Ετικέτα: ΣΥΡΙΖΑ

Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές: Μπορεί να υπάρξει ένας ευτυχισμένος Σίσσυφος;

του Στέλιου Στυλιανίδη

Πηγή: tvxs.gr

Οι εκλογές της 7ης Ιουλίου ανέδειξαν ορισμένα καίρια σημεία τα οποία μπορούν να αποτελέσουν τροφή για σκέψη για τον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ, για τον αναστοχασμό του ευρύτερου προοδευτικού κεντροαριστερού και αριστερού χώρου, όπως και για τη ρευστότητα που καθορίζει τη στάση ενός μέρους του εκλογικού σώματος σε συνθήκες επικράτησης του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου.

Η Αριστερά, ειδικά μετά τις ήττες της, έχει μια μακρά παράδοση αυτομαστιγώματος, εσωστρέφειας, αναζωπύρωσης εσωκομματικών συγκρούσεων, απόσυρσης από το κοινωνικό γίγνεσθαι. Σε τελική ανάλυση, υιοθετεί μια αρχετυπική μαζοχιστική θέση. Πρότυπο αυτής της θέσης, μυθολογικά, είναι η προσπάθεια του Σίσσυφου, ο οποίος έχει καταδικαστεί από τους Θεούς να μεταφέρει έναν βράχο στην κορυφή του βουνού και με τη δύση του ήλιου ο βράχος να ξανακυλά στους πρόποδές του. Το ερώτημα για το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ είναι μέσα από ποιους όρους θα αξιολογήσει τα αίτια της ήττας του, θα αναλάβει πρωτοβουλίες για την ουσιαστική μετάλλαξή του ως κυρίαρχου πόλου του ευρύτυρου προοδευτικού μετώπου και θα κατανοήσει την ήττα ως μια νέα αρχή αναστοχασμού και δράσης στον αντίποδα της αυτοτιμωρητικής λειτουργίας του Σισσύφου.

Η εξέλιξη του κόσμου, πόσο μάλλον της σκεπτόμενης Αριστεράς, έγκειται στο να μπορεί να συγκροτεί και σε συνθήκες ήττας τη σκέψη και τη δράση της χωρίς να επαναλάβει τις εγγενείς παθογένειες του παρελθόντος της. Είναι η επείγουσα ανάγκη του αναστοχασμού για έναν ευτυχισμένο Σίσσυφο, όπως το είδε ο Αλμπέρ Καμύ.

Πώς μπορούμε να αποτιμήσουμε πολύ συνοπτικά το έργο και το παράδειγμα εξουσίας της κυβερνώσας αριστεράς;

– Στα θετικά πεπραγμένα οφείλουμε καλοπροαίρετα να εκτιμήσουμε το επώδυνο τέλος της αυταπάτης ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε συγκρουσιακά να ανατρέψει το νεοφιλελεύθερο δόγμα της ευρωζώνης χωρίς να θέσει τη χώρα σε έναν ακραίο ιστορικό κίνδυνο. Κάθε διαδικασία αποεξιδανίκευσης ενός ισχυρού αριστερού ιδεώδους και απομάγευσης στελεχών και οπαδών από μια “νικηφόρα” επαναστατική διέγερση θα είχε αναπόφευκτα σοβαρές επιπτώσεις. Η αποκόλληση των πιο σκληρών κομματιών (ΛΑΕ, Πλεύση Ελευθερίας και πρόσφατα ΜΕΡΑ 25) αποτελούν φυσική πολιτική συνέπεια μιας διαδικασίας βίαιης αναμέτρησης του ΣΥΡΙΖΑ με την πραγματικότητα.

– Το τέλος της αυταπάτης είχε σαν ουσιαστική και θετική συνέπεια την φιλοευρωπαϊκή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος συμφωνεί, αντικειμενικά, όχι με τον μερκελικό αλλά με τον μακρονικό δρόμο προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση, όπως εύστοχα υποστηρίζει ο Ν. Μουζέλης. Είναι σαφές ότι πολύ πιο εύκολα μπορούν να βρεθούν σύμμαχοι, ακόμη και σε συνθήκες αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων, με την ιδέα μιας ευρωπαϊκής ομοσπονδίας και όχι με την ιδέα μιας γερμανοκρατούμενης συνομοσπονδίας. Ο Αλ. Τσίπρας, παρά την αφετηρία του, κατάφερε να γίνει θεσμικός και αξιόπιστος συνομιλητής, με τους αναγκαίους συμβιβασμούς, του ευρωπαϊκού establishment.

– Η συμφωνία των Πρεσπών, παρόλο που η επικοινωνιακή διαχείρισή της ήταν λαθεμένη από την αρχή μέχρι το τέλος, αποστερώντας από τον ΣΥΡΙΖΑ φυσικούς συμμάχους, αποτελεί ένα μεγάλο επίτευγμα υπέρβασης χρόνιων εθνικιστικών αγκυλώσεων και ιδεοληψιών. Αποτελεί επίσης τεκμήριο ραγδαίας αναβάθμισης της γεωπολιτικής θέσης της χώρας.

– Η έμφαση στην ατζέντα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (σύμφωνο συμβίωσης, ταυτότητα φύλου, ιθαγένεια, Θράκη, εκσυγχρονισμός σωφρονιστικού συστήματος) έδωσε τη δυνατότητα νομοθετικής κατοχύρωσης δικαιωμάτων συμπολιτών μας τα οποία θεωρούνταν ταμπού για προηγούμενες κυβερνήσεις.

– Η πολιτική βούληση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν θετική ως προς τη διαχείριση του προσφυγικού-μεταναστευτικού, ιδιαίτερα σε σχέση με πολιτικές κοινωνικής ενσωμάτωσης οικονομικών μεταναστών και ανθρωπιστικής διαχείρισης της κρίσης. Η διοικητική και διαχειριστική ανεπάρκεια του ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις καλές προθέσεις και με δεδομένες τις συγκρούσεις με τις εθνικιστικές και ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις, δημιούργησε δυστυχώς ένα κατακερματισμένο, χαοτικό τοπίο με κορύφωση την αναποτελεσματικότητα διαχείρισης των camps και των κονδυλίων, με εμβληματικό τόπο ιδρυματισμού των προσφύγων την Μόρια.

– Η προτεραιότητα στη στήριξη των ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων και των ευπαθών ομάδων που χτυπήθηκαν περισσότερο από την κρίση ήταν θετικό βήμα για την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης παρά τον κυρίαρχο ανορθολογισμό στην αναδόμηση και τον επανασχεδιασμό του κοινωνικού κράτους στη χώρα. Δυστυχώς, αυτή η αναγκαία στήριξη έγινε κάποιες φορές με όρους πελατειασμού και βραχυπρόθεσμου εκλογικού οφέλους.

Σε σχέση με τα αρνητικά πεπραγμένα οφείλουμε συνοπτικά να σημειώσουμε:

– Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατανόησε ότι ψηφίστηκε κυρίως σαν αντιμνημονιακό και όχι σαν αριστερό κόμμα. Η εγγενής αμιφυθυμία της ηγεσίας του και ιδιαίτερα του Αλέξη Τσίπρα απέναντι στη συνεργασία με τον κατακερματισμένο χώρο της κεντροαριστεράς αλλά κυρίως με το Ποτάμι που το 2015 αποτελούσε εν δυνάμει εταίρο εγκλώβισε τον ΣΥΡΙΖΑ στη συντήρηση της αντιμνημονιακής ταυτότητας και ρητορικής και στη διολίσθηση (με διχαστικό λόγο και εμφυλιοπολεμικά μοτίβα) στην κυβερνητική συνεργασία με το πιο αποκρουστικό πρόσωπο της λακίστικής δεξιάς με φασιστοειδή χαρακτηριστικά (ΑΝΕΛ). Για ένα αριστερό φιλοευρωπαϊκό κόμμα μια τέτοια σύμπραξη, όπως και ο συμβολικός δημόσιος εναγκαλισμός Α. Τσίπρα-Π. Καμμένου τον Σεπτέμβριο 2015, αποτέλεσε έναν βαθύ στιγματισμό και τραύμα.

– Το ύφος και το ήθος της εξουσίας δεν ανταποκρίθηκε στα αρχικά αριστερά προτάγματα και στις ελπίδες της πλειοψηφίας των ψηφοφοφόρων. Δινόταν η εντύπωση ότι η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ δεν αντιλαμβανόταν πόσο απωθητικά για έναν προοδευτικό κόσμο λειτουργούσαν η αυταρέσκεια, η εριστικότητα, η αλαζονεία, η δήθεν αυτάρκεια, το έλλειμμα ενσυναίσθησης και ο κυνισμός που απέπνεαν δηλώσεις και κραυγές εμβληματικών στελεχών. Ο “πολλακισμός” ήταν απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Το φαινόμενο αυτό ανατροφοδοτούσε η συνειδητή ανοχή του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ. Μια από τις πιο αρνητικές στιγμές της κυβέρνησης ήταν η επικοινωνιακή διαχείριση της εθνικής τραγωδίας στο Μάτι. Ως προς αυτό, δεν χρειάζονται περισσότερα λόγια γιατί το εθνικό πένθος είναι βαρύ και όλοι θυμόμαστε.

– Η υποβάθμιση της ατζέντας της καθημερινότητας των πολιτών και της ποιότητας ζωής, λόγω μιας μνημειώδους διαχειριστικής ανεπάρκειας στην αντιμετώπιση πρακτικών προβλημάτων, συνέβαλαν καθοριστικά στη διόγκωση της δυσαρέσκειας που εκφράστηκε και εκλογικά.

– Η ιδεολογική καθήλωση σε μια χρηστική αντίληψη των αστικών θεσμών είχε σαν αποτέλεσμα μια αντιθεσμική λειτουργία στελεχών της κυβέρνησης με αιχμή του δόρατος άστοχες και διχαστικές παρεμβάσεις, ιδιαίτερα στον χώρο της Δικαιοσύνης. Το φιάσκο στο οποίο κατέληξε η έκβαση ενός υπαρκτού και τεράστιου σκανδάλου στον χώρο της υγείας (υπόθεση Novartis) ήταν πολύ χαρακτηριστικό της επιπολαιότητας, της λαϊκίστικής αντίληψης και της ιδεοληψίας απέναντι στη θεσμική λειτουργία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Ο καταγγελτικός και συγκρουσιακός λόγος χωρίς δικαστική τεκμηρίωση αποξένωσε ένα ακόμη σημαντικό προοδευτικό ακροατήριο.

– Η λαϊκίστικη πρακτική του ΣΥΡΙΖΑ στα θέματα μέσης εκπαίδευσης και κυρίως ΑΕΙ (συγχωνεύσεις ΤΕΙ-ΑΕΙ που σε μεγάλο βαθμό υπήρξαν άστοχες και με ανεπαρκή τεχνική προετοιμασία, ίδρυση νέων σχολών χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της πανεπιστημιακής κοινότητας και χωρίς υποδομές) ενίσχυσε έναν σκληρό αντιπολιτευτικό λόγο απέναντι σε μια σειρά διακηρύξεων καλών προθέσεων. Η ταύτιση του ΣΥΡΙΖΑ με την αντιαριστεία και την αναξιοκρατία από τους πολιτικούς του αντιπάλους υπήρξε καταλυτική.

– Η ατζέντα της ασφάλειας αποτέλεσε ένα άλλο διφορούμενο στοιχείο της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ με σημείο αιχμής την ανοχή σε δράσεις αναρχοαυτόνομων ομάδων, τόσο στην κοινότητα όσο και στα ΑΕΙ, και την υποβάθμιση της ανάγκης ασφάλειας των πολιτών στις συνοικίες. Με ευθύνη και του ΣΥΡΙΖΑ τροφοδοτήθηκε μια άγρια σπέκουλα για ανοχή στην ανομία ως χαρακτηριστικό της ιδεολογίας της Αριστεράς.

– Το επικοινωνιακό έλλειμμα της αντικειμενικής προβολής της κυβερνητικής πολιτικής ήταν κραυγαλέο. Ο τρόπος λειτουργίας των δημόσιων μέσων ενημέρωσης ήταν εξαιρετικά χαμηλού επιπέδου με αποτέλεσμα να εκτίθεται η κυβέρνηση και να δώσει στα αντίπαλα ΜΜΕ μια τρομακτική υπεροπλία.

– Ο χώρος της υγείας, που θα μπορούσε να αποτελέσει προνομιακό πεδίο της Αριστεράς για καινοτόμες δράσεις σε περίοδο κρίσης (δίκτυα αλληλεγγύης και αναβάθμιση του δημόσιου συστήματος υγείας με συμμαχίες με δυνάμεις στον προοδευτικό χώρο που είχαν ιστορικό καλών πρακτικών σε τοπικό και διεθνές επίπεδο) συρρικνώθηκε δυστυχώς σε μια διοικητικά έωλη και δυσλειτουργική μεταρρύθμιση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Η κάλυψη των 2,5 εκ ανασφάλιστων πολιτών, που έγινε με αποφασιστικό τρόπο, δεν ενσωματώθηκε σε ένα ολιστικό συνεκτικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο που να περιλαμβάνει και άλλους κρίσιμους τομείς όπως πρόληψη, προαγωγή υγείας και ψυχικής υγείας, ολοκλήρωση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, αναβάθμιση της πολιτικής απέναντι στις εξαρτήσεις. Αυτές είναι θεσμικές δράσεις που δεν έχουν a priori δημοσιονομικό κόστος αλλά απαιτούν τεχνοκρατική επάρκεια, μεταρρυθμιστική κουλτούρα και ισχυρή πολιτική βούληση.
 
Οι όροι του μετασχηματισμού για έναν σύγχρονο προοδευτικό πόλο
 
– Η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και ιδιαίτερα ο πρόεδρός του, ο οποίος αποτελεί το αδιαμφισβήτητο πολιτικό κεφάλαιο της κυβερνώσας Αριστεράς, πρέπει να αποφασίσει οριστικά, χωρίς αμφιθυμία και υποσημειώσεις, αν θα εργαστεί προς τη συγκρότηση μιας στρατηγικής συμμαχίας μεταξύ σοσιαλδημοκρατικής κεντροαριστεράς και ριζοσπαστικής φιλοευρωπαϊκής Αριστεράς. Είναι σαφές ότι οι δύο χώροι έχουν ιστορικά και παραδοσιακά μια μακρά διαδρομή ανταγωνιστικής και συγκρουσιακής σχέσης. Είναι επίσης ακριβές ότι η στροφή της σοσιαλδημοκρατίας προς τα δεξιά με την υιοθέτηση αρχών και πρακτικών του νεοφιλελευθερισμού έχει πλέον ένα αρνητικό ευρωπαϊκό προηγούμενο και βρίσκεται σε πλήρη ρήξη με την χρυσή εποχή της σοσιαλδημοκρατίας (1945-1975).

– Το άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ προς τον σοσιαλδημοκρατικό χώρο και η συγκρότηση της προοδευτικής συμμαχίας έγινε καθυστερημένα, χωρίς επαρκή προετοιμασία, χωρίς ουσιαστική πολιτική ζύμωση και με αρκετά στελέχη του παλαιοκομματικού ΠΑΣΟΚ σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Συνεπώς, δεν σηματοδοτήθηκε στο φαντασιακό των προοδευτικών ψηφοφόρων ένα αυθεντικό άνοιγμα όσμωσης των δύο αυτών χώρων και η απομόνωση του ΚΙΝΑΛ και του ακραίου κέντρου σε ρόλο ουραγών του κεντρώου ανοίγματος του Κυρ. Μητσοτάκη.

– Το 31,5% που κέρδισε ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές μπορεί να αποτελέσει μια καλή αφετηρία για τη συγκρότηση μιας νέας προοδευτικής παράταξης αλλά ταυτόχρονα και παγίδα σε μια αυτάρεσκη επανάληψη της ριζοσπαστικής καθαρότητας του ΣΥΡΙΖΑ του 3%.

– Το άνοιγμα σε νέα στελέχη της κεντροαριστεράς και σε ανένταχτους της ανανεωτικής αριστεράς, με ηθική και τεχνική ανεπάρκεια, με αναγνωρισιμότητα στον κοινωνικό και αυτοδιοικητικό χώρο, πρέπει να γίνει χωρίς προκαταλήψεις, χωρίς οργανωτικούς αποκλεισμούς και χωρίς επιβολή μιας ανιστορικής κομματικής επετηρίδας.

– Η τελική οργανωτική μορφή που θα πάρει ένα ιδρυτικό συνέδριο του προοδευτικού αυτού χώρου πρέπει να αποτελέσει πρωταρχικό καθήκον του Αλέξη Τσίπρα χωρίς ίχνος ταλαντεύσεων, δισταγμών και υπαρξιακής αγωνίας διατήρησης εσωκομματικών συσχετισμών οι οποίοι έχουν ξεπεραστεί ιστορικά. Η υπέρβαση προς το καινούργιο και η αναζήτηση μιας νέας κοινωνικής ηγεμονίας του προοδευτικού χώρου, κατά Γκράμσι, δεν μπορεί να γίνει χωρίς πολιτικό, ψυχικό, ακόμη και συναισθηματικό κόστος απέναντι σε ιστορικούς δεσμούς και καθηλώσεις.

– Μια σύγχρονη ατζέντα ευρωπαϊκής Αριστεράς πρέπει να περιλάβει ουσιαστικές επεξεργασίες και όχι απλές ρητορικές αναφορές σε μείζονα ζητήματα του μέλλοντος: Επιπτώσεις κλιματικής αλλαγής, δημογραφικό πρόβλημα, μεταναστευτικό-προσφυγικό όχι ως επείγον αλλά ως γεωπολιτική σταθερά, κοινωνική οικονομία, χρήση νέων τεχνολογιών, τεχνητή νοημοσύνη, ζητήματα απανθρωποποίησης-αποσυναισθηματοποίησης των ανθρώπινων σχέσεων και των κοινωνικών δεσμών, υλικότητα των δικαιωμάτων μέσα από την εφαρμογή συγκεκριμένων πολιτικών. Ο σύγχρονος καπιταλισμός είναι δομικά ανήθικος μέσα από το δόγμα του “ανάπτυξη ή θάνατος”. Μια αριστερή αντίληψη για μια οικολογική κοινωνία προϋποθέτει όχι μόνιο την ανατροπή των μηχανισμών που οδηγούν στην καταστροφή της φύσης αλλά και των μηχανισμών που υπονομεύουν την ίδια την κοινωνική ζωή μέσα από την θεοποίηση του κέρδους.

– Η σύγκλιση τεχνοκρατικής γνώσης, επιστημονικής επάρκειας και αριστερής μεταρρυθμιστικής ατζέντας πρέπει να αποτελέσει το μελλοντικό προνομιακό πεδίο της Αριστεράς στην προσέλκυση νέων στελεχών και ομάδων με διαφορετικό τρόπο σε σχέση με τα παλαιά κομματικά πρότυπα.

– Η συγκρότηση ατζέντας μεταρρυθμίσεων με προοδευτικό πρόσημο οφείλει να συνδυαστεί με την αποτελεσματική λειτουργία των θεσμών προς όφελος των πολλών και όχι προς όφελος της ιδεοληπτικής συγκρουσιακότητας της Αριστεράς. —Δεν είναι ντροπή ή στίγμα για την Αριστερά να μαθαίνει από τα επιτεύγματα και τις καλές πρακτικές της φιλελεύθερης παράταξης, όπως πχ, τεχνικές σύγχρονου μάνατζμεντ, λογοδοσίας, αξιολόγησης, στοχοθέτησης, εκτέλεσης επιχειρησιακών σχεδίων, ακρόασης των αναγκών της αγοράς και της καθημερινότητας του πολίτη, ταχύτητα στην παρέμβαση.

Ο Βίκτωρ Ουγκώ έλεγε ότι «η ουτοπία του σήμερα είναι η αλήθεια του αύριο». Η Αριστερά, όπως και ο άνθρωπος που ψάχνει διαρκώς το νόημα σαν τον Σίσσυφο, όχι αυτοτιμωρητικά αλλά ωθούμενος από ένα αόρατο ηθικό πρόταγμα, δεν μπορεί να είναι αυτάρκης χωρίς ελλείψεις, αδυναμίες, κενά, σαν ένας απλός καταναλωτής προϊόντων και σχέσεων. Αυτές οι ελλείψεις πρέπει να αποτελέσουν την αφετηρία για τη δημιουργία μιας νέας νοηματοδότησης προσπαθώντας να συναντήσουμε τον εαυτό μας και τον άλλο απέναντι στην αλλοτριωτική δύναμη των ναρκισσισμών της κάθε εξουσίας αλλά και της ασυνείδητης ενίσχυσης του δικού μας μεγαλειώδους εαυτού.

Ισως έτσι αποκτά νόημα η διατύπωση του Αντόνιο Γκράμσι ότι «ηγεμονία είναι όταν ο εκμεταλλευόμενος βρίσκει την ευτυχία στην εκμετάλλευση». Η ανατροπή αυτής της ηγεμονίας μπορεί να είναι και το μελλοντικό πρόταγμα μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής Αριστεράς.