Συντάκτης: Γραμματεία Στυλιανίδη

“Ιδιωτικά κολέγια: θόρυβος κι αλήθειες”, του Σ. Στυλιανίδη

Από την Athens Voice:

Η ενίσχυση του υγιούς «επιχειρείν» είναι διαφορετικό διακύβευμα από την προώθηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης με ταξικό πρόσημο.

Η ακαδημαϊκή και επαγγελματική ισοτιμία των ιδιωτικών κολεγίων με τα ΑΕΙ: Υπάρχουν κριτήρια αξιολόγησης;

Ηδημόσια συζήτηση για κάθε μεταρρύθμιση, με ή χωρίς εισαγωγικά, ιδιαίτερα στον χώρο της δημόσιας παιδείας, αναδεικνύει, σχεδόν αδιαφοροποίητα, κομματικές ατζέντες, ιδεολογικές η ψευδο-ιδεολογικές συγκρούσεις, κρυφές συντεχνιακές στοχεύσεις, καχυποψία μέχρι παράνοια, ανορθολογισμό και αρκετές στρεβλώσεις ή συσκοτίσεις της πραγματικότητας.

Πίσω από τις έννοιες αναβάθμιση της ποιότητας εκπαίδευσης-πρόσβαση σε όλους-εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση-καινοτομία-ερευνητική πολιτική-σύνδεση με αγορά εργασίας- επαγγελματική ένταξη-συμπράξεις με τον ιδιωτικό τομέα-προσαρμογή στα ευρωπαϊκά δεδομένα-ανάγκες φοιτητών και ανάγκες εκπαιδευτικής κοινότητας, κρύβονται γκρίζες ζώνες, λανθάνουσες συγκρούσεις, κάθε είδους αντιστάσεις και δομικές παθογένειες της χώρας απέναντι σε κάθε απειλητική αλλαγή, αλλά κυρίως πολύς συγχυτικός θόρυβος και διχοτομήσεις της σκέψης (καλό-κακό) και της ψυχικής λειτουργίας των εμπλεκομένων.

Στόχος αυτού του άρθρου είναι η συρρίκνωση του θορύβου, επικεντρώνοντας την συζήτηση στο πρόσφατο άρθρο 50 για την ακαδημαϊκή και επαγγελματική ισοτιμία των ιδιωτικών κολεγίων με τα ΑΕΙ.

Προκειμένου να φωτίσουμε ορισμένες γκρίζες πτυχές της «μεταρρύθμισης», θα χρησιμοποιήσουμε ως εμπειρικό πεδίο παρατήρησης, λόγω πανεπιστημιακής ταυτότητας, τα τμήματα Ψυχολογίας των ΑΕΙ και αυτά των Ιδιωτικών κολεγίων, όπως λειτουργούν σήμερα.

Αυτονόητες παραδοχές

Οι στόχοι μιας σύγχρονης ποιοτικής εκπαίδευσης με τη μεγαλύτερη δυνατή πρόσβαση για όλους, τον 21ο αιώνα, πρέπει να είναι η εξωστρέφεια, η αναβάθμιση του επιπέδου των προγραμμάτων σπουδών, οι συμπράξεις με μη κρατικούς φορείς (ιδρύματα, ινστιτούτα κοκ), η σύνδεση, επιλεκτικά, με τις ανάγκες της αγοράς, η διαφάνεια, η νομιμότητα ως προς το εθνικό και ευρωπαϊκό πλαίσιο προσόντων, η συστηματική έρευνα, η ορατότητα μέσω δημοσιεύσεων-ετεροαναφορών-επιστημονικών συνεδρίων για την προαγωγή των επιστημονικών δεξιοτήτων και της επαγγελματικής ένταξης, η πραγματική άμιλλα στις κατατάξεις των ΑΕΙ στις διεθνείς λίστες αξιολόγησης.

Τα βασικά εργαλεία για την επίτευξη αυτών των στόχων πρέπει να είναι:

α) η ουσιαστική και ανεξάρτητη λειτουργία της  εθνικής αρχής δημόσιας εκπαίδευσης, μακριά από κομματικές-πολιτικές σκοπιμότητες όπως και από πελατειακά-συντεχνιακά συμφέροντα, ώστε να κατοχυρώνεται η θεσμική διαφάνεια στα εργαλεία και τις διαδικασίες αξιολόγησης και αυτοαξιολόγησης.

β) ο διαρκής διάλογος  μεταξύ των μελών της εκπαιδευτικής κοινότητας για την αναβάθμιση της ποιότητας εκπαίδευσης και την ανάδειξη καινοτόμων ερευνητικών και εκπαιδευτικών πρακτικών.

γ) η προσπάθεια για τον περιορισμό των ανισοτήτων στην ανώτατη παιδεία μέσα από την καταπολέμηση του ψηφιακού αναλφαβητισμού ήδη από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

Αντί ενός νηφάλιου και συστηματικού διαλόγου για την επίτευξη αυτών των στόχων έχουμε μια διαρκή κομματική-ιδεολογική-συντεχνιακή διελκυστίνδα σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης αλλά και την αποδόμηση στην πράξη καινοτόμων νομοθετικών πρωτοβουλιών που έχουν ήδη αναληφθεί (π.χ. η κακοποίηση και ταυτόχρονα υπερεπικοινωνιακή εκμετάλλευση του νόμου Διαμαντοπούλου).

Χαρακτηριστικό (αρνητικό) παράδειγμα είναι ο «θρίαμβος» της «αριστεράς» για την προάσπιση της δημόσιας παιδείας μέσα από στρεβλές πολιτικές όπως η εξίσωση ΑΕΙ-ΤΕΙ, η δημιουργία 37 νέων σχολών χωρίς πανεπιστημιακό αίτημα και χωρίς ευρύ κοινωνικό διάλογο και ο θρήνος για τη  βάση του 10.

Οι αριστερές στρεβλώσεις διευκολύνουν την προσπάθεια απαξίωσης και υποβάθμισης του δημόσιου πανεπιστημίου μέσω της υποχρηματοδότησης, της ανεπαρκούς στελέχωσης, των φτωχών έως άθλιων υποδομών και της σύνδεσης της αξιολόγησης με τις χρηματοδοτήσεις, όχι στη λογική της επιβράβευσης αλλά στη λογική της τιμωρίας.

Η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση των 28 χωρών της ΕΕ στην κατάταξη ευρωπαϊκού δείκτη δεξιοτήτων, όπως και σε χαμηλότατη θέση στον δείκτη απασχόλησης-εργατικού δυναμικού 20-34 ετών.

Κατάσταση τμημάτων Ψυχολογίας

Οι πανεπιστημιακές σχολές Ψυχολογίας ήδη υπερκαλύπτουν τις ανάγκες της αγοράς. Zητούμενο είναι να αναβαθμιστεί η λειτουργία τους μέσα από επαρκή στελέχωση, συστηματικότερη αξιολόγηση, επάρκεια εκπαιδευτικών μέσων και υποδομών, ακόμη μεγαλύτερη αναβάθμιση της κλινικής πρακτικής των φοιτητών με συστηματική και εξειδικευμένη εποπτεία, δικτύωση με πρότυπα προγράμματα εκπαίδευσης του εξωτερικού προκειμένου να ανελιχθούν στις διεθνείς λίστες αξιολόγησης. Αντίθετα, έχουμε υποχρηματοδότηση και στην έρευνα και στην εκπαίδευση, υποστελέχωση και απαξίωση. Λόγω της μη πλήρωσης κενών οργανικών θέσεων μελών ΔΕΠ πολλά εκπαιδευτικά αντικείμενα καλύπτονται ανεπαρκώς ή με την φιλότιμη και εξαντλητική προσπάθεια του διδακτικού προσωπικού, συχνά με την προαιρετική συνδρομή στελεχών από συναφείς δημόσιες δομές.

Ωστόσο, παρά τον υπερβολικό αριθμό φοιτητών και τα συρρικνωμένα εκπαιδευτικά μέσα και σε συνθήκες κρίσης, τα πανεπιστημιακά τμήματα Ψυχολογίας παράγουν πρωτογενές επιστημονικό έργο, ερευνητικά προγράμματα, κοινοτικές δράσεις επιμόρφωσης πληθυσμού, υψηλού επιπέδου εποπτεία πρακτικής άσκησης σε χώρους που αντιπροσωπεύουν πραγματικές συνθήκες εργασίας ψυχιατρικής φροντίδας και παροχής υπηρεσιών στο πλαίσιο της δημόσιας ψυχικής υγείας.

Ιδιωτικά κολέγια – άρθρο 50

Τα ιδιωτικά κολέγια δεν είναι όλα ίδια. Ωστόσο, είναι το ίδιο ανεξέλεγκτα. Δεν υπάρχουν μηχανισμός και κριτήρια αξιολόγησης με αποτέλεσμα η εξίσωση των πτυχίων κολεγίων-ΑΕΙ να είναι εντελώς αυθαίρετη.

Τα κριτήρια επιλογής διδακτικού προσωπικού είναι αδιαφανή. Γνωρίζουμε ότι διδάσκουν καθηγητές χωρίς διδακτορικό και σε ορισμένες περιπτώσεις χωρίς καν μάστερ.

Τα κολέγια δεν παράγουν πρωτογενώς έρευνα, δεν έχουν θεσμοθετημένη κλινική πρακτική άσκηση για τους φοιτητές τους παρά μόνο σε μη δημόσιους φορείς και σε ορισμένες περιπτώσεις σε αμφιλεγόμενους φορείς. Συμβαίνει μάλιστα κάποιες φορές η πρακτική άσκηση να γίνεται στα ιδιωτικά γραφεία ψυχιάτρων ή ψυχολόγων που συνδέονται επαγγελματικά με τα κολέγια.

Παρά την εντυπωσιακή υλικοτεχνική υποδομή και την ακόμη πιο εντυπωσιακό διαφήμισή τους, η ένταξη των κολεγίων σε μια πραγματική ακαδημαϊκή συνθήκη (έρευνα, δημοσιεύσεις, πιστοποίηση περιεχομένου σπουδών, εκπαιδευτικές-διδακτικές μονάδες, εξωτερική εποπτεία, αξιολόγηση) είναι από ισχνή έως ανύπαρκτη ακόμη και από τα διαφημιζόμενα πανεπιστήμια-μήτρες του εξωτερικού.

Φαίνεται ότι -και μέσα από πρακτικές πελατειασμού- όλοι οι εγγεγραμμένοι στα κολέγια κάποια στιγμή, εφόσον το θέλουν, αποφοιτούν ανεξαρτήτως του κόστους στο οποίο τελικά φτάνει η απόκτηση πτυχίου.

Είναι άλλωστε ενδεικτικό ότι στη διεθνή ταξινόμηση κανένα κολέγιο δεν υπερτερεί κανενός πανεπιστημίου.

Αυτή η εικόνα αδικεί πρωτίστως εκείνα τα κολέγια που πληρούν κάποιες προϋποθέσεις ποιότητας και αλέθονται στο μύλο της αδιαφάνειας και της απουσίας ελέγχου μαζί με τα άλλα που δεν θα άντεχαν ακόμη και στην επιεικέστερη αξιολόγηση.

Συμπερασματικά

Το άρθρο 50 του πρόσφατου νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας υποβαθμίζει το εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο των ΑΕΙ, απαξιώνοντάς τα πλήρως, στο βαθμό που τα εξομοιώνει με ιδιωτικά κέντρα πώλησης εκπαιδευτικών υπηρεσιών χωρίς κριτήρια και χωρίς αξιολόγηση από τον ΔΟΑΤΑΠ.

Τα δημόσια πανεπιστήμια, παρά τις ιστορικές στρεβλώσεις που έχουν υποστεί, παράγουν σημαντικό έργο σε δυσμενέστατες σε σχέση με άλλες χώρες συνθήκες.

Είναι αδιανόητο οι φοιτητές που προσπάθησαν να εισαχθούν μέσω πανελληνίων σε ένα ΑΕΙ να εξισώνονται επαγγελματικά και επιστημονικά με όσους απλώς κάνουν εγγραφή σε ένα ιδιωτικό κολέγιο.

Η απουσία μη κρατικών πανεπιστημίων δεν μπορεί να γίνεται άλλοθι για την εξίσωση επαγγελματικών τίτλων και δικαιωμάτων χωρίς θεσμική και επιστημονική αξιολόγηση.

Η ενίσχυση του υγιούς «επιχειρείν» είναι διαφορετικό διακύβευμα από την προώθηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης με ταξικό πρόσημο.

“Ο,τι πείτε, κυρία υπουργέ”, από την efsyn

Πηγή: efsyn.gr
(αρθρογράφος: Διαλεκτή Αγγελή)

Τον καθηγητή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, δρα Ορέστη Καλογήρου, προτείνει για πρόεδρο του Διεπιστημονικού Οργανισμού Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (ΔΟΑΤΑΠ) η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, λίγες μόλις μέρες αφού ψηφίστηκε -μόνο από τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας- το άρθρο για την ισοτιμία των τίτλων σπουδών των κολεγίων με αυτούς των δημόσιων πανεπιστημίων.

Ο κ. Καλογήρου διδάσκει στο ΑΠΘ και είναι διευθυντής του Εργαστηρίου Μαγνητισμού & Μαγνητικών Υλικών. Παράλληλα, είναι μέλος της Επιτροπής Κοινωνικής Μέριμνας, ενώ στο παρελθόν διατέλεσε μέλος της Επιτροπής Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και της Επιτροπής Βιβλιοθήκης & Κέντρου Πληροφόρησης του ΑΠΘ.

Βάσει του βιογραφικού που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Παιδείας, υπήρξε μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, αλλά και συνεργαζόμενος ερευνητής στον «Δημόκριτο». Από το 2010 έως και σήμερα, είναι καθηγητής Φυσικής στο ΑΠΘ και επισκέπτης ερευνητής σε πανεπιστήμια και κέντρα ερευνών των ΗΠΑ.

Πέραν των ακαδημαϊκών περγαμηνών, ο κ. Καλογήρου έχει αφήσει το αποτύπωμά του και στον δημόσιο λόγο. Με άρθρα που υπογράφει στην «Καθημερινή» -δημοσιεύματα της οποίας αγαπά άλλωστε να «μοιράζεται» με τους διαδικτυακούς του φίλους-, υποστήριξε θερμά την ανάγκη κατάργησης του «ψευδεπίγραφου “ασύλου” που έχει κουράσει την κοινωνία και την πανεπιστημιακή κοινότητα», χαρακτηρίζοντας τα πανεπιστήμια «καταφύγια βαριάς ποινικής συμπεριφοράς» και υιοθετώντας τη φρασεολογία της Ν.Δ. περί «βίας και ανομίας» στα ελληνικά ΑΕΙ.

Μάλιστα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τον Νοέμβριο του 2018, στη Βουλή, είχε αναφερθεί στον Ορέστη Καλογήρου, διαβάζοντας μια τρομολαγνική ανάρτησή του: «[…] Μου έμεινε ο φόβος ότι μια μέρα θα βρω τα λάστιχα του αυτοκινήτου μου κομμένα ή το αυτοκίνητο καμένο ή ότι θα με στριμώξουν σε μια γωνιά και θα με ξυλοκοπήσουν».

Από την πλευρά του, ο Ορέστης Καλογήρου ευχαρίστησε τον Κυρ. Μητσοτάκη γράφοντας:

«Σήμερα στη Βουλή ο Kyriakos Mitsotakis έκανε μια τιμητική αναφορά στο όνομά μου. Τον ευχαριστώ δημόσια. Ολοι γνωρίζετε ότι δεν είχα και δεν έχω απολύτως καμία σχέση με τη Ν.Δ. Δεν έχω συναντήσει ποτέ τον κ. Μητσοτάκη, ούτε κάποιο στέλεχος του κόμματος. Αυτό δείχνει ότι η αναφορά του είναι αυθόρμητη, τιμά έναν απλό πολίτη και αυτή είναι η αξία της.

»Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αφουγκράζεται την αγωνία των πανεπιστημιακών και των φοιτητών. Η αναφορά του κ. Μητσοτάκη τιμά τους χιλιάδες καθηγητές και φοιτητές που μοχθούν για ένα πανεπιστήμιο αντάξιο των προσδοκιών της ελληνικής κοινωνίας. Ο αγώνας κατά της λουμπενοποίησης των ελληνικών πανεπιστημίων είναι αγώνας για την ακαδημαϊκή αξιοπρέπεια και τον χρωστάμε στους φοιτητές μας» (Εφημερίδα «Μακεδονία», 23.11.2018).

Αν, βέβαια, κάποιος προσπαθήσει να αναζητήσει την παραπάνω ανάρτηση, δεν θα σταθεί τυχερός, αφού ο καθηγητής του ΑΠΘ έκλεισε το προφίλ που διατηρούσε στο φέισμπουκ με το όνομα Orestis Kalogirou, από το οποίο είχε εξαπολύσει στο παρελθόν σφοδρή επίθεση κατά του καθηγητή Κοινωνικής Ψυχιατρικής Στέλιου Στυλιανίδη, με αφορμή ένα άρθρο του δεύτερου στην Athens Voice, στις 17.8.2018, με τίτλο: «ΑντιΣΥΡΙΖΑ φανατισμός και η κουλτούρα του κακού».

Τότε, ο Ορ. Καλογήρου διαολόστελνε τον συνάδελφό του και σχολίαζε:

«Στην ΕΣΣΔ του Μπρέζνιεφ τους έλεγαν αντιφρονούντες και τους έκλειναν στα ψυχιατρεία. Εδώ τους βαφτίζουν αντιΣΥΡΙΖΑ και επιστρατεύουν καθηγητή κοινωνικής ψυχιατρικής για να κάνει τη διάγνωση. Οσοι μηΣΥΡΙΖΑ φίλοι συντηρούν αυτήν την αθλιότητα είναι συνυπεύθυνοι. Η δαιμονοποίηση της κριτικής στο ΣΥΡΙΖΑ με όρους ψύχωσης δηλητηριάζει τα πηγάδια της δημοκρατίας. Είναι ολοκληρωτισμός. Συνέλθετε».

Ο Ορ. Καλογήρου υποχρεώθηκε, μετά από εξώδικο του Στ. Στυλιανίδη, να ανακαλέσει.

Κάνοντας μια νέα αρχή, ανοίγει καινούργιο προφίλ στο γνωστό μέσο κοινωνικής δικτύωσης, στις 24 Δεκεμβρίου 2019, απαλλαγμένο από τα «βάρη» του παρελθόντος. Λίγες μέρες μετά, το όνομά του κυκλοφορεί στη δημοσιογραφική πιάτσα ως νέου προέδρου του ΔΟΑΤΑΠ, με διαδικτυακούς του φίλους να τον συγχαίρουν για τα νέα του καθήκοντα.

Μέχρι και χθες, οπότε και ανακοινώθηκε επίσημα από το υπουργείο Παιδείας η πρόταση, κρατούσε σιγήν ιχθύος. Στο μεταξύ, όμως, σχολίαζε την επικαιρότητα… Ο μέλλων πρόεδρος του αρμόδιου για την ισοτιμία των τίτλων σπουδών της αλλοδαπής οργανισμού ΔΟΑΤΑΠ -οργανισμός πρακτικά παροπλισμένος, μετά τη νομοθετική πρωτοβουλία της υπουργού Παιδείας- συντάσσεται πλήρως με τη «γαλάζια» βουλευτίνα για την εξίσωση των πτυχίων των κολεγίων με αυτά των δημόσιων πανεπιστημίων με σχετικές αναρτήσεις του, οι οποίες βέβαια έχουν εξαφανιστεί πλέον από το προφίλ του.

Το άρθρο 50

Αλλά ό,τι γράφει, δεν ξεγράφει! Στις 21 Ιανουαρίου 2020, αναρτά:

«Πιστεύει κάποιος/α ότι λόγω του άρθρου 50 στο νομοσχέδιο περί κολλεγίων, θα μειωθεί ο αριθμός των υποψηφίων στις πανελλαδικές εξετάσεις για μια θέση στα δημόσια πανεπιστήμια και θα αυξηθεί ο αριθμός των αποφοίτων λυκείου που θα επιλέγουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους στα κολλέγια και όχι στο δημόσιο πανεπιστήμιο; Προσωπικά το αποκλείω», ενώ με αφορμή την επιστολή της Κομισιόν, που ζητούσε την αλλαγή του καταστατικού νόμου του ΔΟΑΤΑΠ, σχολιάζει: «Από το 11’ μέχρι το 22’ καταπέλτης για το πόσα χρόνια εφάρμοζε ο ΣΥΡΙΖΑ την επαγγελματική ισοδυναμία αποφοίτων κολλεγίων σε θέσεις εκπαιδευτικού και πόσα χρόνια το ΚΙΝΑΛ», αναπαράγοντας βίντεο με την ομιλία της Νίκης Κεραμέως στη Βουλή, στη συζήτηση επί του νομοσχεδίου.

Σιγή ασυρμάτου έπεσε βέβαια μετά την αποκάλυψη της επιστολής της τέως προέδρου του ΔΟΑΤΑΠ, όπου η κα Ελένη Παπαδοπούλου ανέφερε σαφώς ότι οποιαδήποτε αλλαγή του σχετικού νόμου συνεπάγεται «ανεπίτρεπτη παραβίαση των διατάξεων του Συντάγματος».

Το μόνο σίγουρο είναι ότι, μετά την τοποθέτηση της «προσωπικής επιλογής» της Νίκης Κεραμέως στην προεδρία του ΔΟΑΤΑΠ, δεν θα ξανατεθεί ζήτημα αντισυνταγματικότητας…

“Η δικαίωση του υβριστή!”, από το aftodioikisi.gr

Πηγή: aftodioikisi.gr

Λίγες μέρες μετά τις εκλογές ο καθηγητής στο ΑΠΘ Ορέστης Καλογήρου απαναρτούσε από τον λογαριασμό του στο Facebook υβριστικές αναφορές του εναντίον του συναδέλφου του, πανεπιστημιακού, Στέλιου Στυλιανίδη. Είχε παραλάβει ένα εξώδικο με το οποίο ο καθηγητής κοινωνικής ψυχιατρικής στο Πάντειο τον ενημέρωνε ότι αν δεν επανορθώσει θα προχωρήσει στην κατάθεση αγωγής. Ο Ορ. Καλογήρου έκανε την επανόρθωση για να αποφύγει τις δικαστικές περιπέτειες και μάλιστα λίγους μήνες μετά, όπως ανακάλυψε η Εφημερίδα των Συντακτών, έκλεισε τον «αμαρτωλό» λογαριασμό του και άνοιξε νέο, που δεν κουβαλά τα τοξικά βάρη του παρελθόντος.

Το άρθρο που προκάλεσε την επίθεση Καλογήρου στον Στυλιανίδη είχε τίτλο «αντιΣΥΡΙΖΑ φανατισμός και η κουλτούρα του κακού» (Athens Voice). Eπειδή ο ίδιος υπήρξε φλογερός εκφραστής του αντιΣΥΡΙΖΑ φανατισμού, ο Καλογήρου έκανε έξαλλος και αφού διαολόστειλε τον Στυλιανίδη, αφού έκρινε ότι το άρθρο του κάνει «να φαίνεται ακόμη πιο γελοίο το άρθρο της συζύγου του» (της Αγγελικής Σπανού, «οι αντιΣΥΡΙΖΑ φίλοι μου), ισχυρίστηκε ότι ο Στυλιανίδης υπερασπίζεται τα σοβιετικά ψυχιατρεία στα οποία κλείνονταν οι αντιφρονούντες επί Μπρέζνιεφ. Επειδή ο Στυλιανίδης ως ψυχίατρος έχει δώσει μάχες για την αποασυλοποίηση και είναι γνωστοί οι αγώνες του για την κοινοτική ψυχιατρική θίχτηκε και έστειλε εξώδικο. Ο Ορ. Καλογήρου έβαλε την ουρά στα σκέλια.

Ολα αυτά όμως προφανώς δεν επηρεάζουν το επαγελματικό του μέλλον. Η υπουργός Παιδείας Ν. Κεραμέως τον προτείνει για τη θέση του προέδρου του ΔΟΑΤΑΠ, αφού πρώτα πέρασε διάταξη για την εξίσωση των κολεγίων με τα δημόσια πανεπιστήμια. Επιβραβεύει έναν αντιΣΥΡΙΖΑ αγωνιστή που ξεπέρασε το ακαδημαϊκό μέτρο, για την ακρίβεια το ποδοπάτησε, όμως προσέφερε στη ΝΔ καλές υπηρεσίες.

“Πρόεδρος του ΔΟΑΤΑΠ ένας αντιΣΥΡΙΖΑ αγωνιστής του Facebook που διέπρεψε στον οπαδισμό;”, από το AnatropiNews

Πηγή: AnatropiNews

Κι όμως. Μπορεί ακόμη και ο ίδιος ο καθηγητής του ΑΠΘ Ορέστης Καλογήρου να προσπαθεί να κρύψει το διαδικτυακό παρελθόν του κατεβάζοντας τον λογαριασμό του στο Facebook και δημιουργώντας έναν νέο, άσπιλο, όμως φαίνεται πως η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως δεν έχει κανένα πρόβλημα με την τοξικότητα. Αντίθετα, την επιβραβεύει.

Ποια σχέση με το ακαδημαϊκό ήθος και ύφος έχουν οι ύβρεις και τα αγοραία σχόλια; Τι παράδειγμα δίνει στους φοιτητές του ένας καθηγητής που επιτίθεται απρόκλητα σε συνάδελφό του επειδή διαφωνεί πολιτικά μαζί του; Και τι μήνυμα δίνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη διορίζοντας πρόσωπα που επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ κατέβασαν το επίπεδο της αντιπολιτευτικής κριτικής στον βούρκο του κανιβαλισμού και της δολοφονίας χαρακτήρων;
Είναι ενδεικτικό του επιπέδου δημόσιου λόγου στο οποίο κινούταν ο Ορ. Καλογήρου ότι αναγκάστηκε να ζητήσει συγνώμη από τον καθηγητή κοινωνικής ψυχιατρικής στο Πάντειο Στέλιο Στυλιανίδη αφού παρέλαβε το εξώδικό του.

Προκειμένου να αποφύγει την αγωγή ο προοριζόμενος για πρόεδρος του ΔΟΑΤΑΠ προσπάθησε να μαζέψει τα ασυμμάζευτα χωρίς μάλιστα να παραδέχεται ότι είχε πρόθεση εξύβρισης! Δηλαδή, ενώ υπάρχει ανάρτηση στην οποία κυριολεκτικά διαολόστελνε τον Στυλιανίδη, ο ίδιος εμφανίζεται να μην τα θεωρεί αυτά μεμπτά. Παρόλα αυτά, αφού ξέμπλεξε με την επανόρθωση από τις δικαστικές περιπέτειες που θα ακολουθούσαν κατέβασε τον λογαρισμό του προκειμένου, προφανώς, να εξαφανιστούν και άλλα δείγματα γραφής του εναντίον άλλων τους οποίους θεωρούσε αντιπάλους που πρέπει να εξοντωθούν ηθικά. Η κα Κεραμέως τον θεωρεί κατάλληλο να ηγηθεί ενός θεσμού που θα αποκτήσει τεράστια σημασία σε μια συγκρία εξίσωςη των κολεγίων με τα δημόσια πανεπιστήμια.

Ο καθηγητής στο ΑΠΘ Ορέστης Καλογήρου υποχρεώθηκε μετά από εξώδικο του Στέλιου Στυλιανίδη να ανακαλέσει και να αποαναρτήσει τις υβριστικές αναφορές του στον ψυχίατρο-ψυχαναλυτή και καθηγητή κοινωνικής ψυχιατρικής στο Πάντειο. Αφορμή για την επίθεση του Ο. Καλογήρου ήταν το άρθρο του Στ. Στυλιανίδη “ΑντιΣΥΡΙΖΑ φανατισμός και η κουλτούρα του κακού” (17/8/2018 στην Athens Voice).

Ο Ο. Καλογήρου δεν τις θεωρεί υβριστικές, όπως αναφέρει στην επανορθωτική του ανάρτηση, παρόλο που είναι παράδοξο να θεωρεί κανείς πολιτική κριτική σχόλια του τύπου “αει στο διάολο”. Σημειώνεται ότι ο Στ. Στυλιανίδης δεν έχει καν λογαριασμό στο Facebook και δεν ενεπλάκη σε κανενός είδους διάλογο μαζί του.

Οπως μας μετέφεραν συνομιλητές του Στ. Στυλιανίδη, που έχουν κρατήσει και τις επίμαχες αναρτήσεις τις οποίες παρουσιάζουμε, θίχτηκε ιδιαίτερα από τις αναφορές στα ψυχιατρεία της ΕΣΣΔ στα οποία εγκλείονταν ανιφρονούντες του καθεστώτος, έχοντας αφιερώσει 35 χρόνια από τη ζωή του σε αγώνες για την αποασυλοποίηση και τον εκδημοκρατισμό της ψυχιατρικής περίθαλψης.

Η σύζυγος στην οποία απαξιωτικά αναφέρεται ο κ. Καλογήρου είναι η δημοσιογράφος Αγγελική Σπανού, συγγραφέας του βιβλίου “Απαρατήρητοι” (κυκλοφόρησε τον Απρίλιο 2019 από τις εκδόσεις Πόλις), η οποία είχε δεχτεί λυσσαλέες επιθέσεις για το άρθρο της “οι αντιΣΥΡΙΖΑ φίλοι μου” (τον Αύγουστο 2018 στην Athens Voice).

“Οι αποκλεισμένοι στο ντιβάνι; Ανάγκη για μια νέα ψυχοκοινωνική κατανόηση και φροντίδα”, του Στέλιου Στυλιανίδη

Από την Athens Voice:

Χρειάζεται επειγόντως μια νέα κλινική προσέγγιση και μια νέα ηθική στη δόμηση μιας εναλλακτικής προσέγγισης της ψυχιατρικής φροντίδας.

«Μια χαρά είναι εδώ. Δεν είναι τίποτα. Μια χαρά κοιμάται έξω στο δρόμο κάποιος. Σου λέω εγώ, καλύτερα απ’ το σπίτι, γιατί το έχω περάσει». Αντριάν, άστεγος (από το βιβλίο του Στέλιου Φαρσαλιώτη «Κλινική του Εφήμερου: Μια ψυχαναλυτική προσέγγιση της ανεστιότητας», εκδόσεις ΑΡΜΟΣ). 

«Το παρόν είναι το μέλλον». (από τους «Λαντζέρηδες», του Μόρις Πάνιτς, σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη στο Σύγχρονο Θέατρο) 

Η ψυχαναλυτική προσέγγιση μιας ανυπόφορης ψυχικής οδύνης όπως είναι ο παρατεταμένος και ακραίος κοινωνικός αποκλεισμός, η απόλυτη και διαιωνιζόμενη αβεβαιότητα, οδηγεί το άτομο στη συρρίκνωση, την ελαχιστοποίηση του εαυτού του. Ταυτόχρονα, η κατάρρευση της έννοιας της ταυτότητας, η ακραία αποξένωση απ’ αυτό που παλιά αποτελούσε ένα σταθερό σημείο αναφοράς μπορεί να αναδείξει αρχαϊκά άγχη, βία, επιθετικότητα αλλά και μια «ερωτικοποίηση» του ίδιου του αποκλεισμού (όπως το βίωμα του Ελληνορουμάνου Αντριάν). 

Ο αυτο-αποκλεισμός έχει σαν αποτέλεσμα μια βαθιά δυσλειτουργία σε σωματικό, ψυχικό και κοινωνικό επίπεδο: Το εφήμερο γίνεται πεπρωμένο, όπως έλεγε ο Φρόιντ. Το πρόσκαιρο και παροδικό ανατινάζει, κυριολεκτικά, την έννοια της κοινότητας, αναδεικνύει –άλλες φορές με σιωπηλό και άλλες με θορυβώδη τρόπο– την απουσία της εστίας, τόσο σαν εσωτερικό αντικείμενο, όπως και σαν εξωτερικό αντικείμενο, όπως αντιπροσωπεύεται από τον πολιτισμό και την κοινωνική συνοχή. 

Μιλάμε για αστέγους, για πρόσφυγες και μετανάστες που βρίσκονται σε μια διαρκώς μετέωρη, γκρίζα περιοχή, για ψυχικά ασθενείς εκτός πλαισίου φροντίδας, για εξαρτημένα άτομα εγκαταλειμένα στην τύχη τους, για πρώην κρατούμενους που δεν επανεντάχθηκαν, για ανθρώπους σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, για ανέργους χωρίς στήριξη και ελπίδα ανάκαμψης. 

Τρεις παρατηρήσεις:

Α. Κοινωνία και βίωμα 

Τη δεκαετία του ’70 ή ’80, παρά τις προφανείς συνδέσεις μεταξύ των ανθρωπιστικών επιστημών (κοινωνιολογία, κοινωνική ανθρωπολογία, κοινωνική ψυχολογία, ψυχανάλυση, φαινομενολογία), τα πράγματα έμοιαζαν αρκετά κστεγανοποιημένα σε επίπεδο συνδέσεων και ερμηνείας της πολυπλοκότητας. Ας ακούσουμε τα λόγια του Pierre Bourdieu, ενός από τους σημαντικότερους Γάλλους κοινωνιολόγους του 2οού αιώνα: «Η κοινωνιολογία ήταν ένα ορμητήριο εναντίον του βιώματος… Μου χρειάστηκε πολύς καιρός για να καταλάβω ότι η άρνηση του υπαρξιακού ήταν μια παγίδα… Η κοινωνιολογία, από τη συγκρότησή της, ήταν αντίθετη προς το μοναδικό, το προσωπικό, το υπαρξιακό. Εδώ βρίσκεται η ανικανότητα του κοινωνιολόγου να διερευνήσει ορισμένα κοινωνικά προβλήματα από τα οποία πάσχει η κοινωνία». 

Μπροστά μας ανοίγεται ένα τεράστιο και αχαρτογράφητο πεδίο ψυχοκοινωνικής κλινικής. Οι κοινωνιολόγοι καλούνται να στοχαστούν πως οι υπαρξιακές συγκρούσεις που εμφανίζονται στο ψυχολογικό επίπεδο έχουν τη γένεσή τους στην κοινωνική ιστορία του ατόμου, που βρίσκεται αντιμέτωπο με διαφορετικές κουλτούρες ή διαφορετικές τάξεις εξαιτίας της κοινωνικής του διαδρομής και της ιστορίας της ζωής του. Οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας και κοινωνικής φροντίδας καλούνται να ανακαλύψουν νέες ψυχοκοινωνικές παρμεβάσεις στήριξης των απαρατήρητων αυτού του περιθωρίου με δεδομένη τη δραματική έλλειψη πόρων. 

Στις μέρες μας, το άτομο περνά από ένα καθεστώς μόνιμης αναμονής και αβεβαιότητας, ακατάπαυστα, από προσδοκία σε προσδοκία, περιμένοντας συνεχώς, σε όλα τα πεδία της ζωής, ότι κάτι μπορεί να συμβεί. Η ψυχανάλυση, σαν συνεκτικό θεωρητικό σύστημα κατανόησης του ανθρώπινου ψυχισμού, έχει ανάγκη όπως η διψασμένη γη τη βροχή, τον χρόνο για να μπορεί κανείς να σκεφτεί, να αναστοχαστεί, να παρατηρήσει τι συμβαίνει μέσα του. Η μετα-νεωτερικότητα, αλλά και οι γενικότερες συνθήκες επισφάλειας, δεν επιτρέπουν σε καμία περίπτωση αυτή την πολυτέλεια.

Β.  Η δυσφορία στον σύγχρονο πολιτισμό

Στο γνωστό έργο του ο Φρόιντ, το 1930, σημείωνε: «Η οδύνη μάς απειλεί από τρεις πλευρές: α) από το ίδιο το σώμα, που καταδικασμένο να μαραθεί και να διαλυθεί δεν μπορεί καν να ανταπεξέλθει χωρίς τον πόνο και το άγχος ως σήματα κινδύνου, β) από τον εξωτερικό κόσμο, που μπορεί να μαίνεται εναντίον μας με πανίσχυρες, αμείλικτες και καταστροφικές δυνάμεις, και, τέλος, γ) από τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους. Την οδύνη που προέρχεται από αυτήν την πηγή, την αισθανόμαστε ίσως πιο επίπονα από οποιαδήποτε άλλη»

Ο Φρόιντ μιλούσε για ανεπάρκεια κανόνων της κοινωνικής οργάνωσης το 1930. Τι γίνεται, όμως, όταν σε συνθήκες ακραίου ψυχοκοινωνικού αποκλεισμού δεν υφίστανται ούτε κανόνες, ούτε υπηρεσίας, ούτε χώρος εργασίας, ούτε τόπος ζωής σαν κατοικία και σαν καταφύγιο ταυτόχρονα; Παλαιότερα, η ψυχιατρικοποίηση ή η παθολογικοποίηση της φτώχειας, της περιπλάνησης και του περιθωρίου έβρισκε απάντηση στην ίδρυση ιδρυμάτων/ασύλων, τα οποία είχαν σαν κύρια αποστολή όχι τη θεραπεία και την αποκατάσταση των ατόμων, αλλά τη διατήρηση της κοινωνικής τάξης μέσα από τη φύλαξη των περιθωριακών ατόμων που εν δυνάμει θα μπορούσαν να αποτελέσουν κίνδυνο για την κοινωνική συνοχή και παραγωγικότητα. Σήμερα, η ψυχοκοινωνική οδύνη εκφράζεται σε άτυπα δίκτυα, χωρίς κανόνες, χωρίς όρους, χωρίς περιορισμούς, χωρίς πλαίσιο, Μιλάμε για μια άμορφη μάζα που προσπαθεί να επιβιώσει σε συνθήκες εξαθλίωσης, επισφάλειας, επικινδυνότητας και τεράστιας ευαλωτότητας απέναντι σε μείζονες κινδύνους που απειλούν τη ζωή τους.

Η δυσφορία, λοιπόν, στον πολιτισμό σήμερα εγγράφεται σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο διάχυτου κοινωνικού αποκλεισμού. Ο ιδρυματισμός βρίσκεται και διαχέεται στην κοινότητα μέσα από τριχοειδή αγγεία και είναι επίπονος, επώδυνος, απελπιστικά ισχυρός απέναντι στην ανύπαρκτη διαπραγματευτική ισχύ των ανθρώπων. 

Μες στην πολυμορφία της σημερινής δυσφορίας του πολιτισμού, πολλαπλασιάζονται οι αποδιοπομπαίοι τράγοι χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα επανασυγκρότησης της πρωτόγονης ορδής (Τοτέμ και Ταμπού) παρά τις πολλαπλές και διαδοχικές θυσίες αυτών των «αποβλήτων». 

Ο Φρόιντ θεωρούσε ότι η προσωπική ανάπτυξη είναι το προϊόν αλληλεπίδρασης δύο τάσεων: «Από τη μια πλευρά η επιδίωξη της ευτυχίας, που θα την αποκαλέσουμε γενικά “εγωισμό”, και από την άλλη πλευρά η επιδίωξη της ένωσης με τα άλλα μέλη της κοινότητας, που θα την αποκαλέσουμε “αλτρουισμό”». Αυτή η αντίθεση μεταξύ εγωισμού και αλτρουισμού, προκειμένου να συγκροτηθεί το υποκείμενο, πώς εκφράζεται άραγε σήμερα; Πώς αυτή η βία, σε πρωτόγονο επίπεδο, όπως διατύπωνε ο Φρόιντ, θα μπορούσε να εξισορροπηθεί από τη δημιουργία κοινωνικών δεσμών, σημείων αναφοράς στον πολιτισμό, στην κοινωνική συγκρότηση, γύρω από μια μεγάλη αφήγηση σε μια εποχή ακραίας επισφάλειας και κατακερματισμού;

Γ.  Ποιο πλαίσιο, ποια φροντίδα

Οι αποκλεισμένοι καθρεφτίζουν την ίδια την ανεπάρκεια, τη φτώχεια και το έλλειμμα, τόσο της ψυχιατρικής φροντίδας όσο και της ίδιας της επιστημολογικής βάσης της ψυχιατρικής. Χρειάζεται επειγόντως μια νέα κλινική προσέγγιση και μια νέα ηθική στη δόμηση μιας εναλλακτικής προσέγγισης της ψυχιατρικής φροντίδας, η οποία να λαμβάνει υπόψη ότι η οδύνη δεν εκφράζεται μόνο ατομικά ούτε με όρους απλουστευτικής διάγνωσης, αλλά σε κοινωνικό δίκτυο, σε μια δεδομένη ιστορική πραγματικότητα. 

Το πολιτισμικό και κοινωνικό περιβάλλον διαμορφώνει τα ίδια τα ψυχιατρικά συμπτώματα και την κοινωνική έκφρασή τους. 

Για να υπάρξει ένα αυθεντικό πλαίσιο υποδοχής και ενσωμάτωσης του περιθωρίου απαραίτητες προϋποθέσεις είναι να σκεφτούμε πέρα από «πολιτικά ορθές» αντιλήψεις και συγκαλύψεις ποια είναι η δική μας βία απέναντι σ’ αυτά τα άτομα, ποιες είναι οι δικές μας προκαταλήψεις και να αναρωτηθούμε γιατί πραγματικά θέλουμε να βοηθήσουμε. 

Ποια πρέπει να είναι τα συστατικά στοιχεία αυτής της νέας κλινικής προσέγγισης; 

• Η διαπίστωση ότι πίσω από την οποιαδήποτε θορυβώδη συμπτωματολογία υπάρχει μια αφήγηση και μια δυνατότητα κατανόησης της δυσφορίας, του αδιεξόδου που μπορεί να εκφράζει ένα άτομο μέσα από τα συμπτώματά του. 

• Η προσπάθεια γεφύρωσης του χάσματος μεταξύ διάγνωσης – προτεινόμενης θεραπείας και πραγματικού κοινωνικού πλαισίου στο οποίο ζει το άτομο που θέλουμε να βοηθήσουμε με το εξατομικευμένο πλάνο που του προτείνουμε. 

• Όταν οι υπηρεσίες δεν επαρκούν, όταν οι πόροι δεν είναι ποτέ αρκετοί, όταν δεν υπάρχει κάλυψη από την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, όταν οι κοινωνικοί δεσμοί είναι ρευστοί και εφήμεροι, τότε πρέπει να εφεύρουμε έξυπνες και ευέλικτες απαντήσεις σε δίκτυο οι οποίες να έχουν κάποιο νόημα για τη ζωή του ατόμου.

• Η περιθωριοποίηση και οι κοινωνικές ανισότητες δεν μπορούν να ενταχθούν στην προκρούστεια κλίνη της ψυχιατρικής διάγνωσης. Η ψυχιατρική φροντίδα οφείλει να αλλάξει και να απαντήσει στις σύγχρονες προκλήσεις και τα νέα αιτήματα: Ναρκισσιστικές διαταραχές, παθολογία του κενού, εξάρτηση από το διαδίκτυο, συγκάλυψη της ενδοοικογενειακής βίας, συν-νοσηρότητα, ιατρικοποίηση μέσω φαρμακοβιομηχανίας κάθε ψυχικής οδύνης, παθολογίες εικόνας σώματος. 

Πρέπει ο λόγος και το βίωμά μας να συνδέει τις απαντήσεις μας απέναντι στους κοινωνικά αποκλεισμένους σαν φορέας νοήματος αλλαγής και αφύπνισης από την παθητικότητά μας. Αν αυτό δεν γίνει με όρους διαφωτισμού και κοινωνικής αλληλεγγύης, τότε η ξενοφοβία, ο ρατσισμός, ο φονταμενταλισμός, ο εκφασισμός της κοινωνίας, αλλά και η αυτοκαταστροφικότητα θα επικρατήσουν οριστικά.