Ετικέτα: ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ

Picture of Claudio Laks Eizirik

Claudio Laks Eizirik: Κακός αλλά δημοκρατικός ο νέος κορωνοϊός (ATHENS VOICE)

Πηγή: ATHENS VOICE

Ο πρώην πρόεδρος της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης Claudio Laks Eizirik μίλησε στην ATHENS VOICE και περιγράφει τις αλλαγές που έφερε στη ζώη μας ο κορωνοϊός.

O Clαudio Laks Eizirik είναι ψυχαναλυτής στο Πόρτο Αλέγκρε στη Βραζιλία και πρώην πρόεδρος της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ενωσης (ΙΡΑ). Είχαμε κάνει μια συζήτηση για την ψυχανάλυση στον σύγχρονο κόσμο μέχρι που ξέσπασε η πανδημία και αναγκαστικά ξεκινήσαμε τη συζήτηση από την αρχή.

Ψυχαναλυτικά πώς θα περιγράφατε την αλλαγή που έφερε στη ζωή μας η πανδημία;
Η πανδημία Covid 19 είναι ένα τραύμα στο ναρκισσισμό και την αλαζονεία της ανθρωπότητας. Πιστεύαμε στη διαρκή πρόοδο της επιστήμης και στην απόλυτη ικανότητά μας να αντιμετωπίζουμε πολλών ειδών προκλήσεις. Αλλά κάποτε ο Φρόιντ μας είχε διδάξει ότι η φύση και το μεγαλείο της μπορεί να μας μικρύνει και να μας φέρει στο πραγματικό μας μέγεθος: Είμαστε ευάλωτα και απροστάτευτα πλάσματα που σπαταλάμε το χρόνο μας κυρίως σε διαμάχες και μάχες για εξουσία, χρήμα, δόξα, φήμη, όπως επίσης για την καταστροφή του κοινού μας σπιτιού, του πλανήτη μας, της Γης, των φυσικών της πόρων και της άγριας ζωής.

Αυτός ο τρομερός ιός είναι δημοκρατικός μέσα στο κακό που προκαλεί. Δεν ξεχωρίζει τα θύματά του ανάλογα με το φύλο, τη θρησκεία, την ηλικία, τον πλούτο ή τη φτώχεια, δεν ακολουθεί τις διχοτομήσεις με τις οποίες μας αρέσει να κατηγοριοποιούμε τους ανθρώπους.

Από τη μια άκρη του κόσμου ως την άλλη είμαστε μάρτυρες του καλύτερου και του χειρότερου στην ανθρώπινη φύση: από τη μια αλληλεγγύη, γενναιοδωρία, προσφορά, αφοσίωση στο λειτούργημά τους από τους επαγγελματίες του συστήματος υγείας. Από την άλλη ψέματα, απληστία, ανικανότητα ηγεσίας και συντονισμού των προσπαθειών, αγώνας για εξουσία. Αυτή η δεύτερη ομάδα αποτυχίας και πολύ συχνά εγκληματικής αμέλειας είναι η κοινή παράδοση εθνικών ηγεσιών σε πολλά μέρη του κόσμου, στις λεγόμενες δημοκρατίες ή σε δικτατορικά καθεστώτα, όπως για παράδειγμα η Κίνα.

Αφορά την ψυχανάλυση ο ιός;
Η ψυχανάλυση δείχνει αξιοσημείωτη αντίδραση στην πανδημία. Πρώτα-πρώτα ο βασικός της θεσμός, η Διεθνής Ψυχαναλυτική Ενωση (ΙΡΑ), προσφέρει ανοιχτές συζητήσεις και διαδικτυακά σεμινάρια, σε σχέση με τις βασικές συνέπειες της πανδημίας στον ψυχισμό αλλά επίσης για την πρακτική βοήθεια στους επαγγελματίες ψυχικής υγείας. Έπειτα, σχεδόν σε όλες τις χώρες όπου υπάρχουν ενώσεις ψυχαναλυτών δραστηριοποιούνται ομάδες για να προσφέρουν συναισθηματική στήριξη στην κοινωνία και στους εργαζόμενους στο χώρο της ψυχικής υγείας.

Σε όλες τις χώρες, οι αναλυτές δεν σταματούν να βλέπουν τους ασθενείς τους, με συνεδρίες online, και με διαφορετικούς τρόπους για τη συνέχιση της θεραπείας. Σε όλες τις χώρες και τις περιοχές οι αναλυτές ακολουθούν προσεκτικά τις οδηγίες του ΠΟΥ παρά τις ισχυρές προσπάθειες να υποβαθμιστεί η ανάγκη της κοινωνικής απόστασης από  παράγοντες σε πολλούς τομείς της οικονομίας και μερικές δυσλειτουργικές κυβερνήσεις. 

Θα μάθουμε κάτι, όταν ο εφιάλτης τελειώσει, σχετικά με την ποιότητα της ζωής, τις υπηρεσίες υγείας και ενός καλύτερου τρόπου συνύπαρξης με τον εαυτό μας, με τους άλλους και με τη φύση; Ειλικρινά ελπίζω ότι η απάντηση θα είναι θετική ακολουθώντας τη συμβουλή του Φρόιντ να μη χάνουμε ποτέ την έλλογη αισιοδοξία. 

Γιατί είναι η ψυχανάλυση σημαντική στο σύγχρονο κόσμο;
Η ψυχανάλυση είναι πολύ σημαντική στο μοντέρνο κόσμο, επειδή μας επιτρέπει να κατανοήσουμε πιο βαθιά γιατί και με ποιο τρόπο δουλεύει ο ανθρώπινος νους τόσο σε υγιείς όσο και σε παθολογικές καταστάσεις. Έτσι, η ψυχανάλυση προσφέρει μια συγκεκριμένη αντιμετώπιση των ψυχικών δυσκολιών, που τόσο η κλινική εμπειρία για περισσότερο από 100 χρόνια όσο και προσεκτικές σύγχρονες μελέτες δείχνουν πως έχει εκπληκτικά και δομικά αποτελέσματα στους ασθενείς μας. Όμως, η ψυχανάλυση είναι επίσης και ένα πολύτιμο εργαλείο για την κατανόηση των ομάδων και της μαζικής ψυχολογίας, έτσι είναι πολύ χρήσιμο να έχουμε μία ψυχολογική οπτική για το σύγχρονο κόσμο που ζούμε όπως και για τις προηγούμενες πολύπλοκες κοινωνικές και πολιτικές καταστάσεις.

Γιατί είναι σημαντική η Διεθνής Ψυχαναλυτική Εταιρεία (IPA);
Η Διεθνής Ψυχαναλυτική Εταιρεία είναι η πιο σημαντική διεθνής ψυχαναλυτική εταιρεία, με περίπου 13.000 μέλη και 5.000 διδάσκοντες αναλυτές σε 56 χώρες σε όλες τις ηπείρους, επειδή ο κύριος στόχος μας είναι να προωθήσουμε και να παρακολουθούμε το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και πρακτικής των ψυχαναλυτών και να πιστοποιούμε αναλυτές που εργάζονται ακολουθώντας υψηλά δεοντολογικά κριτήρια. Η Δ.Ψ.Ε. διοργανώνει διεθνή συνέδρια κάθε δύο χρόνια, πολλές δραστηριότητες, εκδόσεις, ένα πολύ ενεργό website και δημιουργεί ένα αναπτυσσόμενο πρόγραμμα, γνωστό ως ψυχανάλυση στην κοινότητα.

Πώς μπορεί η ψυχανάλυση να συνεισφέρει στην κατανόηση της βίας στη μετα-νεωτερική κοινωνία;
Η βία δεν είναι κάτι καινούργιο στις μέρες μας. Στην πραγματικότητα, από την αρχαία εποχή, όταν για παράδειγμα παρατηρούμε την ελληνική ιστορία και την μυθολογία, τη Βίβλο, ή το Κοράνι, η βασική σύγκρουση μεταξύ ενορμήσεων ζωής και θανάτου στο ασυνείδητο μας και στην εξωτερική πραγματικότητα είναι πάντα παρούσα. Ίσως στην μεταμοντέρνα κοινωνία γινόμαστε μάρτυρες μιας αυξανόμενης κυριαρχίας της εικόνας επί των ιδεών, της δράσης επί των σκέψεων, και μια μανιώδη αναζήτηση γρήγορης ευχαρίστησης, απαντήσεων και βελτίωσης. Όταν επέρχεται η ματαίωση, τότε η βία μπορεί να ξεσπάσει. Η παγκοσμιοποίηση, η πιθανότητα να έχει κανείς απαντήσεις και φαινομενική ευχαρίστηση σε πραγματικό χρόνο μπορούν επίσης να παρακινήσουν τη βία. Οι οικονομικές δυσκολίες, όπως επίσης και υπερβολικός – χωρίς όρια – πλούτος, μπορούν επίσης να παρακινήσουν τη βία. Η ατιμωρησία των διεφθαρμένων ή δικτατορικών ηγετών ή των πολιτικών μπορεί επίσης να αφυπνίσει ένα συναίσθημα πως όλα είναι πιθανά. Η απουσία μίας δημοκρατικής δομής και νόμων που θα εφαρμόζονται για όλους μπορεί επίσης να έχουν το ίδιο αποτέλεσμα. Αυτές είναι κάποιες υποθέσεις να σκεφτεί κανείς σχετικά με αυτό το πολύπλοκο θέμα.

Πώς μπορεί η ψυχανάλυση να μας βοηθήσει να καταλάβουμε τη σύγχρονη άνοδο του ρατσισμού και της ξενοφοβίας; Πώς την αγγίζει το προσφυγικό ζήτημα;
Το βασικό φαινόμενο είναι η προβολή, που σημαίνει ότι κάποιοι ή πολλοί άνθρωποι προβάλλουν τα δικά τους βαθύτερα αρνητικά συναισθήματα, όπως ο θυμός, ο φθόνος, η ζήλεια, σε άλλους ανθρώπους, οι οποίοι φαίνονται επικίνδυνοι, βρώμικοι, εχθροί, και έτσι πρέπει να κρατηθούν έξω από τη γη, την πόλη ή τη γειτονιά. Το απαρτχάιντ, το ολοκαύτωμα και κάθε είδους ξενοφοβία αποτελούν παραδείγματα. Όπως πολύ ξεκάθαρα έχουν δείξει η Hanna Arendt και ο σπουδαίος αναλυτής André Green αυτές οι εκφράσεις της ανθρώπινης κακίας βασίζονται στην απανθρωποποίηση (dehumanize) του άλλου, του διαφορετικού. Οι Ναζί και άλλοι όμοιοι φανατικοί θεωρούσαν τους Εβραίους, τους μαύρους, τους Ρομά, τους ομοφυλόφιλους μη ανθρώπινα πλάσματα. Κάποιοι άνθρωποι βλέπουν και τους σύγχρονους πρόσφυγες με τον ίδιο τρόπο. Υπάρχουν επίσης και οικονομικοί παράγοντες. Ο Φρόιντ έδειξε, στο κείμενο του για το Ανοίκειο, ότι το διαφορετικό, το παράξενο, οτιδήποτε φοβόμαστε, είναι στην πραγματικότητα κάτι που μας ήταν γνώριμο στο παρελθόν, το οποίο είχε απωθηθεί ή ξεχαστεί και τώρα πια μας τρομάζει σαν να ήταν κάτι νέο και τρομακτικό. Αυτό που φοβόμαστε, στην πραγματικότητα, είναι οι δικές μας φαντασιώσεις, οι ευχές, επιθετικές και σεξουαλικές, τις οποίες αποδίδουμε σε άλλους ξένους ανθρώπους. Αυτός είναι ένας λόγος, που η ψυχανάλυση μας διδάσκει πόσο σημαντικό είναι να ακούς τον άλλον.

Πρόσφατα έχετε γράψει ένα βιβλίο σχετικά με τη σχέση ανάμεσα στην ψυχιατρική και την ψυχανάλυση. Ως επαγγελματίας και στα δύο αυτά πεδία, πώς εξηγείτε την αντίσταση που δείχνει η σύγχρονη ψυχιατρική, η οποία εστιάζει στην ερευνητικά-τεκμηριωμένη (evidence-based) φαρμακευτική αγωγή και στο βιοϊατρικό μοντέλο, εναντίον της διεύρυνσής της μέσα από την ψυχαναλυτική οπτική;
Εξαρτάται από τη χώρα ή από την περιοχή, αλλά στην πραγματικότητα πολλοί ψυχίατροι, κατά μία έννοια, εξιδανικεύοντας τον νου, κατά κάποιο τρόπο έχασαν το μυαλό τους, αν μου επιτρέπεται να το πω αυτό. Πολλοί ασθενείς, ακόμα κι εκείνοι με τις πιο σοβαρές ψυχικές διαταραχές, χρειάζονται κάποιου είδους ψυχοθεραπεία, ακόμα και ψυχανάλυση, σε κάποιες περιπτώσεις. Η εμπειρικά αποδεδειγμένη φαρμακευτική αγωγή ήταν ένα μεγάλο επίτευγμα, αλλά από την περίοδο του Ιπποκράτη γνωρίζουμε ότι η φαρμακευτική αγωγή ποτέ δεν ήταν και ποτέ δεν θα είναι μία ακριβής επιστήμη. Παρεμπιπτόντως, ακόμα και οι μεγαλύτεροι επιστήμονες, και έχω κάποιους στο μυαλό, που γνωρίζω καλά, είναι πολύ προσεκτικοί στα συμπεράσματά τους. Έτσι, στο βιβλίο μας, προτείνουμε μια κριτική αξιολόγηση και των δύο τομέων, και αναστόχαζόμαστε τόσο πάνω στα επιτεύγματα μας όσο και στους περιορισμούς. Αυτό που χρειάζονται και ζητούν οι ασθενείς μας είναι να εργαζόμαστε με έναν όσο το δυνατόν συνθετικό και συνεργατικό τρόπο.

Σε μία περίοδο, όπου οι ανισότητες και η κοινωνική αδικία είναι βασικοί παράγοντες της κοινωνικής πραγματικότητας, είναι η ψυχανάλυση μια υπηρεσία που απευθύνεται στην ελίτ, σε εκείνους που έχουν την άνεση να την πληρώσουν;
Αυτή είναι μία άδικη θεώρηση της πραγματικότητας της εργασίας μας. Σε όλο τον κόσμο, οι ψυχαναλυτικές εταιρείες έχουν ψυχανάλυση χαμηλού κόστους, που επιτρέπουν σε ανθρώπους που δεν μπορούν να πληρώσουν το σύνηθες αντίτιμο, να κάνουν ανάλυση. Αλλά επίσης δεν είναι αλήθεια ότι οι αναλυτές βλέπουν ανθρώπους που προέρχονται από μια οικονομική ή κοινωνική ελίτ. Βλέπουμε πολλούς διαφορετικούς ασθενείς, κάθε είδους επαγγέλματος και από διάφορες κοινωνικές τάξεις, και δεν είναι καθόλου σπάνιο να μειώνουμε ή να προσαρμόζουμε τις τιμές. Υπάρχει επίσης, μία νέα τάση ανάμεσα στους ψυχαναλυτές, να εργάζονται έξω από την ιδιωτική πρακτική, διδάσκοντας, εποπτεύοντας την εργασία νεότερων συναδέλφων οι οποίοι έχουν ασθενείς σε ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία, δουλεύοντας σε σχολεία για παιδιά και εφήβους, ακούγοντας αναλυτικά ανθρώπους που υπέφεραν από τραυματικά γεγονότα, όπως οι πρόσφυγες και όσοι είναι θύματα φυσικών καταστροφών, και πολλά άλλα. Κοντολογίς, η ψυχανάλυση είναι ενεργή και παράγει έργο στην κοινότητα τόσο με την εργασία μας όσο και με όλα αυτά τα σενάρια, που ανέφερα ανάμεσα σε τόσα άλλα.

“Οι αποκλεισμένοι στο ντιβάνι; Ανάγκη για μια νέα ψυχοκοινωνική κατανόηση και φροντίδα”, του Στέλιου Στυλιανίδη

Από την Athens Voice:

Χρειάζεται επειγόντως μια νέα κλινική προσέγγιση και μια νέα ηθική στη δόμηση μιας εναλλακτικής προσέγγισης της ψυχιατρικής φροντίδας.

«Μια χαρά είναι εδώ. Δεν είναι τίποτα. Μια χαρά κοιμάται έξω στο δρόμο κάποιος. Σου λέω εγώ, καλύτερα απ’ το σπίτι, γιατί το έχω περάσει». Αντριάν, άστεγος (από το βιβλίο του Στέλιου Φαρσαλιώτη «Κλινική του Εφήμερου: Μια ψυχαναλυτική προσέγγιση της ανεστιότητας», εκδόσεις ΑΡΜΟΣ). 

«Το παρόν είναι το μέλλον». (από τους «Λαντζέρηδες», του Μόρις Πάνιτς, σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη στο Σύγχρονο Θέατρο) 

Η ψυχαναλυτική προσέγγιση μιας ανυπόφορης ψυχικής οδύνης όπως είναι ο παρατεταμένος και ακραίος κοινωνικός αποκλεισμός, η απόλυτη και διαιωνιζόμενη αβεβαιότητα, οδηγεί το άτομο στη συρρίκνωση, την ελαχιστοποίηση του εαυτού του. Ταυτόχρονα, η κατάρρευση της έννοιας της ταυτότητας, η ακραία αποξένωση απ’ αυτό που παλιά αποτελούσε ένα σταθερό σημείο αναφοράς μπορεί να αναδείξει αρχαϊκά άγχη, βία, επιθετικότητα αλλά και μια «ερωτικοποίηση» του ίδιου του αποκλεισμού (όπως το βίωμα του Ελληνορουμάνου Αντριάν). 

Ο αυτο-αποκλεισμός έχει σαν αποτέλεσμα μια βαθιά δυσλειτουργία σε σωματικό, ψυχικό και κοινωνικό επίπεδο: Το εφήμερο γίνεται πεπρωμένο, όπως έλεγε ο Φρόιντ. Το πρόσκαιρο και παροδικό ανατινάζει, κυριολεκτικά, την έννοια της κοινότητας, αναδεικνύει –άλλες φορές με σιωπηλό και άλλες με θορυβώδη τρόπο– την απουσία της εστίας, τόσο σαν εσωτερικό αντικείμενο, όπως και σαν εξωτερικό αντικείμενο, όπως αντιπροσωπεύεται από τον πολιτισμό και την κοινωνική συνοχή. 

Μιλάμε για αστέγους, για πρόσφυγες και μετανάστες που βρίσκονται σε μια διαρκώς μετέωρη, γκρίζα περιοχή, για ψυχικά ασθενείς εκτός πλαισίου φροντίδας, για εξαρτημένα άτομα εγκαταλειμένα στην τύχη τους, για πρώην κρατούμενους που δεν επανεντάχθηκαν, για ανθρώπους σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, για ανέργους χωρίς στήριξη και ελπίδα ανάκαμψης. 

Τρεις παρατηρήσεις:

Α. Κοινωνία και βίωμα 

Τη δεκαετία του ’70 ή ’80, παρά τις προφανείς συνδέσεις μεταξύ των ανθρωπιστικών επιστημών (κοινωνιολογία, κοινωνική ανθρωπολογία, κοινωνική ψυχολογία, ψυχανάλυση, φαινομενολογία), τα πράγματα έμοιαζαν αρκετά κστεγανοποιημένα σε επίπεδο συνδέσεων και ερμηνείας της πολυπλοκότητας. Ας ακούσουμε τα λόγια του Pierre Bourdieu, ενός από τους σημαντικότερους Γάλλους κοινωνιολόγους του 2οού αιώνα: «Η κοινωνιολογία ήταν ένα ορμητήριο εναντίον του βιώματος… Μου χρειάστηκε πολύς καιρός για να καταλάβω ότι η άρνηση του υπαρξιακού ήταν μια παγίδα… Η κοινωνιολογία, από τη συγκρότησή της, ήταν αντίθετη προς το μοναδικό, το προσωπικό, το υπαρξιακό. Εδώ βρίσκεται η ανικανότητα του κοινωνιολόγου να διερευνήσει ορισμένα κοινωνικά προβλήματα από τα οποία πάσχει η κοινωνία». 

Μπροστά μας ανοίγεται ένα τεράστιο και αχαρτογράφητο πεδίο ψυχοκοινωνικής κλινικής. Οι κοινωνιολόγοι καλούνται να στοχαστούν πως οι υπαρξιακές συγκρούσεις που εμφανίζονται στο ψυχολογικό επίπεδο έχουν τη γένεσή τους στην κοινωνική ιστορία του ατόμου, που βρίσκεται αντιμέτωπο με διαφορετικές κουλτούρες ή διαφορετικές τάξεις εξαιτίας της κοινωνικής του διαδρομής και της ιστορίας της ζωής του. Οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας και κοινωνικής φροντίδας καλούνται να ανακαλύψουν νέες ψυχοκοινωνικές παρμεβάσεις στήριξης των απαρατήρητων αυτού του περιθωρίου με δεδομένη τη δραματική έλλειψη πόρων. 

Στις μέρες μας, το άτομο περνά από ένα καθεστώς μόνιμης αναμονής και αβεβαιότητας, ακατάπαυστα, από προσδοκία σε προσδοκία, περιμένοντας συνεχώς, σε όλα τα πεδία της ζωής, ότι κάτι μπορεί να συμβεί. Η ψυχανάλυση, σαν συνεκτικό θεωρητικό σύστημα κατανόησης του ανθρώπινου ψυχισμού, έχει ανάγκη όπως η διψασμένη γη τη βροχή, τον χρόνο για να μπορεί κανείς να σκεφτεί, να αναστοχαστεί, να παρατηρήσει τι συμβαίνει μέσα του. Η μετα-νεωτερικότητα, αλλά και οι γενικότερες συνθήκες επισφάλειας, δεν επιτρέπουν σε καμία περίπτωση αυτή την πολυτέλεια.

Β.  Η δυσφορία στον σύγχρονο πολιτισμό

Στο γνωστό έργο του ο Φρόιντ, το 1930, σημείωνε: «Η οδύνη μάς απειλεί από τρεις πλευρές: α) από το ίδιο το σώμα, που καταδικασμένο να μαραθεί και να διαλυθεί δεν μπορεί καν να ανταπεξέλθει χωρίς τον πόνο και το άγχος ως σήματα κινδύνου, β) από τον εξωτερικό κόσμο, που μπορεί να μαίνεται εναντίον μας με πανίσχυρες, αμείλικτες και καταστροφικές δυνάμεις, και, τέλος, γ) από τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους. Την οδύνη που προέρχεται από αυτήν την πηγή, την αισθανόμαστε ίσως πιο επίπονα από οποιαδήποτε άλλη»

Ο Φρόιντ μιλούσε για ανεπάρκεια κανόνων της κοινωνικής οργάνωσης το 1930. Τι γίνεται, όμως, όταν σε συνθήκες ακραίου ψυχοκοινωνικού αποκλεισμού δεν υφίστανται ούτε κανόνες, ούτε υπηρεσίας, ούτε χώρος εργασίας, ούτε τόπος ζωής σαν κατοικία και σαν καταφύγιο ταυτόχρονα; Παλαιότερα, η ψυχιατρικοποίηση ή η παθολογικοποίηση της φτώχειας, της περιπλάνησης και του περιθωρίου έβρισκε απάντηση στην ίδρυση ιδρυμάτων/ασύλων, τα οποία είχαν σαν κύρια αποστολή όχι τη θεραπεία και την αποκατάσταση των ατόμων, αλλά τη διατήρηση της κοινωνικής τάξης μέσα από τη φύλαξη των περιθωριακών ατόμων που εν δυνάμει θα μπορούσαν να αποτελέσουν κίνδυνο για την κοινωνική συνοχή και παραγωγικότητα. Σήμερα, η ψυχοκοινωνική οδύνη εκφράζεται σε άτυπα δίκτυα, χωρίς κανόνες, χωρίς όρους, χωρίς περιορισμούς, χωρίς πλαίσιο, Μιλάμε για μια άμορφη μάζα που προσπαθεί να επιβιώσει σε συνθήκες εξαθλίωσης, επισφάλειας, επικινδυνότητας και τεράστιας ευαλωτότητας απέναντι σε μείζονες κινδύνους που απειλούν τη ζωή τους.

Η δυσφορία, λοιπόν, στον πολιτισμό σήμερα εγγράφεται σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο διάχυτου κοινωνικού αποκλεισμού. Ο ιδρυματισμός βρίσκεται και διαχέεται στην κοινότητα μέσα από τριχοειδή αγγεία και είναι επίπονος, επώδυνος, απελπιστικά ισχυρός απέναντι στην ανύπαρκτη διαπραγματευτική ισχύ των ανθρώπων. 

Μες στην πολυμορφία της σημερινής δυσφορίας του πολιτισμού, πολλαπλασιάζονται οι αποδιοπομπαίοι τράγοι χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα επανασυγκρότησης της πρωτόγονης ορδής (Τοτέμ και Ταμπού) παρά τις πολλαπλές και διαδοχικές θυσίες αυτών των «αποβλήτων». 

Ο Φρόιντ θεωρούσε ότι η προσωπική ανάπτυξη είναι το προϊόν αλληλεπίδρασης δύο τάσεων: «Από τη μια πλευρά η επιδίωξη της ευτυχίας, που θα την αποκαλέσουμε γενικά “εγωισμό”, και από την άλλη πλευρά η επιδίωξη της ένωσης με τα άλλα μέλη της κοινότητας, που θα την αποκαλέσουμε “αλτρουισμό”». Αυτή η αντίθεση μεταξύ εγωισμού και αλτρουισμού, προκειμένου να συγκροτηθεί το υποκείμενο, πώς εκφράζεται άραγε σήμερα; Πώς αυτή η βία, σε πρωτόγονο επίπεδο, όπως διατύπωνε ο Φρόιντ, θα μπορούσε να εξισορροπηθεί από τη δημιουργία κοινωνικών δεσμών, σημείων αναφοράς στον πολιτισμό, στην κοινωνική συγκρότηση, γύρω από μια μεγάλη αφήγηση σε μια εποχή ακραίας επισφάλειας και κατακερματισμού;

Γ.  Ποιο πλαίσιο, ποια φροντίδα

Οι αποκλεισμένοι καθρεφτίζουν την ίδια την ανεπάρκεια, τη φτώχεια και το έλλειμμα, τόσο της ψυχιατρικής φροντίδας όσο και της ίδιας της επιστημολογικής βάσης της ψυχιατρικής. Χρειάζεται επειγόντως μια νέα κλινική προσέγγιση και μια νέα ηθική στη δόμηση μιας εναλλακτικής προσέγγισης της ψυχιατρικής φροντίδας, η οποία να λαμβάνει υπόψη ότι η οδύνη δεν εκφράζεται μόνο ατομικά ούτε με όρους απλουστευτικής διάγνωσης, αλλά σε κοινωνικό δίκτυο, σε μια δεδομένη ιστορική πραγματικότητα. 

Το πολιτισμικό και κοινωνικό περιβάλλον διαμορφώνει τα ίδια τα ψυχιατρικά συμπτώματα και την κοινωνική έκφρασή τους. 

Για να υπάρξει ένα αυθεντικό πλαίσιο υποδοχής και ενσωμάτωσης του περιθωρίου απαραίτητες προϋποθέσεις είναι να σκεφτούμε πέρα από «πολιτικά ορθές» αντιλήψεις και συγκαλύψεις ποια είναι η δική μας βία απέναντι σ’ αυτά τα άτομα, ποιες είναι οι δικές μας προκαταλήψεις και να αναρωτηθούμε γιατί πραγματικά θέλουμε να βοηθήσουμε. 

Ποια πρέπει να είναι τα συστατικά στοιχεία αυτής της νέας κλινικής προσέγγισης; 

• Η διαπίστωση ότι πίσω από την οποιαδήποτε θορυβώδη συμπτωματολογία υπάρχει μια αφήγηση και μια δυνατότητα κατανόησης της δυσφορίας, του αδιεξόδου που μπορεί να εκφράζει ένα άτομο μέσα από τα συμπτώματά του. 

• Η προσπάθεια γεφύρωσης του χάσματος μεταξύ διάγνωσης – προτεινόμενης θεραπείας και πραγματικού κοινωνικού πλαισίου στο οποίο ζει το άτομο που θέλουμε να βοηθήσουμε με το εξατομικευμένο πλάνο που του προτείνουμε. 

• Όταν οι υπηρεσίες δεν επαρκούν, όταν οι πόροι δεν είναι ποτέ αρκετοί, όταν δεν υπάρχει κάλυψη από την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, όταν οι κοινωνικοί δεσμοί είναι ρευστοί και εφήμεροι, τότε πρέπει να εφεύρουμε έξυπνες και ευέλικτες απαντήσεις σε δίκτυο οι οποίες να έχουν κάποιο νόημα για τη ζωή του ατόμου.

• Η περιθωριοποίηση και οι κοινωνικές ανισότητες δεν μπορούν να ενταχθούν στην προκρούστεια κλίνη της ψυχιατρικής διάγνωσης. Η ψυχιατρική φροντίδα οφείλει να αλλάξει και να απαντήσει στις σύγχρονες προκλήσεις και τα νέα αιτήματα: Ναρκισσιστικές διαταραχές, παθολογία του κενού, εξάρτηση από το διαδίκτυο, συγκάλυψη της ενδοοικογενειακής βίας, συν-νοσηρότητα, ιατρικοποίηση μέσω φαρμακοβιομηχανίας κάθε ψυχικής οδύνης, παθολογίες εικόνας σώματος. 

Πρέπει ο λόγος και το βίωμά μας να συνδέει τις απαντήσεις μας απέναντι στους κοινωνικά αποκλεισμένους σαν φορέας νοήματος αλλαγής και αφύπνισης από την παθητικότητά μας. Αν αυτό δεν γίνει με όρους διαφωτισμού και κοινωνικής αλληλεγγύης, τότε η ξενοφοβία, ο ρατσισμός, ο φονταμενταλισμός, ο εκφασισμός της κοινωνίας, αλλά και η αυτοκαταστροφικότητα θα επικρατήσουν οριστικά. 

13ο Συνέδριο της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας (29/11/2019-01/12/2019)

13o ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

με θέμα:

Οι περιπέτειες της ψυχανάλυσης στον κόσμο του σήμερα

29 Νοεμβρίου έως 01  Δεκεμβρίου 2019

Αφίσα Συνεδρίου

Πρόγραμμα Συνεδρίου