Ετικέτα: Athens Voice

“Οι αποκλεισμένοι στο ντιβάνι; Ανάγκη για μια νέα ψυχοκοινωνική κατανόηση και φροντίδα”, του Στέλιου Στυλιανίδη

Από την Athens Voice:

Χρειάζεται επειγόντως μια νέα κλινική προσέγγιση και μια νέα ηθική στη δόμηση μιας εναλλακτικής προσέγγισης της ψυχιατρικής φροντίδας.

«Μια χαρά είναι εδώ. Δεν είναι τίποτα. Μια χαρά κοιμάται έξω στο δρόμο κάποιος. Σου λέω εγώ, καλύτερα απ’ το σπίτι, γιατί το έχω περάσει». Αντριάν, άστεγος (από το βιβλίο του Στέλιου Φαρσαλιώτη «Κλινική του Εφήμερου: Μια ψυχαναλυτική προσέγγιση της ανεστιότητας», εκδόσεις ΑΡΜΟΣ). 

«Το παρόν είναι το μέλλον». (από τους «Λαντζέρηδες», του Μόρις Πάνιτς, σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη στο Σύγχρονο Θέατρο) 

Η ψυχαναλυτική προσέγγιση μιας ανυπόφορης ψυχικής οδύνης όπως είναι ο παρατεταμένος και ακραίος κοινωνικός αποκλεισμός, η απόλυτη και διαιωνιζόμενη αβεβαιότητα, οδηγεί το άτομο στη συρρίκνωση, την ελαχιστοποίηση του εαυτού του. Ταυτόχρονα, η κατάρρευση της έννοιας της ταυτότητας, η ακραία αποξένωση απ’ αυτό που παλιά αποτελούσε ένα σταθερό σημείο αναφοράς μπορεί να αναδείξει αρχαϊκά άγχη, βία, επιθετικότητα αλλά και μια «ερωτικοποίηση» του ίδιου του αποκλεισμού (όπως το βίωμα του Ελληνορουμάνου Αντριάν). 

Ο αυτο-αποκλεισμός έχει σαν αποτέλεσμα μια βαθιά δυσλειτουργία σε σωματικό, ψυχικό και κοινωνικό επίπεδο: Το εφήμερο γίνεται πεπρωμένο, όπως έλεγε ο Φρόιντ. Το πρόσκαιρο και παροδικό ανατινάζει, κυριολεκτικά, την έννοια της κοινότητας, αναδεικνύει –άλλες φορές με σιωπηλό και άλλες με θορυβώδη τρόπο– την απουσία της εστίας, τόσο σαν εσωτερικό αντικείμενο, όπως και σαν εξωτερικό αντικείμενο, όπως αντιπροσωπεύεται από τον πολιτισμό και την κοινωνική συνοχή. 

Μιλάμε για αστέγους, για πρόσφυγες και μετανάστες που βρίσκονται σε μια διαρκώς μετέωρη, γκρίζα περιοχή, για ψυχικά ασθενείς εκτός πλαισίου φροντίδας, για εξαρτημένα άτομα εγκαταλειμένα στην τύχη τους, για πρώην κρατούμενους που δεν επανεντάχθηκαν, για ανθρώπους σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, για ανέργους χωρίς στήριξη και ελπίδα ανάκαμψης. 

Τρεις παρατηρήσεις:

Α. Κοινωνία και βίωμα 

Τη δεκαετία του ’70 ή ’80, παρά τις προφανείς συνδέσεις μεταξύ των ανθρωπιστικών επιστημών (κοινωνιολογία, κοινωνική ανθρωπολογία, κοινωνική ψυχολογία, ψυχανάλυση, φαινομενολογία), τα πράγματα έμοιαζαν αρκετά κστεγανοποιημένα σε επίπεδο συνδέσεων και ερμηνείας της πολυπλοκότητας. Ας ακούσουμε τα λόγια του Pierre Bourdieu, ενός από τους σημαντικότερους Γάλλους κοινωνιολόγους του 2οού αιώνα: «Η κοινωνιολογία ήταν ένα ορμητήριο εναντίον του βιώματος… Μου χρειάστηκε πολύς καιρός για να καταλάβω ότι η άρνηση του υπαρξιακού ήταν μια παγίδα… Η κοινωνιολογία, από τη συγκρότησή της, ήταν αντίθετη προς το μοναδικό, το προσωπικό, το υπαρξιακό. Εδώ βρίσκεται η ανικανότητα του κοινωνιολόγου να διερευνήσει ορισμένα κοινωνικά προβλήματα από τα οποία πάσχει η κοινωνία». 

Μπροστά μας ανοίγεται ένα τεράστιο και αχαρτογράφητο πεδίο ψυχοκοινωνικής κλινικής. Οι κοινωνιολόγοι καλούνται να στοχαστούν πως οι υπαρξιακές συγκρούσεις που εμφανίζονται στο ψυχολογικό επίπεδο έχουν τη γένεσή τους στην κοινωνική ιστορία του ατόμου, που βρίσκεται αντιμέτωπο με διαφορετικές κουλτούρες ή διαφορετικές τάξεις εξαιτίας της κοινωνικής του διαδρομής και της ιστορίας της ζωής του. Οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας και κοινωνικής φροντίδας καλούνται να ανακαλύψουν νέες ψυχοκοινωνικές παρμεβάσεις στήριξης των απαρατήρητων αυτού του περιθωρίου με δεδομένη τη δραματική έλλειψη πόρων. 

Στις μέρες μας, το άτομο περνά από ένα καθεστώς μόνιμης αναμονής και αβεβαιότητας, ακατάπαυστα, από προσδοκία σε προσδοκία, περιμένοντας συνεχώς, σε όλα τα πεδία της ζωής, ότι κάτι μπορεί να συμβεί. Η ψυχανάλυση, σαν συνεκτικό θεωρητικό σύστημα κατανόησης του ανθρώπινου ψυχισμού, έχει ανάγκη όπως η διψασμένη γη τη βροχή, τον χρόνο για να μπορεί κανείς να σκεφτεί, να αναστοχαστεί, να παρατηρήσει τι συμβαίνει μέσα του. Η μετα-νεωτερικότητα, αλλά και οι γενικότερες συνθήκες επισφάλειας, δεν επιτρέπουν σε καμία περίπτωση αυτή την πολυτέλεια.

Β.  Η δυσφορία στον σύγχρονο πολιτισμό

Στο γνωστό έργο του ο Φρόιντ, το 1930, σημείωνε: «Η οδύνη μάς απειλεί από τρεις πλευρές: α) από το ίδιο το σώμα, που καταδικασμένο να μαραθεί και να διαλυθεί δεν μπορεί καν να ανταπεξέλθει χωρίς τον πόνο και το άγχος ως σήματα κινδύνου, β) από τον εξωτερικό κόσμο, που μπορεί να μαίνεται εναντίον μας με πανίσχυρες, αμείλικτες και καταστροφικές δυνάμεις, και, τέλος, γ) από τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους. Την οδύνη που προέρχεται από αυτήν την πηγή, την αισθανόμαστε ίσως πιο επίπονα από οποιαδήποτε άλλη»

Ο Φρόιντ μιλούσε για ανεπάρκεια κανόνων της κοινωνικής οργάνωσης το 1930. Τι γίνεται, όμως, όταν σε συνθήκες ακραίου ψυχοκοινωνικού αποκλεισμού δεν υφίστανται ούτε κανόνες, ούτε υπηρεσίας, ούτε χώρος εργασίας, ούτε τόπος ζωής σαν κατοικία και σαν καταφύγιο ταυτόχρονα; Παλαιότερα, η ψυχιατρικοποίηση ή η παθολογικοποίηση της φτώχειας, της περιπλάνησης και του περιθωρίου έβρισκε απάντηση στην ίδρυση ιδρυμάτων/ασύλων, τα οποία είχαν σαν κύρια αποστολή όχι τη θεραπεία και την αποκατάσταση των ατόμων, αλλά τη διατήρηση της κοινωνικής τάξης μέσα από τη φύλαξη των περιθωριακών ατόμων που εν δυνάμει θα μπορούσαν να αποτελέσουν κίνδυνο για την κοινωνική συνοχή και παραγωγικότητα. Σήμερα, η ψυχοκοινωνική οδύνη εκφράζεται σε άτυπα δίκτυα, χωρίς κανόνες, χωρίς όρους, χωρίς περιορισμούς, χωρίς πλαίσιο, Μιλάμε για μια άμορφη μάζα που προσπαθεί να επιβιώσει σε συνθήκες εξαθλίωσης, επισφάλειας, επικινδυνότητας και τεράστιας ευαλωτότητας απέναντι σε μείζονες κινδύνους που απειλούν τη ζωή τους.

Η δυσφορία, λοιπόν, στον πολιτισμό σήμερα εγγράφεται σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο διάχυτου κοινωνικού αποκλεισμού. Ο ιδρυματισμός βρίσκεται και διαχέεται στην κοινότητα μέσα από τριχοειδή αγγεία και είναι επίπονος, επώδυνος, απελπιστικά ισχυρός απέναντι στην ανύπαρκτη διαπραγματευτική ισχύ των ανθρώπων. 

Μες στην πολυμορφία της σημερινής δυσφορίας του πολιτισμού, πολλαπλασιάζονται οι αποδιοπομπαίοι τράγοι χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα επανασυγκρότησης της πρωτόγονης ορδής (Τοτέμ και Ταμπού) παρά τις πολλαπλές και διαδοχικές θυσίες αυτών των «αποβλήτων». 

Ο Φρόιντ θεωρούσε ότι η προσωπική ανάπτυξη είναι το προϊόν αλληλεπίδρασης δύο τάσεων: «Από τη μια πλευρά η επιδίωξη της ευτυχίας, που θα την αποκαλέσουμε γενικά “εγωισμό”, και από την άλλη πλευρά η επιδίωξη της ένωσης με τα άλλα μέλη της κοινότητας, που θα την αποκαλέσουμε “αλτρουισμό”». Αυτή η αντίθεση μεταξύ εγωισμού και αλτρουισμού, προκειμένου να συγκροτηθεί το υποκείμενο, πώς εκφράζεται άραγε σήμερα; Πώς αυτή η βία, σε πρωτόγονο επίπεδο, όπως διατύπωνε ο Φρόιντ, θα μπορούσε να εξισορροπηθεί από τη δημιουργία κοινωνικών δεσμών, σημείων αναφοράς στον πολιτισμό, στην κοινωνική συγκρότηση, γύρω από μια μεγάλη αφήγηση σε μια εποχή ακραίας επισφάλειας και κατακερματισμού;

Γ.  Ποιο πλαίσιο, ποια φροντίδα

Οι αποκλεισμένοι καθρεφτίζουν την ίδια την ανεπάρκεια, τη φτώχεια και το έλλειμμα, τόσο της ψυχιατρικής φροντίδας όσο και της ίδιας της επιστημολογικής βάσης της ψυχιατρικής. Χρειάζεται επειγόντως μια νέα κλινική προσέγγιση και μια νέα ηθική στη δόμηση μιας εναλλακτικής προσέγγισης της ψυχιατρικής φροντίδας, η οποία να λαμβάνει υπόψη ότι η οδύνη δεν εκφράζεται μόνο ατομικά ούτε με όρους απλουστευτικής διάγνωσης, αλλά σε κοινωνικό δίκτυο, σε μια δεδομένη ιστορική πραγματικότητα. 

Το πολιτισμικό και κοινωνικό περιβάλλον διαμορφώνει τα ίδια τα ψυχιατρικά συμπτώματα και την κοινωνική έκφρασή τους. 

Για να υπάρξει ένα αυθεντικό πλαίσιο υποδοχής και ενσωμάτωσης του περιθωρίου απαραίτητες προϋποθέσεις είναι να σκεφτούμε πέρα από «πολιτικά ορθές» αντιλήψεις και συγκαλύψεις ποια είναι η δική μας βία απέναντι σ’ αυτά τα άτομα, ποιες είναι οι δικές μας προκαταλήψεις και να αναρωτηθούμε γιατί πραγματικά θέλουμε να βοηθήσουμε. 

Ποια πρέπει να είναι τα συστατικά στοιχεία αυτής της νέας κλινικής προσέγγισης; 

• Η διαπίστωση ότι πίσω από την οποιαδήποτε θορυβώδη συμπτωματολογία υπάρχει μια αφήγηση και μια δυνατότητα κατανόησης της δυσφορίας, του αδιεξόδου που μπορεί να εκφράζει ένα άτομο μέσα από τα συμπτώματά του. 

• Η προσπάθεια γεφύρωσης του χάσματος μεταξύ διάγνωσης – προτεινόμενης θεραπείας και πραγματικού κοινωνικού πλαισίου στο οποίο ζει το άτομο που θέλουμε να βοηθήσουμε με το εξατομικευμένο πλάνο που του προτείνουμε. 

• Όταν οι υπηρεσίες δεν επαρκούν, όταν οι πόροι δεν είναι ποτέ αρκετοί, όταν δεν υπάρχει κάλυψη από την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, όταν οι κοινωνικοί δεσμοί είναι ρευστοί και εφήμεροι, τότε πρέπει να εφεύρουμε έξυπνες και ευέλικτες απαντήσεις σε δίκτυο οι οποίες να έχουν κάποιο νόημα για τη ζωή του ατόμου.

• Η περιθωριοποίηση και οι κοινωνικές ανισότητες δεν μπορούν να ενταχθούν στην προκρούστεια κλίνη της ψυχιατρικής διάγνωσης. Η ψυχιατρική φροντίδα οφείλει να αλλάξει και να απαντήσει στις σύγχρονες προκλήσεις και τα νέα αιτήματα: Ναρκισσιστικές διαταραχές, παθολογία του κενού, εξάρτηση από το διαδίκτυο, συγκάλυψη της ενδοοικογενειακής βίας, συν-νοσηρότητα, ιατρικοποίηση μέσω φαρμακοβιομηχανίας κάθε ψυχικής οδύνης, παθολογίες εικόνας σώματος. 

Πρέπει ο λόγος και το βίωμά μας να συνδέει τις απαντήσεις μας απέναντι στους κοινωνικά αποκλεισμένους σαν φορέας νοήματος αλλαγής και αφύπνισης από την παθητικότητά μας. Αν αυτό δεν γίνει με όρους διαφωτισμού και κοινωνικής αλληλεγγύης, τότε η ξενοφοβία, ο ρατσισμός, ο φονταμενταλισμός, ο εκφασισμός της κοινωνίας, αλλά και η αυτοκαταστροφικότητα θα επικρατήσουν οριστικά. 

Έφηβοι και Κάνναβη: Ψυχονευρολογικά δεδομένα και συμπεράσματα (Μέρος 2ο)

Πώς σχετίζεται η χρήση κάνναβης σε νεαρές ηλικίες με την εκδήλωση ψυχωσικών διαταραχών;

Η χρήση της κάνναβης στους εφήβους πρέπει να αποτελέσει ένα πρόβλημα δημόσιας υγείας, χωρίς ιδεολογικές και πολιτικές προκαταλήψεις.

Γράφουν οι Στέλιος Στυλιανίδης (καθηγητής κοινωνικής ψυχιατρικής στο Πάντειο, ψυχίατρος-ψυχαναλυτής-ομαδικός αναλυτής), Γιώργος Τζεφεράκος (ψυχίατρος, διευθυντής ΜΟΘΕ ΟΚΑΝΑ ΠΓΝ Αττικό, επιστημονικός συνεργάτης εργαστηρίου ψυχοπαθολογίας και ψυχολογίας της υγείας Παντείου)

Από την Athens Voice

Η περίοδος της εφηβείας είναι μια χρονική περίοδος στη ζωή των ανθρώπων, η οποία χαρακτηρίζεται από σημαντικές μεταβολές και ρευστότητα τόσο σε επίπεδο εσωτερικής συναισθηματικής τονικότητας και αυτοαντίληψης όσο και σε επίπεδο διαπροσωπικής επικοινωνίας και κοινωνικής ταυτοποίησης και ένταξης.

Η σταδιακή αυτή εξελικτική πορεία της παγίωσης της ταυτότητας του υποκειμένου-έφηβου, συντελείται και στο επίπεδο του κεντρικού νευρικού συστήματος. Ο εγκέφαλος παραμένει σε μια δυναμική, περιβαλλοντικώς επηρεαζόμενη διαδικασία ωρίμανσης, τόσο σε επίπεδο λειτουργικό όσο και ανατομικό, από την προγεννητική περίοδο μέχρι και την ηλικία των 21 ετών περίπου. Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της εξελικτικής διαδικασίας ωρίμανσης, ο εγκέφαλος είναι ιδιαίτερα ευάλωτος, σε σχέση με τον εγκέφαλο ενός ενήλικα, σε περιβαλλοντικές επιδράσεις, όπως η έκθεση στην Δ9-τετραϋδροκανναβινόλη (Δ9-ΤHC TetraHydroCannabinol), που είναι το πρωτεύον ψυχοδραστικό συστατικό της κάνναβης.

Η THC, όπως φαίνεται σε μελέτες σε ζώα, αλλά και απεικονιστικές – λειτουργικές μελέτες (fMRI) σε ανθρώπους, φαίνεται να επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό τη μικροαρχιτεκτονική του εγκεφάλου και τη λειτουργική διασύνδεση μεταξύ των διαφόρων εγκεφαλικών κέντρων. Η επιρροή αυτή γίνεται μεγαλύτερη κατά την εφηβική περίοδο, επειδή σε αυτή επισυμβαίνουν μείζονες νευρωνικές και μορφολογικές αλλαγές σε όλο τον εγκέφαλο και ιδιαίτερα στον προμετωπιαίο φλοιό.

Ο προμετωπιαίος φλοιός (prefrontal cortex PFC), μια εγκεφαλική περιοχή που εμφανίζει όψιμη νευρωνική «ωρίμανση», παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στη δυναμική ισορροπία διέγερσης-αναστολής, απαραίτητο στοιχείο για την ανάπτυξη ενήλικης, προσαρμοστικής συμπεριφοράς και αντίστοιχής γνωστικής λειτουργίας. Αποτελεί το κέντρο της ενεργού μνήμης, των ανώτερων εγκεφαλικών και εκτελεστικών λειτουργιών και συμμετέχει στον συναισθηματικό και συμπεριφορικό έλεγχο. Στον προμετωπιαίο φλοιό εντοπίζεται πληθώρα κανναβινοειδών υποδοχέων (CB1Rs), η ομαλή λειτουργία των οποίων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη φυσιολογική ωρίμανση του προμετωπιαίου φλοιού. Η χορήγηση THC, κύριο συστατικό της κάνναβης, η οποία δεσμεύεται και επηρεάζει τους CB1Rs, σε μια ευάλωτη περίοδο ωρίμανσης του PFC, δύναται να έχει εξαιρετικά αρνητικές επιδράσεις τόσο σε επίπεδο γνωστικών ελλειμμάτων όσο και στην εμφάνιση ψυχοπαθολογικών διαταραχών, ακόμα και έκπτωση του IQ . Εάν ληφθεί υπ’ όψιν, δε, το γεγονός ότι οι σημερινές μορφές κάνναβης που πωλούνται στο δρόμο έχουν αυξημένο ποσοστό περιεκτικότητας σε THC (12-18%) σε σχέση με την κάνναβη της δεκαετίας του 70 (≈ 2-4%), γίνεται αντιληπτό ότι ο κίνδυνος είναι ακόμα μεγαλύτερος.

H χρήση κάνναβης, όμως, ιδιαίτερα στην εφηβεία, ενέχει και άλλους κινδύνους, πέραν των άμεσων νευροψυχιατρικών συνεπειών. Επιδημιολογικές και προ-κλινικές μελέτες καταδεικνύουν τη σοβαρή πιθανότητα η χρήση κάνναβης στην εφηβεία να συνδέεται με την εμφάνιση πολλαπλών εξαρτητικών συμπεριφορών στην ενήλικη ζωή. Φαίνεται ότι η πρώιμη έκθεση του εγκεφάλου στην κάνναβη οδηγεί σε παθολογική ντοπαμινεργική λειτουργία του πιο σημαντικού νευρωνικού κυκλώματος που εμπλέκεται στην εξάρτηση, του συστήματος ανταμοιβής (reward system). H μειωμένη ντοπαμινεργική δραστηριότητα στο σύστημα ανταμοιβής, απότοκος μιας πρώιμης έκθεσης στην THC, θα μπορούσε να είναι μια πιθανή νευροβιολογική εξήγηση της αυξημένης εμφάνισης στην ενήλικο ζωή διαταραχών εξάρτησης και κατάχρησης από διάφορες ψυχοτρόπες ουσίες· ένα εύρημα που επαναλαμβάνεται σταθερά σε πληθώρα επιδημιολογικών μελετών.

Συμπεράσματα

Η συνάντηση της κάνναβης, όπως και άλλων ουσιών, με το άτομο καθορίζεται από την δομή της προσωπικότητας του χρήστη, την ψυχονοητική του λειτουργία, τη νευροψυχολογική ευαλωτότητα-ανθεκτικότητά του, σε συνάρτηση με το κοινωνικο-πολιτισμικό και ιστορικό πλαίσιο, όπως επίσης τους αξιακούς κώδικες μικρο-κουλτούρας της μικρής κοινωνικής ομάδας.

Τα βασικά συμπεράσματα που μπορούν με ασφάλεια να εξαχθούν από τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα και την κλινική εμπειρία μας είναι τα ακόλουθα:

Α) Η χρήση της κάνναβης από εφήβους μπορεί να προκαλέσει μείζονες ψυχιατρικές διαταραχές (σχιζο-συναισθηματικές, κατάθλιψη, αυτοκτονικότητα, σχιζοφρένεια, αγχώδεις διαταραχές) και μελλοντική ευαλωτότητα των νέων στην εμφάνιση ψυχωτικών διαταραχών.

Β) Η δραστική ουσία της κάνναβης μπορεί να επηρεάσει την διαδικασία ωρίμανσης του κεντρικού νευρικού συστήματος και της νευρο-ψυχολογικής ομαλής ανάπτυξης των εφήβων, με καθοριστικές συνέπειες στη συμπεριφορά, την γνωστική λειτουργία, ψυχική και συναισθηματική ισορροπία στις νεαρές ηλικίες.

Γ) Η χρήση κάνναβης, ιδιαίτερα στην εφηβεία, μπορεί να συνδέεται με την εμφάνιση πολλαπλών εξαρτητικών συμπεριφορών στην ενήλικη ζωή. Μέσα σε αυτές συμπεριλαμβάνεται και η χρήση “σκληρών” ναρκωτικών ουσιών.

Δ) Η χρήση της κάνναβης από εφήβους αποτελεί ένα πρόβλημα δημόσιας υγείας, το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί με συστηματική στρατηγική πρόληψης και ενημέρωσης, ιδιαίτερα στα σχολεία, σε σύνδεση με άλλες παρεμβάσεις για την αναβάθμιση των κοινοτικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Η πρώιμη παρέμβαση στην ψύχωση, η αναβάθμιση της ψυχιατρικής φροντίδας στην κοινότητα, η προαγωγή και αγωγή ψυχικής υγείας, η συνεργασία με την Πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, οφείλουν να αποτελέσουν τις μελλοντικές προκλήσεις για την ολοκλήρωση της ακόμα μετέωρης ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στη χώρα μας.

_____________________________________________________________________________

Βιβλιογραφία

Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας (2017). Ελλάδα- Ετήσια έκθεση για τα ναρκωτικά 2017. Διαθέσιμο στο: http://www.emcdda.europa.eu/system/files/publications/4526/TD0416907ELN.pdf

Grant, C. N., & Bélanger, R. E. (2017). Cannabis and Canada’s children and youth. Paediatrics & Child Health, 22(2), 98–102.doi:10.1093/pch/pxx017

Chadwick, B., Miller, M. L., & Hurd, Y. L. (2013). Cannabis Use during Adolescent Development: Susceptibility to Psychiatric Illness. Frontiers in Psychiatry, 4.doi:10.3389/fpsyt.2013.00129

Bagot, K. S., Milin, R., & Kaminer, Y. (2015). Adolescent Initiation of Cannabis Use and Early-Onset Psychosis. Substance Abuse, 36(4), 524–533.doi:10.1080/08897077.2014.995332

Gogtay N, Giedd JN, Lusk L, et al. Dynamic mapping of human cortical development during childhood through early adulthood. Proc Natl Acad Sci U S A. 2004; 101:8174–9. [PubMed: 15148381]

Nora D. Volkow, M.D., Ruben D. Baler, Ph.D., Wilson M. Compton, M.D., and Susan R.B. Weiss, Ph.D. Adverse Health Effects of Marijuana Use. N Engl J Med. 2014 June 5; 370(23): 2219–2227. doi:10.1056/NEJMra1402309.

Dinieri JA, Hurd YL. Rat models of prenatal and adolescent cannabis exposure. Methods Mol Biol. 2012; 829:231–42. [PubMed: 22231817]

Zalesky A, Solowij N, Yücel M, et al. Effect of long-term cannabis use on axonal fibre connectivity. Brain. 2012; 135:2245–55. [PubMed: 22669080]

Batalla A, Bhattacharyya S, Yücel M, et al. Structural and functional imaging studies in chronic cannabis users: a systematic review of adolescent and adult findings. PLoS One. 2013;8(2):e55821. [PubMed: 23390554]

Hirvonen J, Goodwin RS, Li C-T, et al. Reversible and regionally selective down-regulation of brain cannabinoid CB1 receptors in chronic daily cannabis smokers. Mol Psychiatry. 2012;17:642–9. [PubMed: 21747398]

Bossong MG, Niesink RJ. Adolescent brain maturation, the endogenous cannabinoid system and the neurobiology of cannabis-induced schizophrenia. Prog Neurobiol. (2010) 92:370–85. doi: 10.1016/j.pneurobio.2010.06.010

Chambers RA, Taylor JR, Potenza MN. Developmental neurocircuitry of motivation in adolescence: a critical period of addiction vulnerability. Am J Psychiatry (2003) 160:1041–52. doi:0.1176/appi.ajp.160.6.1041

Gogtay N, Giedd JN, Lusk L, Hayashi KM, Greenstein D, Vaituzis A C, et al. Dynamic mapping of human cortical development during childhood through early adulthood. Proc Natl Acad Sci U S A. (2004) 101:8174–9. doi: 10.1073/pnas.0402680101

Caballero A, Tseng KY. GABAergic function as a limiting factor for prefrontal maturation during adolescence. Trends Neurosci. (2016) 39:441–8. doi: 10.1016/j.tins.2016.04.010

Renard J, Rushlow WJ and Laviolette SR (2018) Effects of Adolescent THC Exposure on the Prefrontal GABAergic System: Implications for Schizophrenia-Related Psychopathology. Front. Psychiatry 9:281. doi: 10.3389/fpsyt.2018.00281

Long LE, Lind J, Webster M, Weickert C. Developmental trajectory of τhe endocannabinoid system in human dorsolateral prefrontal cortex. BMC Neurosci. (2012) 13:87. doi: 10.1186/1471-2202-13-87

Cass DK, Flores-Barrera E, Thomases DR, Vital WF, Caballero A, Tseng KY. CB1 cannabinoid receptor stimulation during adolescence impairs τhe maturation of GABA function in the adult rat prefrontal cortex. Mol Psychiatry (2014) 19:536–43. doi: 10.1038/mp.2014.14

Meier MH, Caspi A, Ambler A, et al. Persistent cannabis users show neuropsychological decline from childhood to midlife. Proc Natl Acad Sci U S A. 2012; 109(40):E2657–E2564. [PubMed: 22927402]

Cascini F, Aiello C, Di Tanna G. Increasing delta-9-tetrahydrocannabinol (1-9-THC) content in herbal cannabis over time: systematic review and meta-analysis. Curr Drug Abuse Rev. (2012) 5:32–40. doi: 10.2174/1874473711205010032

Agrawal A, Neale MC, Prescott CA, Kendler KS. A twin study of early cannabis use and subsequent use and abuse/dependence of other illicit drugs. Psychol Med. 2004; 34:1227–[PubMed: 15697049]


Έφηβοι και κάνναβη: Παρεξηγήσεις και επιστημονικά δεδομένα (Μέρος 1ο)

Πώς σχετίζεται η χρήση κάνναβης σε νεαρές ηλικίες με την εκδήλωση ψυχωσικών διαταραχών;

Η χρήση της κάνναβης στους εφήβους πρέπει να αποτελέσει ένα πρόβλημα δημόσιας υγείας, χωρίς ιδεολογικές και πολιτικές προκαταλήψεις.

Γράφουν οι Στέλιος Στυλιανίδης (καθηγητής κοινωνικής ψυχιατρικής στο Πάντειο, ψυχίατρος-ψυχαναλυτής-ομαδικός αναλυτής), Γιώργος Τζεφεράκος (ψυχίατρος, διευθυντής ΜΟΘΕ ΟΚΑΝΑ ΠΓΝ Αττικό, επιστημονικός συνεργάτης εργαστηρίου ψυχοπαθολογίας και ψυχολογίας της υγείας Παντείου)

Από την Athens Voice

Το κίνητρο για τη δημοσίευση αυτού του άρθρου προέρχεται αφενός από την ανάγκη για μια υπεύθυνη ενημέρωση σχετικά με τη συσχέτιση συστηματικής χρήσης κάνναβης και των συναφών ψυχιατρικών διαταραχών και αφετέρου από μια σειρά από διαδεδομένες «παρεξηγήσεις» για τις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες αυτού του εκτεταμένου –και στη χώρα μας– κοινωνικού φαινομένου.

Η πρόσφατη, τεκμηριωμένη επιστημονικά και δίκαιη κοινωνικά, νομιμοποίηση της χρήσης της φαρμακευτικής κάνναβης, η οποία έχει πολύ συγκεκριμένες ενδείξεις συνταγογράφησης σε μια σειρά από ασθένειες (χρόνιος πόνος από καταληκτικές νόσους, διάφορες μορφές καρκίνου, χρόνιες φλεγμονές από αυτοάνοσα νοσήματα, πολλαπλή σκλήρυνση κ.λπ.), μοιάζει σαν να αποενοχοποίησε φαντασιακά και πραγματικά την αλόγιστη χρήση της ψυχαγωγικής κάνναβης σε εφήβους και νέους.

Η κατάχρηση αυτή, η οποία είναι ευρύτατα διαδεδομένη στα σχολεία, ακόμη και στα αποκαλούμενα «καλά» ιδιωτικά λύκεια, συνδυάζεται με κατάχρηση αλκοόλ και νικοτίνης, σε ένα γενικευμένο κλίμα ανέμελης χαλαρότητας, συστατικό της μικρο-κουλτούρας της ομάδας, η οποία προσφέρει μία εφήμερη ενίσχυση της ρευστής εφηβικής ταυτότητας και μια δυνατότητα «παιχνιδιού» και διαφοροποίησης με τα όρια και τους κανόνες της γονεϊκής εξουσίας.

Το θέμα των εξαρτήσεων στους εφήβους είναι ιδιαίτερα πολύπλοκο και εκτός των στόχων αυτού του ενημερωτικού σημειώματος.

Είναι αυτονόητο ότι στις εξαρτήσεις δεν περιλαμβάνονται μόνο οι διάφορες ουσίες, το αλκοόλ, η νικοτίνη, αλλά και το κινητό, η εξάρτηση από το διαδίκτυο και όλες οι νέες ψυχοπαθολογίες που προέρχονται από αυτή. Αποτελεί συχνά ένα μόνο κομμάτι της ψυχικής λειτουργίας και κάποιες φορές ψυχοπαθολογίας του εφήβου, το οποίο εγκαθιστά συχνά μια σωματική και ψυχική εξάρτηση από την ουσία, η οποία στο μυαλό του εφήβου γίνεται μία «μαγική» τελετουργία, ικανή να τον ανακουφίσει προσωρινά από υπαρξιακές και ταυτοτικές αγωνίες, άγχη, ανασφάλεια για το παρόν και το μέλλον, για την εικόνα του, το σώμα του, τη σεξουαλικότητα και τους ποικίλους πειραματισμούς με αυτή, τρόπους συσχέτισής της με την παρέα του, διαπραγμάτευση με το απειλητικό κενό και την αφόρητη ανία του. Ο έφηβος προσπαθεί να βρει κάτι μέσα του μέσω του Άλλου και μέσα από τη συνάντησή του με την ουσία.

Συγκεκριμένα, για την ψυχαγωγική κάνναβη και το παράγωγό της, τη μαριχουάνα (χόρτο), οι έφηβοι με τη χρήση τους βιώνουν μια αρχική ευφορία, μετά μια χαλάρωση και μια ενίσχυση των αισθητηριακών αντιλήψεων, κάτι που δημιουργεί τη νευροψυχολογική βάση για μια ψυχική εξάρτηση.

Παρεξηγήσεις αναφορικά με την κάνναβη

Οι «παρεξηγήσεις» σχετικά με τη χρήση της κάνναβης στους εφήβους είναι πιθανά οι εξής:

→ Η μακρόχρονη χρήση της κάνναβης δεν δημιουργεί φαινόμενα εξάρτησης, κατά συνέπεια ούτε στερητικό σύνδρομο απεξάρτησης, γιατί δεν δημιουργεί «flash» όπως η χρήση ηρωίνης ή άλλων επικίνδυνων χημικών παρασκευασμάτων.

→ Η χρήση της κάνναβης δεν ανοίγει τον δρόμο σε εμφάνιση ψυχιατρικών διαταραχών.

→ Η νομιμοποίηση και της ψυχαγωγικής κάνναβης (διαχωρισμός «σκληρών-μαλακών» ναρκωτικών), ακόμη και χωρίς υποδομές πρόληψης και αξιόπιστο σύστημα υπηρεσιών ψυχικής υγείας, είναι εξ ορισμού μια προοδευτική και ωφέλιμη πολιτική.

→ Δεν χρειάζεται μια σοβαρή πολιτική πρόληψης και συστηματικής ενημέρωσης για τη χρήση μιας «φυσικής», μάλιστα με θεραπευτικές ιδιότητες, ουσίας.

→ Η χρήση της κάνναβης είναι μια πράξη αντι-κομφορμισμού απέναντι στις συντηρητικές αστικές αξίες και οι έφηβοι διαφοροποιούνται από αυτά τα πρότυπα.

Με τη συνοπτική παράθεση σύγχρονων επιστημονικών δεδομένων που ακολουθεί και μέσα από την κλινική εμπειρία μας με αιτήματα γονέων και εφήβων για ψυχιατρική φροντίδα, θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε αυτές τις διάχυτες κοινωνικά αντιλήψεις και να σκεφτούμε ότι η χρήση της κάνναβης στους εφήβους πρέπει να αποτελέσει ένα πρόβλημα δημόσιας υγείας, χωρίς ιδεολογικές και πολιτικές προκαταλήψεις.

Σύγχρονα δεδομένα

Στατιστικά χρήσης κάνναβης από νέους στην Ελλάδα

Η μέση ηλικία έναρξης χρήσης κάνναβης στην Ελλάδα τοποθετείται στην ηλικία των 17 ετών. Σε καταμέτρηση που πραγματοποιήθηκε το 2015, 9,1% των μαθητών στα ελληνικά σχολεία είχε κάνει τουλάχιστον μία φορά χρήση κάνναβης, με τα αντίστοιχα ποσοστά στην Ευρωπαϊκή Ένωση να κυμαίνονται από 6,5% έως 36,8%. Τέλος, ενώ φαίνεται να εμφανίζεται ελαφρά μείωση του καπνίσματος από τους νέους τα τελευταία χρόνια, η χρήση κάνναβης φαίνεται να παραμένει σταθερή (Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας, 2017).

Ωστόσο πολύ σύντομα θα έχουμε στη διάθεσή μας και τα πλέον πρόσφατα στοιχεία χρήσης της κάνναβης, τα οποία μάλλον επιβεβαιώνουν τη γενικότερη αύξηση της χρήσης της και σε νεαρότερες ηλικίες.

Αναφορικά με τις επιδράσεις της χρήσης κάνναβης στην ψυχική υγεία, φαίνεται ότι οι συνέπειες της χρήσης από την εφηβική ηλικία είναι πολύπλευρες.

Αρχικά, οι Grant & Bélanger (2017), ερευνητές από τον Καναδά, αναδεικνύουν τη συχνότητα εκδήλωσης κατάθλιψης και άλλων διαταραχών διάθεσης σε εφήβους και νεαρούς ενήλικες χρήστες, ενώ αναφέρουν την ύπαρξη ισχυρής συσχέτισης της συχνής χρήσης με την έκφραση καταθλιπτικών επεισοδίων και διαταραχών άγχους. Τη θέση αυτή υποστηρίζουν ευρήματα των Chadwick και συν. (2013), οι οποίοι τονίζουν επίσης το γεγονός ότι η χρήση κάνναβης σε αυτές τις ηλικίες οδηγεί σε αυξημένα ποσοστά αυτοκτονικού ιδεασμού και αυτοκτονικών συμπεριφορών στην ενήλικη ζωή. Αυξημένος είναι, επίσης, ο κίνδυνος εκδήλωσης σχιζοσυναισθηματικών διαταραχών σε άτομα που ξεκινούν τη χρήση κάνναβης σε τόσο νεαρή ηλικία.

Ιδιαίτερα σημαντική είναι η σχέση της κάνναβης με την εκδήλωση ψυχωσικών διαταραχών. Έχει βρεθεί πως η κάνναβη μπορεί να προκαλέσει οξέα ψυχωσικά επεισόδια σε εφήβους, ακόμα και χωρίς την πρότερη ύπαρξη ψυχιατρικής διαταραχής (Grant & Bélanger, 2017). Συγκεκριμένα, οι έφηβοι αυτοί φαίνεται να εμφανίζουν συμπτώματα όπως απώλεια του ελέγχου της πραγματικότητας, αποπροσωποποίηση, αποπροσανατολισμός, ψευδαισθήσεις, παραισθήσεις και παρανοϊκός ιδεασμός. Μελέτες, μάλιστα, έχουν δείξει ότι η χρήση κάνναβης κατά την εφηβεία διπλασιάζει τη μετέπειτα πιθανότητα εκδήλωσης ψύχωσης, ενώ η χρόνια χρήση συνδέεται με πρώιμη εκδήλωση των συμπτωμάτων της ψύχωσης, έως και 3 χρόνια νωρίτερα, με την πρώτη νοσηλεία να πραγματοποιείται σε μικρότερη ηλικία και την πιθανότητα υποτροπής να αυξάνεται αισθητά. Συνοπτικά, μπορούμε να πούμε ότι όσο πιο νωρίς τοποθετείται η έναρξη της χρήσης και όσο μεγαλύτερη η ένταση και η συχνότητά της, αντίστοιχα νωρίτερα πραγματοποιείται η έναρξη της ψύχωσης στο άτομο, με αυξημένο τον αριθμό και τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων (Bagot και συν., 2015).

(συνεχίζεται)

Η ώρα του Σταύρου (Athens Voice)

Παρακολουθούμε αυτές τις μέρες μια άγρια προσπάθεια επηρεασμού των βουλευτών του Ποταμιού, ορισμένες φορές με εκφάνσεις κανιβαλισμού (π.χ. Δανέλλης), προκειμένου να μην κυρωθεί η συμφωνία των Πρεσπών από το ελληνικό κοινοβούλιο. Αυτό είναι απολύτως κατανοητό όταν προέρχεται από εθνικιστικές και δεξιές δυνάμεις, είναι όμως τουλάχιστον παράδοξο όταν οι φορείς αυτοπροσδιορίζονται ως προοδευτικοί-ευρωπαϊστές. Το βασικό τους επιχείρημα είναι ότι προέχει η πτώση της κυβέρνησης και αυτή η επιδίωξη υπερκαλύπτει το πραγματικό διακύβευμα, που είναι η επίλυση του χρονίζοντος σε βάρος μας εθνικού προβλήματος.

Είναι σαφές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε το χειρότερο δυνατό για τη δημιουργία συνθηκών συναίνεσης και εθνικής συνεννόησης, φιλοδοξώντας να διασπάσει τη ΝΔ. Είναι επίσης σαφές ότι πολλά στελέχη του αγνόησαν αυθεντικές εθνικές ευαισθησίες καλοπροαίρετων πολιτών και τους προσέβαλαν με το στίγμα της ακροδεξιάς.

Παρόλα αυτά, η επικύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών δεν είναι προς όφελος του ΣΥΡΙΖΑ αλλά της χώρας. Και γι’ αυτό η ιστορική ευθύνη του Σταύρου Θεοδωράκη είναι μεγάλη, δυσανάλογη προς το μέγεθος και την ιστορία του κόμματός του. Από τη δική του απόφαση θα κριθεί το μέλλον μιας συμφωνίας για την αποδοχή της οποίας η άλλη πλευρά έχει κάνει ήδη μια τεράστια υπέρβαση (αλλαγή ονόματος erga omnes, συνταγματική αναθεώρηση με την οποία οριοθετείται ο αλυτρωτισμός πάνω στον οποίο έχουν συγκροτήσει την εθνική τους ταυτότητα).

Δεν υπάρχει βιώσιμος συμβιβασμός στις διεθνείς σχέσεις που να υπαγορεύει την απόλυτη ταπείνωση της μίας πλευράς, ιδιαίτερα όταν αυτός ο συμβιβασμός δεν ακολουθεί εμπόλεμη κατάσταση, αλλά ένα πολυετές αδιέξοδο που έχει ήδη δημιουργήσει τετελεσμένα (πολλαπλές αναγνωρίσεις, ευρύτατη χρήση του όρου «Μακεδονία» από τα ξένα ΜΜΕ, έλλειψη απήχησης των ελληνικών θέσεων). Με αυτά τα δεδομένα και με την ύπαρξη του πραγματικού εθνικού κινδύνου που έρχεται από το μη προβλέψιμο του καθεστώτος Ερντογάν στη γεωπολιτική σκακιέρα, έχουμε κάθε λόγο να κλείσουμε ένα μέτωπο απέναντι σε έναν φανταστικό εχθρό που δεν έχει καν στρατό.

Ο Σταύρος Θεοδωράκης καλείται να εκφράσει με τόλμη και χωρίς μικροκομματικές σκοπιμότητες τον αξιακό κώδικα του προοδευτικού κόσμου, που σε μεγάλο βαθμό εκπροσωπείται από πολιτικά υποκείμενα τα οποία δεν ακολουθούν πολιτική αρχών αλλά μετρούν πολιτικό κόστος και άλλες επιδιώξεις.

Μέσα σ’ αυτή τη φορτισμένη πολιτικά συγκυρία είναι σημαντικό να δοθούν κάποιες πειστικές απαντήσεις:

• Πώς είναι δυνατόν ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, ο οποίος προσπάθησε για την άρση του αδιεξόδου και έχει πλήρη γνώση της διεθνούς σημασίας που αυτό έχει, να μη μιλά σήμερα για την εθνική ανάγκη να επιλυθεί οριστικά η χρονίζουσα εκκρεμότητα πάνω στην οποία χτίστηκαν πολιτικές καριέρες;

• Γιατί σιωπά ο Γιώργος Παπανδρέου που έχει στο βιογραφικό του αλλεπάλληλες προσπάθειες για την επίλυση του προβλήματος, με πολύ χειρότερους όρους, και γνωρίζει σε βάθος τα περιθώρια διαπραγματευτικών χειρισμών και τους γεωπολιτικούς συσχετισμούς;

• Ποιος είναι ο λόγος που ο Γιώργος Καμίνης, έχοντας πίσω του μια πορεία ευρωπαϊκή, εκσυγχρονιστική και αντιεθνικιστική, έχει αποσυρθεί από τη σχετική συζήτηση σε αντίθεση με τον Γιάννη Μπουτάρη που πλήρωσε βαρύ τίμημα για τη θαρραλέα στάση του;

• Πώς η διολίσθηση του ΚΙΝΑΛ στον εθνικολαϊκισμό συντελείται τόσο βελούδινα, χωρίς εσωκομματικούς κραδασμούς και ουσιαστική συζήτηση;

• Γιατί διανοούμενοι και προσωπικότητες του χώρου της σοσιαλδημοκρατίας και της ανανεωτικής αριστεράς συσκοτίζουν τη σημασία της συμφωνίας των Πρεσπών στο όνομα του αντιΣΥΡΙΖΑ προτάγματος;

• Γιατί η φιλελεύθερη πτέρυγα της ΝΔ, πέρα από την προσπάθεια διατήρησης της εσωκομματικής συνοχής, δεν αποδοκιμάζει τη συμφωνία με χαμηλότερους τόνους και λιγότερο λαϊκισμό ώστε να μην κληρονομήσει την εκκρεμότητα και μια κοινή γνώμη εκπαιδευμένη σε έξαλλο «υπερπατριωτισμό»;

• Γιατί τόσα ΜΜΕ παίζουν με τη φωτιά του εθνικισμού και συντηρούν μια τοξική ατμόσφαιρα θυμικών αντιδράσεων απέναντι σε μια ορθολογική ανάλυση της κατάστασης;

Συμπερασματικά:

«Μα τώρα που η φωτιά φουντώνει πάλι

εσύ κοιτάς τα αρχαία σου τα κάλλη

και στις αρένες του κόσμου μάνα μου Ελλάς

το ίδιο ψέμα πάντα κουβαλάς»

Ν. Γκάτσος, Ρεμπέτικο, 1983

*Το παρόν αποτελεί αναδημοσίευση από την Athens Voice

Η αδιαφορία που σκοτώνει

Δεν ήταν ένας οποιοσδήποτε θάνατος. Ήταν ένας θάνατος που, με τον τρόπο που συνέβη, συνδέει στενά δυσλειτουργίες και ελλείμματα τριών επιπέδων:

1. Το φαινόμενα του κοινωνικού αποκλεισμού και το σύνδρομο της αγέλης.

Read more