας όλων των επιχειρήσεων μετά τα μεσάνυχτα. Αλλά ήταν αργά.
Τα γεγονότα
Κάθε μέρα εντοπιζόταν ένα με δυο κρούσματα και η πλατεία ήταν ασφυκτικά γεμάτη, με κλειστά τα μπαρ, μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Πάρτυ γίνονταν σε βίλες και στην παραλία του κάμπινγκ και ο συνωστισμός στο κεντρικό καλντερίμι ήταν αμείωτος.
Ακολούθησε η δεύτερη «τιμωρία» του νησιού με την επιβολή της χρήσης μάσκας παντού, ακόμη και στην παραλία, και με την απαγόρευση συναθροίσεων πάνω από 9 άτομα.
Το κακό είχε γίνει. Μέσα σε λίγες μέρες, από 8 έως 13 Αυγούστου, ο έλεγχος χάθηκε και η κατάσταση ξέφυγε, παρά τις επίμονες εκκλήσεις των τοπικών αρχών προς την πολιτική προστασία για βοήθεια.
Δυο ντοκουμέντα που αποκαλύπτονται σήμερα δείχνουν τις βασικές αιτίες του προβλήματος πέρα από την απόκρυψη των κρουσμάτων: Η άρνηση/αδυναμία της πολιτείας να παρέχει τεστ και να ανταποκριθεί στα αιτήματα για ενίσχυση της αστυνομικής παρουσίας.
Οι ευθύνες
Στην Αντίπαρο υπάρχει ένας αστυνομικός ανά βάρδια και μάλιστα ντόπιος ή Παριανός, που σημαίνει ότι θα ήταν δύσκολο να επιβάλει πρόστιμο στον ξάδελφο ή στον θείο του.
Στις 3 Αυγούστου, όταν είχαν διαγνωστεί 12 κρούσματα στην Πάρο (που ποτέ δεν ανακοινώθηκαν επίσημα), ο Δήμος Αντιπάρου κατέθεσε αίτημα για ενίσχυση της αστυνομικής παρουσίας και των ελέγχων στο νησί, με τη βασική επισήμανση ότι «δημιουργείται εκρηκτική κατάσταση». Αλλά δεν υπήρξε καμία ανταπόκριση από την πλευρά της πολιτείας, όπως συνέβη πχ στη Μύκονο όπου πήγαν ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις.
Στις 17 Αυγούστου ο δήμαρχος Αντιπάρου Τάσος Φαρούπος είπε δημόσια ότι «δεν έχουμε κάποια ενημέρωση επίσημη από τον ΕΟΔΥ, δεν ξέρουμε πόσα κρούσματα υπάρχουν». Επίσης δήλωσε την επομένη ημέρα ότι δεν υπάρχει αστυνομία να επιβάλει τα μέτρα. Ζήτησε μάλιστα δημόσια την αποστολή αστυνομικής δύναμης, ενώ το είχε κάνει και με έγγραφο πριν από λίγες μέρες προς την Αστυνομική Διεύθυνση Κυκλάδων.
Υπήρχε ανενεργό κλιμάκιο του ΕΟΔΥ στο Κέντρο Υγείας Πάρου από τον Ιούλιο. Αλλά, δυστυχώς, στην Αντίπαρο ήρθε για πρώτη φορά στις 11 Αυγούστου. Η παρουσία του ήταν καθοριστική γιατί έκανε πολλά στοχευμένα τεστ (γύρω στα 250) στο διαμορφωμένο isobox (κι αυτό από δωρεά) στο δημοτικό πάρκινγκ του νησιού και συνέβαλε καθοριστικά στην ιχνηλάτηση επαφών και την ανάδειξη κρουσμάτων.
Στους κύκλους του ΕΟΔΥ και της Πολιτικής Προστασίας ήταν ήδη γνωστό ότι η Πάρος αποτελούσε το μεγαλύτερο πρόβλημα πανελληνίως εκείνη τη περίοδο. Και πράγματι, υπήρχαν ανεπίσημες πληροφορίες για τριψήφιο αριθμό κρουσμάτων από Πάρο και Αντίπαρο, από διαγνώσεις που έγιναν κυρίως στην Αθήνα μετά από την επιστροφή παραθεριστών από τα δύο νησιά.
Στην Αντίπαρο υπήρχαν 150 τεστ από δωρεά που εξαντλήθηκαν στις 13/8. Προστέθηκαν 50+50 πάλι από δωρεές. Στο αίτημα (στα τέλη Ιουλίου) των τοπικών υγειονομικών αρχών (σε Παρο και Αντίπαρο) για περισσότερα τεστ η απάντηση της 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας ήταν σταθερά η παραπομπή στους ιδιώτες. «Απευθυνθείτε στους δωρητές» (βλ έγγραφο). Είναι μάλιστα εντυπωσιακό το γεγονός ότι ζητούνται τα ονόματα των δωρητών, προφανώς για λόγους δημοσίων σχέσεων.
Οπως είναι ήδη γνωστό, από τις 16 Ιουλίου είχε έρθει mail προς όλες τις μονάδες της Διοικησης Υγειονονικής Περιφέρειας (ΔΥΠΕ) με το εξής περιεχόμενο:
«Προς:
-Προέδρους Δ.Ε. -Υπεύθυνους για το Συντονισμό της Επιστημονικής Λειτουργίας Κ.Υ. 2ης Υ.ΠΕ. Πειραιώς και Αιγαίου
Με αφορμή τα Δελτία Τύπου που εξέδωσαν τις τελευταίες μέρες Κ.Υ. και αφορούσαν ενημέρωση του κοινού για κρούσματα COVID-19, σας επισημαίνουμε ότι κανένα Δελτίο Τύπου δε θα εκδίδεται χωρίς προηγούμενη ενημέρωση και συνεννόηση με τη Διοίκηση της 2ης Υ.ΠΕ. Πειραιώς και Αιγαίου.
Σας υπενθυμίζουμε ότι η αρμοδιότητα και η ευθύνη για την ενημέρωση για επιβεβαιωμένα περιστατικά COVID-19 ανήκει αποκλειστικά στον ΕΟΔΥ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΡΟΪΛΟΣ, ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ 2ΗΣ ΥΠΕ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΚΑΙ ΑΙΓΑΙΟΥ»
Η αδράνεια
«Ούτε στις γυναίκες μας δεν θα τα λέμε». Είναι μια φράση που ακούστηκε σε μια από τις δραματικές τηλε-συνεδριάσεις της επιτροπής διαχείρισης κρίσης που συγκροτήθηκε την άνοιξη υπό την προεδρία του Δημάρχου Πάρου Μ. Κωβαίου.
Υπήρχε σαφής τάση στην Πάρο για συγκάλυψη του προβλήματος για να μην γνωστοποιηθούν τα κρούσματα. Με τα δώδεκα θετικά στις αρχές Αυγούστου η Πάρος ίσως είχε μπει σε έκτακτα μέτρα νωρίτερα. Αυτό σε ένα νησί που διαφημιζόταν σαν covid free και με το αστείο μότο «WE ready, YOU safe, ALL happy» θα ήταν σοβαρότατο πλήγμα στην αξιοπιστία του (φιλοκυβερνητικού) δημάρχου Πάρου.
Στο μεταξύ οι άδειες των ειδικών γιατρών στο Κέντρο Υγείας Πάρου, στη διοίκηση του οποίου υπάγονται οι γιατροί του Πολυδύναμου Ιατρείου Αντιπάρου, είχαν δοθεί με όρους γραφειοκρατικής αμεριμνησίας υπό την έγκριση της 2ης ΔΥΠΕ. Καμία αίσθηση κινδύνου και κανένας σχεδιασμός, κανένα εναλλακτικό σχέδιο σε περίπτωση νόσησης γιατρών. Τα νησιά ετοιμάζονταν για ένα δυνατό τουριστικό καλοκαίρι, με μικρότερη σεζόν, σαν να είχε τελειώσει η πανδημία, όχι σαν η απειλή να είναι μπροστά.
Και βέβαια καμία πρόσληψη ή απόσπαση γιατρού στα δύο νησιά, όπως ευαγγελιζόταν το Υπουργείο Υγείας για τη θωράκιση των νησιών, ακόμα και αφού έγινε ορατό το πρόβλημα. Είναι ενδεικτικό ότι ο ένας γιατρός στην Αντίπαρο διενήργησε μόνος του πάνω από 120 τεστ απο τις αρχές έως τα μέσα Αυγούστου (ως την αποστολή του κλιμακίου του ΕΟΔΥ στο νησί, 3 φορές την εβδομάδα), χωρίς καμία βοήθεια.
Ως προς την τήρηση της καραντίνας, αξίζει να σημειωθεί ότι μόλις πριν δέκα μέρας η τοπική αστυνομική διεύθυνση άρχισε να ενημερώνεται για να ελέγχει τον περιορισμό όσων βρίσκονται σε καραντίνα. Το πολυδύναμο Ιατρείο Αντιπάρου έχει ήδη διαθέσει, πάλι από δωρεά, 2.000 μάσκες και υπάρχουν άλλες 4.000.
Τώρα η οικονομική καταστροφή είναι περισσότερο ορατή από το υγειονομικό πρόβλημα: Το νησί έχει αδειάσει, άρχισε να φεύγει ο κόσμος προς Νάξο (μέχρι και βραδινά δρομολόγια γίνονταν από τη δυτική Πάρο προς τη Νάξο (εκεί που οι επιχειρήσεις δεν έκλειναν στις 12) και Σύρο μετά το mini lockdown γιατί δεν υπήρχαν εισιτήρια για Πειραιά, πολλές επιχειρήσεις έχουν κλείσει και διαχέεται ένα γενικευμένο παράπονο σε όλο το νησί: Γιατί στοχοποιηθήκαμε, γιατί πληρώσαμε τόσο βαρύ τίμημα, τι θα μπορούσε να έχει γίνει διαφορετικά, τι μας περιμένει το επόμενο καλοκαίρι.
Ενα ακόμη ερώτημα που κυκλοφορεί στο νησί είναι μήπως τελικά άδικα Πάρος και Αντίπαρος στιγματίστηκαν ως μόνοι τόποι υπερδιασποράς, τη στιγμή που σε άλλα νησιά με πολύ κόσμο αλλά χωρίς μοριακό αναλυτή (όπως στην Αμοργό, την Ίο κ.ά) δεν υπήρχε καν δυνατότητα αποτύπωσης της επιδημιολογικής πραγματικότητας. Μηδέν τεστ, μηδέν κρούσματα, ALL HAPPY… Στην Πάρο και στην Αντίπαρο κυριαρχεί η άποψη ότι η Πολιτική Προστασία έπρεπε να πάρει απόφαση για όλα τα νησιά συνολικά.
Ελλείμματα και μαθήματα
Ο εφιάλτης που έζησε η Αντίπαρος αναδεικνύει τρία δομικά ελλείμματα που αν δεν αντιμετωπιστούν αυτή η ιστορία καταστροφής θα επαναληφθεί.
Θωράκιση του τοπικού συστήματος υγείας
Τα τεστ από τον ΕΟΔΥ γίνονται σε ένα ISO BOX στο πάρκινγκ γιατί στο περιφερειακό ιατρείο δεν υπάρχει χώρος και υποδομή. Το αίτημα για ενίσχυση και αναβάθμιση του περιφερειακού ιατρείου (σε εξοπλισμό, υποδομή, προσωπικό), εκκρεμεί εδώ και ένα χρόνο (ενδεικτικά παρατίθεται το αίτημα προς το Υπουργείο Υγείας), παρόλο που η ανάπτυξη του νησιού είναι αλματώδης και μπορεί να φιλοξενεί ακόμη και 10.000 ανθρώπους τις πιο θερμές τουριστικά μέρες.
Στο κέντρο υγείας Πάρου την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου εφημέρευαν μόνο δυο γιατροί. Στην Αντίπαρο από τις αρχές ως τα μέσα Αυγούστου μόνο ένας. Εγκρίθηκαν καλοκαιρινές άδειες χωρίς επίγνωση της κρισιμότητας της συγκυρίας και χωρίς καν συναίσθηση των πραγματικών αναγκών.
Οι οδηγίες της ΔΥΠΕ αφορούσαν μόνο τον έλεγχο της πληροφορίας, δηλαδή τον επικοινωνιακό. Καμία οδηγία δεν δόθηκε στο υγειονομικό προσωπικό και στην τοπική αυτοδιοίκηση για τη διαχείριση της τοπικής πανδημίας.
Ο ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης
Το κρίσιμο είναι πώς χτίζεται η συναίνεση και πώς βρίσκεται η ισρροπία μεταξύ της επιχειρηματικής δραστηριότητας και της ενίσχυσης και προστασίας της δημόσιας υγείας. Στην αρχή του καλοκαιριού η επιθυμία πολλών επιχειρηματιών ήταν να μην κλείνουν τα μαγαζιά στις τρεις αλλά στις τέσσερις το πρωί. Τελικά έκλεισαν στις δώδεκα και κάποια τελείως.
Ο δήμος με ανακοινώσεις του προσπάθησε να προειδοποιήσει και να προλάβει. Αλλά όταν δεν υπάρχει κεντρική καθοδήγηση και σχεδιασμός, είναι αδύνατο να προκύψει θετικό αποτέλεσμα. Στην Αντίπαρο όλοι γνωρίζουν ότι το κρίσιμο είναι η αποσυμφόρηση της πλατείας. Αυτό δεν θα μπορούσε να το επιβάλει ο Δήμος ούτε τυπικά ούτε ουσιαστικά. Και κανείς άλλος, άνωθεν, δεν ασχολήθηκε.
Ο ρόλος της αστυνομίας
Η εντοπιότητα των αστυνομικών εμποδίζει την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων, ακόμη και αν παρθούν τα σωστά μέτρα. Εννοείται πως ένας αστυνομικός ανά βάρδια δεν είναι δυνατόν να κάνει τον απαιτούμενο έλεγχο. Αλλά και ο οριζόντιος χαρακτήρας των μέτρων κάνει πολύ δύσκολη την εσωτερίκευσή τους. Είναι εντελώς ανορθολογικό (εκτός από ανεφάρμοστο) να επιβάλλεται η χρήση μάσκας στην παραλία, όπως ήταν παράλογη η απαγόρευση του κολυμπιού και του ψαρέματος τον καιρό της καραντίνας.
Η τοπική κοινωνία έπαιρνε διαρκώς αντιφατικά και παράδοξα μηνύματα με αποτέλεσμα να είναι ευάλωτη σε θεωρίες συνωμοσίας που οδηγούν σε συμπεριφορές ανευθυνότητας. Ακόμα και σήμερα δεν φορούν όλοι μάσκα.
Σκέψεις και συμπεράσματα
Η συσκότιση και η συνειδητή απόκρυψη των κρουσμάτων ενισχύει τις κοινωνικά ανεύθυνες αντιδράσεις και δίνει άλλοθι στους ιδιοτελώς «ανυπάκουους» να μην συμμορφώνονται με τα μέτρα προστασίας.
Η «κοινοτητα διάψευσης», η άτυπη συμφωνία σιωπής μεταξύ πολιτικής προστασίας, τοπικής αυτοδιοίκησης, και επιχειρηματιών προσφέρει βραχυπρόθεσμη ανακούφιση αλλά λειτουργεί διαλυτικά για τη συνδιαμόρφωση, με τη συμμετοχή των κατοίκων, μιας συναινετικής λύσης για τον αμοιβαίο σεβασμό της δημόσιας υγείας και της τοπικής επιχειρηματικότητας.
Ο πολύτιμος χρόνος που κερδήθηκε από το γενικευμένο lockdown έπρεπε να μας προτρέψει να υιοθετήσουμε μία στρατηγική προετοιμασίας όχι μόνο των νοσοκομείων (αύξηση κλινών ΜΕΘ) αλλά και των δομών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, ειδικά στις ευάλωτες περιοχές. Η δημιουργία κινητών μονάδων υγείας στις νησιωτικές περιοχές προβάλλει πλέον ως αναγκαία.
Η ενίσχυση των δημόσιων εργαστήριων στα κέντρα υγείας των νησιών σε συνεργασία με τα ερευνητικά κέντρα της χώρας είναι απαραίτητη.
Οι μαζικές αφίξεις με πλοία και αεροπλάνα χωρίς τεστ αποδείχθηκαν καταστροφικές.
Η ψυχική υγεία του πληθυσμού υποφέρει, πάντα, «ήσυχα». Κανείς δεν μιλάει για το φόβο, το άγχος, την κατάθλιψη, τις υποχονδριακές αντιδράσεις, τις παρανοϊκές σκέψεις που αναπτύσσονται ως άμυνα απέναντι σε μια απρόβλεπτη και ακραία απειλητική συνθήκη. Επομένως, χρειάζεται ενίσχυση των τοπικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας.
Οι καλές διεθνείς πρακτικές μιλούν για «whole of society approach», δηλαδή μια ολιστική κοινωνική προσέγγιση, προκειμένου οι οδηγίες από τις δημόσιες αρχές να εφαρμόζονται σε συνδυασμό με την την αυτονόητη ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας και την ενεργό συμμετοχή των πολιτών.
Η αμφιθυμία της πολιτείας απέναντι στη γνώμη και τις οδηγίες των εμπειρογνωμόνων (πολιτικό κόστος και εργαλειοποιηση των ειδικών εφόσον συμφωνούν) διαχέεται κοινωνικά με σοβαρές επιπτώσεις τόσο για την άντληση κοινοτικών πόρων από τοπικά δίκτυα- προαγωγούς της δημόσιας υγείας όσο και για τη μείωση της ψυχικής ενδυνάμωσης των τοπικών κοινωνιών που βρίσκονται σε σύγχυση και αποπροσανατολισμό καταλήγοντας στην υιοθέτηση ατομικών λύσεων.
Η πανδημία αυτή, όπως και άλλες ιστορικές υγειονομικές κρίσεις (πχ πανώλη, φυματίωση, AIDS, Εμπολα, SARS1 κλπ), μας διδάσκουν ότι δεν υπάρχουν ατομικές λύσεις και ότι, αν η πολιτεία δεν συγκροτήσει με διαφάνεια τον τρόπο λήψης αποφάσεων, με στόχο μια ευρύτατη κοινωνική συναίνεση, με αξιόπιστους όρους κόστους-οφέλους για τα μέτρα που υιοθετούνται, τότε οδηγούμαστε, νομοτελειακά, σε αποτυχία, η οποία δεν μπορεί να συγκαλυφθεί μέσα από έναν επικοινωνιακό «θρίαμβο».
* Η Αγγελική Σπανού είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας
** Ο Στέλιος Στυλιανιδης είναι καθηγητής κοινωνικής ψυχιατρικής στο Πάντειο, ιδρυτής των κινητών μονάδων ψυχικής υγείας Κυκλάδων της ΕΠΑΨΥ (2004),ψυχίατρος-ψυχαναλυτής και έχει σπίτι στην Αντίπαρο.
Το αλλοπρόσαλλο «άνοιγμα» του νησιού και τα ασυνάρτητα μέτρα έφεραν το αδιέξοδο. Τα κρούσματα, όταν εντοπίστηκαν, δεν ανακοινώθηκαν, προειδοποιήσεις δεν έγιναν, ενημέρωση καθυστερημένη και αποσπασματικά, ούτε λόγος για ιχνηλάτηση επαφών. Όλα κρύφτηκαν, στο όνομα του τουριστικού τζίρου, μέχρι που να μην κρύβονται πια.
Όταν ήρθαμε στην Αντίπαρο, βρεθήκαμε σε ένα Covid free νησί που έβγαινε, σαστισμένο και αμήχανο, από το lockdown. Είχαν ζήσει τον απόλυτο αποκλεισμό, δεν λειτουργούσε καν το φέρυ που τους συνδέει με την Πάρο, με τον κόσμο δηλαδή, και, παρόλο που δεν είχαν, κανένα κρούσμα δεν μπορούσαν να πάνε ούτε για ψάρεμα, με βάση τις παράλογες οριζόντιες απαγορεύσεις που ίσχυσαν την περίοδο της καραντίνας παντού.
Τα συνηθισμένα σημεία αναφοράς της τοπικής κοινωνίας, οικονομικά, κοινωνικά και ψυχικά, ξαφνικά έμοιαζαν έωλα και εύθραυστα μπροστά στο αβέβαιο μέλλον, που ήρθε πολύ γρήγορα.
Η τουριστική περίοδος θα ήταν έτσι κι αλλιώς ακρωτηριασμένη. Ο Ιούνιος των Νορβηγών ήταν χαμένος και τα ενοικιαζόμενα δωμάτια θα άρχιζαν να γεμίζουν από τις 15 Ιουλίου. Οι κρατήσεις γίνονταν λίγο πριν, γιατί ο κόσμος ήταν διστακτικός να κάνει προγραμματισμό λόγω της απρόβλεπτης συνθήκης που δημιουργεί η πανδημία. Ευτυχώς, υπήρχε ενδιαφέρον για τον Σεπτέμβριο – αν όλα πήγαιναν καλά. Αλλά δεν πήγαν.
Ένας φίλος Σουηδός που ήρθε transit μέσω Σόφιας, πριν επιτραπούν οι πτήσεις από την Στοκχόλμη, απόρησε που δεν του έκαναν τεστ στο αεροδρόμιο. Μπήκε μόνος του σε εθελοντική καραντίνα λίγων ημερών και δυσκολευόταν να πιστέψει ότι κανείς δεν τον ενόχλησε. Το ίδιο συνέβη και με Αμερικανούς που ήρθαν μέσω Βαλκανίων και με Μιλανέζους, με Ολλανδούς, με Ισπανούς που επέλεξαν έναν απολύτως ασφαλή προορισμό προερχόμενοι από υψηλού κινδύνου αεροδρόμια. Όχι πια.
Σιγά-σιγά αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε ότι η “καθαρότητα” του νησιού δεν θα μπορούσε να προστατευθεί για καιρό. Όλοι το αισθάνονταν και υπνοβατούσαν προς το βάραθρο. Σαν να είχε εγκατασταθεί μια ανομολόγητη “κοινότητα διάψευσης” του επερχόμενοι κινδύνου, σαν να αφορούσε άλλους και όχι εμάς. Ωστόσο, η παράταση μιας τέτοιας ασυνείδητης συμφωνίας άρνησης, στην ουσία η κυριαρχία μιας ομαδικής αυταπάτης, έχει αποδειχθεί ότι οδηγεί σε μικρές ή μεγάλες καταστροφές.
Όσο μπαίναμε πιο βαθιά στο καλοκαίρι, όλα θύμιζαν την περσινή κατάσταση, όλα κανονικά, όλα ίδια, όπως πριν, μόνο ένα αντισηπτικό στο τραπέζι έκανε τη διαφορά, σαν σύμβολο ενός κακού που πέρασε, όχι που έρχεται. Μάσκες στους κλειστούς χώρους; Όχι βέβαια. Καμία ορθολογική άμυνα απέναντι στην επερχόμενη απειλή. Μετά ήρθαν οι πιτσιρικάδες. Πολλοί, ανέμελοι και απρόθυμοι να σκεφτούν τον κίνδυνο. Κουρασμένοι από την καραντίνα και την αβεβαιότητα. Η Αντίπαρος είναι στα πάνω της ως νυχτερινός προορισμός διασκέδασης και έτσι συχνά έρχονταν και νέοι από την Πάρο με τα μεταμεσονύκτια φέρυ. Χαμός τις πρώτες πρωινές ώρες.
Η La Luna, λέει, η θρυλική ντισκοτέκ του νησιού, έκοψε ένα Σάββατο 1.200 εισιτήρια και στον Μύλο γινόταν το αδιαχώρητο μέχρι το ξημέρωμα. Η πλατεία, με τα μπαράκια από τη μια άκρη ως την άλλη, μετά τις 20 Ιουλίου ήταν γεμάτη μέχρι τα χαράματα και αν ήθελες να πας για μπάνιο στο Σορό δύσκολα θα έβρισκες ένα τετραγωνικό της παραλίας ελεύθερο.
Προς το τέλος Ιουλίου άρχισε να σέρνεται ένας ψίθυρος στο νησί: Έσκασε κρούσμα. Τεστ υπήρχαν, από δωρεά, αλλά φυσικά εξαντλήθηκαν γρήγορα. Στην αρχή φημολογούταν ότι βρέθηκε θετικός ένας Πακιστανός που δούλευε σε βίλα, μετά ακούστηκε για μια γυναίκα που έφυγε με ελικόπτερο, κάποια στιγμή μάθαμε και για μια ντόπια που σερβίρει στην πλατεία.
Το κακό είχε γίνει. Τα κρούσματα δεν ανακοινώνονταν επισήμως, αλλά στον μικρόκοσμο του νησιού όλοι ήξεραν. Εκτός από τους “ξένους”, τους παραθεριστές. Αυτοί κατάλαβαν ότι κάτι τρέχει όταν αποφασίστηκε το mini lockdown πριν τον Δεκαπενταύγουστο. Άλλοι έψαχναν εισιτήριο να φύγουν και δεν έβρισκαν, άλλοι ζητούσαν να τους επιστρέψουν τα χρήματα των προκρατήσεων για να φύγουν μόλις βρουν εισιτήριο και δεν τους τα επέστρεφαν – εκνευρισμός, αμηχανία, ασφυξία.
Είναι οι περισσότεροι ακόμη, εγκλωβισμένοι, στο νησί. Αλλά μετά τα μεσάνυχτα δεν έχουν πού να πάνε και μέσα στη μέρα φοβούνται κάτι ακαθόριστο. Όταν ένας μικρός τόπος είναι μολυσμένος είναι εύκολο να μολυνθείς κι εσύ, όσο κι αν προσέχεις.
Άρχισαν τα τηλεφωνήματα από φίλους και γνωστούς “τι γίνεται εκεί ρε γμτ;”. Άρχισαν και τα τεστ από κάποιους που γύρισαν στην Αθήνα, θετικός ο Κώστας, αρνητική η Ελένη. Πιέστηκαν οι έφηβοι από τους γονείς να κλειστούν στο σπίτι, τέρμα οι εκδρομές στα νησιά και τα κάμπινγκ. Και υπάρχει η αγωνία αυτών που θα μείνουν πίσω όταν η Αντίπαρος αδειάσει: Πόσοι θα έχουν νοσήσει και πόσο θα τους βασανίσει ο ιός;
Μικρές παρατηρήσεις για την τοπική κοινωνία:
-Τα πάγια αιτήματα για υγειονομική θωράκιση του νησιού, ενίσχυση του κέντρου υγείας και επαρκή αστυνόμευση για την εφαρμογή μέτρων υγειονομικής προστασίας, επανέρχονται με δριμύτητα.
-Κατέρρευσε το εσωτερικευμένο αίσθημα παντοδυναμίας από τον γραμμικό αέναο πλουτισμό που έφερε η αλματώδης τουριστική ανάπτυξη της τελευταίας 15ετίας.
-Αναδείχθηκε η απόλυτη αντίφαση ανάμεσα στη λύσσα τοπικών συμφερόντων για κέρδος και στο συλλογικό φόβο σε έναν τόπο εντελώς ακατάλληλο για να αρρωστήσει κανείς (μικρό και απομακρυσμένο).
-Ανατροφοδοτήθηκε η ανορθολογική ιδέα του “καταδιώκτη και ανταγωνιστή Πάρος”: Αυτοί που αποβιβάζονται από το φέρυ μας μολύνουν, άρα ο εχθρός είναι ορατός.
-Μια παραδοσιακά αγροτική και κλειστή κοινωνία προσπάθησε, φαντασιακά, να γίνει “εναλλακτική Μύκονος” χωρίς υποδομές, τεχνογνωσία και αυτογνωσία. Η πανδημία δίνει τέλος και σ αυτή τη συλλογική αυταπάτη.
Αλλά ο φόνος εδώ δεν έγινε με βασική ευθύνη της τοπικής κοινωνίας ούτε από έλλειψη φιλότιμου. Το αλλοπρόσαλλο “άνοιγμα” του νησιού και τα ασυνάρτητα μέτρα έφεραν το αδιέξοδο. Τα κρούσματα, όταν εντοπίστηκαν, δεν ανακοινώθηκαν, προειδοποιήσεις δεν έγιναν, ενημέρωση καθυστερημένη και αποσπασματικά, ούτε λόγος για ιχνηλάτηση επαφών.
Ολα κρύφτηκαν, στο όνομα του τουριστικού τζίρου, μέχρι που να μην κρύβονται πια.
Από την άφιξη του πρωθυπουργού στην Αντίπαρο για να παραδώσει το διαβατήριο στον Τομ Χανκς μέχρι σήμερα έχει περάσει ένας αιώνας και περίπου ένας μήνας. Η χαμογελαστή φωτογραφία των δύο ζευγαριών, Μητσοτάκη και Χανκς, ανήκει σε άλλη εποχή, πριν ο Covid-19 σημαδέψει το νησί. Μακάρι όχι ανεξίτηλα.